“Κύκνεια Τέμπη των αρχαίων”. Με αυτά τα λόγια περιέγραψε ο έλληνας λόγιος, Δημήτρης Βικέλας, το φαράγγι της Κλεισούρας στην Αιτωλοακαρνανία, το 1884.
Κατά τους προϊστορικούς χρόνους τα όρη Αράκυνθος και Παναιτωλικό περιόριζαν τα νερά του ποταμού Αχελώου να καταλήξουν στην θάλασσα και σχημάτιζαν έτσι μια μεγάλη λίμνη. Το νερό έπειτα διερχόταν από το φαράγγι της Κλεισούρας και χύνονταν στην λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού.
Με την πάροδο των αιώνων και ύστερα από γεωλογικές ανακατατάξεις στην περιοχή, ο ποταμός άλλαξε πορεία με αποτέλεσμα το φαράγγι της Κλεισούρας να γίνει μια ξερή κοίτη και η μεγάλη λίμνη να περιοριστεί σε έκταση, σχηματίζοντας τις υπάρχουσες λίμνες της Τριχωνίδας, του Οζερού, της Αμβρακίας και της Λυσιμαχίας.
Το φαράγγι της Κλεισούρας ζωντανεύει μέσα από τις περιγραφές των περιηγητών, οι οποίοι μιλούν για το φυσικό του κάλλος, το κελάηδισμα του φλώρου, της γαλιάντρας και του σπίνου. Αλλά δεν αφήνουν απ’ έξω τον κίνδυνο που παραμόνευε τις εποχές που οι ληστές έστηναν καρτέρι στους περαστικούς.
Ο Γάλλος, Φρανσουά Πουκεβίλ, στο Οδοιπορικό του, περιγράφει: “Οι οδηγοί μου έδειξαν στην αντίθετη πλευρά αυτής της χαράδρας τις βίγλες των ληστών, οι οποίοι, από τότε που καταστράφηκαν τα δένδρα πίσω από τα οποία κρύβονταν σχημάτιζαν ταμπούρια με σωρούς λίθων, πίσω από τα οποία πυροβολούσαν τους ταξιδιώτες. Μ’ έτρωγε συνέχεια κρυφή ανησυχία, βλέποντας τους κρημνούς που μας τριγύριζαν. Τελικά μετά από τρία τέταρτα της ώρας κόπο, φθάσαμε στο υψηλότερο σημείο, απ’ όπου είδα τη θάλασσα, το νησί και την πόλη Ανατολικό (Αιτωλικό)”.
Σήμερα, ότι έχει απομείνει από τα δυο κτίσματα, είναι μια σωληνοειδής κατασκευή, χωρίς να ξέρουμε τίποτα για την ιστορία του. Οι πιο ειδικοί μιλούσαν για πύργο-Καζαρμά.
Λόγω της διαρρύθμισης του χώρου, το κτίσμα τοποθετείται χρονολογικά μετά τον 14ο αιώνα, μετά την ανακάλυψη της πυρίτιδας και χρησίμευε για οχυρωματικούς σκοπούς. Tο οίκημα από ότι φαίνεται κατεδαφίστηκε τουλάχιστον πριν από 100 χρόνια, χωρίς να τεκμηριωθούν περισσότερα στοιχεία για αυτό.
Δείτε την εντυπωσιακή πτήση drone του Ανδρέα Κουτσοθανάση, πάνω από τα “Κύκνεια Τέμπη των αρχαίων”