Πλησιάζει τα 70 κι όμως συνεχίζει να συγκινεί. Το αγαπημένο Ελληνίς άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό το 1951 και από τότε προβάλλει χωρίς διάλειμμα ταινίες που έχουν γράψει ιστορία στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Πίσω από την μεγάλη οθόνη όμως κρύβονται ιστορίες ανθρώπων που έχουν συνδέσει την ζωή τους με το ιστορικό σινεμαδάκι της πόλης. Κάνουμε γκρο πλαν στα πρόσωπα και η κάμερα εστιάζει σε κάποιες από αυτές τις στιγμές. Οι προβολές ήδη ξεκίνησαν. Από την καμπίνα σαν να ακούγεται η φωνή του κ. Θανάση. Φώτα, κάμερα, πάμε…
Συνέντευξη στη Ρούλα Φλώρου
Ο Κώστας Πατρώνης έχει συνδέσει το όνομά του με την ιστορία του Ελληνίς. Όχι γιατί ως έφηβος παρακολουθούσε φανατικά ταινίες, ούτε γιατί αργότερα ως μέλος του Κινηματογραφικού Εργαστηρίου συμμετείχε στην επιλογή ταινιών. Αλλά γιατί το 1983, σε μια εποχή που μεσουρανούσαν τα θερινά σινεμά, απέτρεψε την κατεδάφιση του.
«Ένα βράδυ του Ιουλίου του 1983 πήγαμε στο Ελληνίς να δούμε μια ταινία με την γυναίκα μου. Στο διάλειμμα ο ιδιοκτήτης μας είπε ότι το δίνει για αντιπαροχή. Η απόφασή του αυτή με συγκλόνισε, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Το πρωί σηκώθηκα και πήγα στον τότε Δήμαρχο Στέλιο Τσιτσιμελή και του είπα ότι πρέπει να το σώσουμε. Κάναμε παρέμβαση στο Δημοτικό Συμβούλιο, δημιουργήθηκε Επιτροπή και πήγαμε στην Μελίνα Μερκούρη, που ήταν Υπουργός Πολιτισμού, προκειμένου να εξευρεθούν τα χρήματα και ν’ αγοράσει ο Δήμος το ακίνητο».
Ο Κώστας Πατρώνης (αριστερά)
Και κάπως έτσι ένας πολιτικός μηχανικός στέρησε από την πόλη μια ακόμη πολυκατοικία. Ταυτόχρονα έδωσε το δικαίωμα να συνεχιστεί μια μεγάλη παράδοση. Η ιστορία των θερινών σινεμά στην Ελλάδα ξεκινά στις αρχές του 1900 με ραγδαία άνθηση μετά τον πόλεμο. Τη δεκαετία του ‘60 μόνο στην Αττική υπήρχαν 320 θερινοί κινηματογράφοι. Η μεγάλη κρίση για το θερινό σινεμαδάκι ήρθε με την άνοδο της τηλεόρασης και την εμφάνιση της βιντεοκασέτας. Η οικονομική δυσχέρεια των τελευταίων ετών έδειχνε πως θα έδινε το τελειωτικό χτύπημα. Κι όμως. Πριν δύο χρόνια το Σινέ Θησείο αναδείχθηκε από το CNN ως ο πιο όμορφος θερινός κινηματογράφος του κόσμου ενώ στη λίστα του Guardian, με τους 10 καλύτερους θερινούς κινηματογράφους για το 2014, συγκαταλέγονται το Cine Paris στην Πλάκα και το Cine Καμάρι στη Σαντορίνη. Στο Αγρίνιο εκτός από τις αίθουσες υπάρχει Κινηματογραφικό Εργαστήρι από το 1977.
«Εγώ εντάχθηκα στο Εργαστήρι το 1979 και προβάλλαμε τις ταινίες στο Δημαρχείο με 100 – 200 θεατές. Ήταν η Μεταπολίτευση, ο κόσμος ήταν σε αναζήτηση και θυμάμαι ότι είχαν δημιουργηθεί 100 λέσχες σε όλη την χώρα. Υπήρχε δίψα και όρεξη. Χαίρομαι ακόμη και τώρα όταν με βρίσκουν ώριμοι πια άνθρωποι και μου λένε ότι τότε απέκτησαν κινηματογραφική παιδεία. Η λέσχη συνέχισε μέχρι την δεκαετία του ‘90 και ήταν φάρος ενεργών πολιτών που δούλευαν με όρεξη, καλύπτοντας κάποιες φορές έξοδα από την τσέπη τους, με προσωπική εργασία. Εγώ αγαπούσα την τέχνη της εικόνας από μικρός».
Ο Κ. Πατρώνης σπούδασε κινηματογράφο στην Γαλλία και πειραματίστηκε με την σκηνοθεσία. Οι ταινίες που έχει παρακολουθήσει στο Ελληνίς αμέτρητες. Ακούστε όμως ποια ταινία και ποια βραδιά θυμάται πιο έντονα.
«Η ταινία που θυμάμαι είναι η «Ντίβα» του Μπενέξ. Είναι η ταινία που είδα το βράδυ που έμαθα ότι σώθηκε το Ελληνίς. Θυμάμαι το φεγγάρι να βγαίνει πάνω από την οθόνη και τον αστερισμό του Κύκνου και της Λύρας που μεσουρανούν τα βράδια του καλοκαιριού. Για μένα το Ελληνίς είναι ο κήπος των ονείρων μου».
Το «Ελληνίς» κάποτε… (από το αρχείο του Σπ. Μπερερή, φωτο: Ξυθάλης)
Για την Χριστίνα Μπαλάσκα είναι κάτι σαν την χώρα των θαυμάτων. Αν και Υπεύθυνη του Δημοτικού Κινηματογράφου τα τελευταία 12 χρόνια, περιμένει σαν μικρό παιδί κάθε φορά να ξεκινήσουν οι προετοιμασίες.
Χριστίνα Μπαλάσκα: «Άλλοι περιμένουν τα Χριστούγεννα, άλλοι το Πάσχα, εγώ περιμένω ν’ ανοίξει το Ελληνίς. Η προετοιμασία ξεκινά τον Μάρτη όταν καθαρίζουμε και ραντίζουμε σε συνεργασία με το τμήμα Πρασίνου ενώ κάθε χρόνο το βάφουμε. Έχω φυτέψει τα περισσότερα λουλούδια, αν με ρωτάτε όμως, καμαρώνω περισσότερο τα δύο νυχτολούλουδα. Μια χρονιά είχα αναρτήσει μια φωτογραφία του κινηματογράφου στο facebook για ν’ ανακοινώσω ότι αρχίζουν οι εργασίες. Αυτό που έγινε δεν το περίμενα. Δεκάδες Αγρινιώτες όλων των ηλικιών με ρωτούσαν πως μπορούν να βοηθήσουν. Για μένα η πρώτη φορά που πέρασα την πόρτα του Ελληνίς ήταν και η πρώτη φορά που παρακολούθησα ταινία. Ήταν ο «Σωματοφύλακας» κι όταν μπήκα ένιωσα αμέσως οικειότητα με τον χώρο. Μαγεύτηκα. Είναι μεγάλη μου τιμή που είμαι κομμάτι της ιστορίας του».
Η Χριστίνα θυμάται με συγκίνηση την ημέρα που, η ψυχή του Ελληνίς, ο τεχνικός της κάμερας έφυγε με σύνταξη. Ο κ. Θανάσης Γαλαζούλας μπήκε στον κήπο το 1976 όταν ο κινηματογράφος ανήκε ακόμη στον επιχειρηματία Ν. Κονταξή και θυμάται γωνιές του που δεν υπάρχουν πια.
Θανάσης Γαλαζούλας: «Δούλευα εκεί περίπου 50 χρόνια. Εδώ στην γωνία αριστερά όπως μπαίνεις ήταν ένα πηγάδι. Στο διάλειμμα πήγαιναν οι θεατές κι από εκεί έπιναν κρύο νερό. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Το έκλεισαν γιατί φοβήθηκαν ότι μπορεί κάποιος να έπεφτε μέσα. Στην θέση του φύτεψαν ένα πεύκο. Θυμάμαι αμέτρητα περιστατικά με την κάμερα. Καμιά φορά έπιαναν φωτιά οι κόπιες. Τότε φώναζαν οι θεατές «βάλε κάρβουνο χασάπη». Από εκεί καταλαβαίναμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και επί τόπου κολλάγαμε το καρέ πιο κάτω. Εγώ ήμουν ηλεκτρολόγος όμως μου άρεσε πολύ ο κινηματογράφος. Έτσι άφησα την δουλειά μου για να μάθω τις μηχανές. Ο πατέρας μου φώναζε. Ποτέ μου όμως δεν μετάνιωσα κι ας δούλευα κάθε μέρα. Φανταστείτε ότι την ημέρα του γάμου μου δεν είχα ν’ αφήσω μηχανικό στην θέση μου για να πάω στην εκκλησία».
Ακόμη κι αν έφυγε είναι πάλι εκεί ο κ. Θανάσης. Όπως εκεί είναι τα ζεστά βλέμματα των ανθρώπων που σε υποδέχονται. Από το ταμείο μέχρι να φθάσεις στην θέση σου αισθάνεσαι οικειότητα. Φταίνε τα αρώματα των λουλουδιών που σε μεθούν, φταίει η γλύκα της καλοκαιρινής βραδιάς ή μήπως αυτή η παλιά και τόσο γνώριμη γεύση της σπιτικής βυσσινάδας «από δίπλα». Όπως και να ’χει το Ελληνίς παραμένει ο αγαπημένος μας κήπος στην πόλη. Καλή θέαση και φέτος το καλοκαίρι.
Το «Ελληνίς» σήμερα…
Μαρία Παπαγεωργίου (Αντιδήμαρχος Αγρινίου): «Το ΕΛΛΗΝΙΣ είναι από τους πιο όμορφους κινηματογράφους της Ελλάδος, στολίδι για την πόλη του Αγρινίου, από τους πιο αγαπημένους χώρους του Αγρινιώτικου κοινού. Ο χώρος είναι συνυφασμένος με την κινηματογραφική ιστορία και τον πολιτισμό της πόλης, χώρος ρομαντικός και νοσταλγικός, πλημμυρισμένος από κισσούς και τα αρώματα από το αγιόκλημα και το γιασεμί. Θέλω να πιστεύω ότι θα αποτελέσει και φέτος το καλοκαιρινό στέκι τόσο των κατοίκων όσο και των επισκεπτών της πόλης για απόλαυση και λίγη ξενοιασιά σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που διανύουμε. Πιστεύω ότι είναι η ιδανική επιλογή για τις ζεστές Αγρινιώτικες νύχτες».
πηγή: http://agriniovoice.gr