Έχουν διασωθεί αρχαία κείμενα που το αποδεικνύουν
Στην Πολιτεία του Πλάτωνα (B, V , 362) – βιβλίο που όλοι το αποδέχονται – περιέχεται μία προφητεία ισάξια μ’ αυτές των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης:
«Θα απογυμνωθεί απ’ όλα εκτός της δικαιοσύνης, διότι φτιάχτηκε αντίθετος στην ως τότε συμπεριφορά. Χωρίς να αδικήσει κανέναν θα δυσφημισθεί πολύ ως άδικος ώστε να βασανισθεί για την δικαιοσύνη και θα γεμίσει με δάκρυα εξαιτίας της κακοδοξίας αλλά θα μείνει αμετακίνητος μέχρι θανάτου και ενώ θα είναι δίκαιος θα θεωρείτε άδικος για όλη του τη ζωή. Έχοντας τέτοιες διαθέσεις ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα δεθεί, θα ανάψουν τα μάτια του και στα τελευταία του αφού πάθει κάθε κακό θα καρφωθεί πάνω σε πάσσαλο, και να ξέρεις ότι δεν είναι δίκαιο αλλά αφού έτσι το θέλει ας γίνει».
Στο έργο Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου, ο Προμηθέας όντας φυλακισμένος στον Καύκασο προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα γεννηθεί από την παρθένο Ιώ και τον Θεό (στ.772, 834, 848) θα είναι δηλαδή υιός Θεού και υιός Παρθένου. Αυτός ο Θεάνθρωπος θα καταλύσει την εξουσία των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908,920). Ο Ερμής τότε σταλμένος από τον Δία προαναγγέλλει στον Προμηθέα τα εξής:
«Τοιούδαι μόχθου τέρμα μη τί προσδόκα πριν αν θεός τις διάδοχος των σων πόνων φανή, θελήση τ’ είς αναύγητον μολείν ‘Άιδην, κνέφαια τ’ άμφί Ταρτάρου βάθη» μετάφραση «μην περιμένεις να λυτρωθείς από τους πόνους προτού θεός πάρει τα πάθια τα δικά σου πάνω του και με τη θέλησή του κατέβει στον ‘Άδη τον ανήλιαγο, στους άφεγγους του Ταρτάρου βυθούς» (στ. 1041-1043).
Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει τα ακόλουθα:
«Θα μείνετε κοιμισμένοι σε όλη σας τη ζωή εάν δεν σας λυπηθεί ο Θεός να σας στείλει κάποιον άλλον» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18{31α}).
Στο Άγιον Όρος υπάρχουν χειρόγραφα που διασώζουν προφητείες της Σίβυλλας –της ιέρειας του Απόλλωνα– για την έλευση του Χριστού π.χ σε χειρόγραφο με την ονομασία «Υπόμνημα εις τον Άγιον Απόστολον Φίλιππον» πού φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρείου αναφέρονται τα εξής:
«Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ώς Θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπον από την φθοράν των ανίατων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμασθεί ψηλά ώς κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα».
Στο ίδιο χειρόγραφο αναφέρεται μία ανατριχιαστική προφητεία για την θεανθρώπινη φύση του Χριστού, για το εκούσιον πάθος Του, αλλά και για την Ανάστασή Του:
«Ένας ουράνιος με πιέζει ισχυρά, ό οποίος είναι φως τριλαμπές. Αυτός είναι ο παθών Θεός, χωρίς να πάθει τίποτε ή Θεότης Του, διότι είναι συγχρόνως θνητός και αθάνατος. Αυτός είναι συγχρόνως Θεός και άνθρωπος, που υποφέρει από τους θνητούς τά πάντα, δηλαδή τον σταυρό, την ύβριν, την ταφή. Αυτός κάποτε από τα μάτια του έχυσε δάκρυα θερμά. Αυτός πέντε χιλιάδες χόρτασε με πέντε άρτους, κάτι που ήθελε δύναμη θεϊκή. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος εσταυρώθη εις το ξύλον, ο οποίος εξέπνευσεν, ο οποίος εκ του τάφου ανήλθεν εις τον ουρανόν».
Οι παραπάνω προφητείες αναφέρονται και σε άλλα χειρόγραφα πού βρίσκονται σε άλλες Μονές του Αγίου Όρους η αλλού(π.χ Μονή Σινά). Παρατίθενται ακόμη σε σύγχρονο βιβλίο, στον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτη Βίκτωρος Ματθαίου.
Και γι’ αυτούς που ίσως αμφισβητήσουν ότι τα παραπάνω ειπώθηκαν πράγματι από την Σίβυλλα και ισχυριστούν ότι είναι επινοήσεις κάποιον Χριστιανών Μοναχών, αρκεί το εξής αδιαμφισβήτητο γεγονός. Από διάφορες πηγές έχει διασταυρωθεί πώς τις προφητείες αυτές αλλά και άλλες –είτε της Σίβυλλας είτε άλλων σοφών Ελλήνων- χρησιμοποίησε η Αγία Αικατερίνη. Συγκεκριμένα, το 305 η Αγία Αικατερίνη η Αλεξανδρινή έλεγχε τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο για την ειδωλολατρική του πολιτική.
Ό τελευταίος συγκέντρωσε τότε τους σοφότερους ειδωλολάτρες της αυτοκρατορίας για να την μεταπείσουν και να την κάνουν παγανίστρια. Στο διάλογο που ακολούθησε, αυτή η πάνσοφη και σπουδαγμένη στην Ελληνική παιδεία γυναίκα στην προσπάθειά της να αποδείξει ότι ο Χριστός είναι ο μοναδικός Θεός ανέφερε – μεταξύ άλλων – και τις προφητείες της Σίβυλλας. Και για να προληφθεί η κάθε απερίσκεπτη “σκέψη”, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να έπλασε αυτές τις προφητείες η ίδια η Αγία για τους εξής βασικότατους λόγους: Δεν θα μπορούσε να πει ένα τόσο μεγάλο ψέμα σχετικά με την ιέρεια του Απόλλωνα μπροστά στους σοφότερους εκπροσώπους της αρχαίας θρησκείας, διότι αμέσως όλοι θα διαπίστωναν το ψέμα της. Όμως, όχι μόνο δεν την κατηγόρησε κανείς για αναλήθειες, αλλά αντιθέτως οι σοφοί ειδωλολάτρες παραδέχτηκαν την λεκτική τους ήττα και όλοι αμέσως ασπάστηκαν με τη θέληση τους τον Χριστιανισμό με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τους θανατώσει.
Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να αμφισβητήσει την αδιάσειστη αλήθεια ότι τα προφητικά αυτά λόγια βγήκαν από το στόμα της Σίβυλλας. Σε άλλο χειρόγραφο που βρίσκεται στην Αγιορείτικη Μονή Διονυσίου, αναφέρεται μια άλλη προφητεία της Σίβυλλας:
«Σας προφητεύω έναν τρισυπόστατο Θεό στα ύψη εκτεινόμενο του οποίου ο αιώνιος Λόγος σε ανυποψίαστο κόρη θα κυοφορηθεί, όπως ακριβώς το φέρον φωτιά τόξο, το μέσον του κόσμου διαπερνώντας. Όλο τον κόσμο αφού επαναφέρει στην ζωή, και στον Πατέρα θα τον προσφέρει σαν δώρο. Μαρία θα είναι το όνομα αυτής».
Βλέπουμε λοιπόν ότι η Θεία Πρόνοια μέσω του “σπερματικού λόγου” (όπως τον ονόμασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας) φώτισε κάποιους Έλληνες της Αρχαιότητας και έτσι άφησαν εκατοντάδες χρόνια πρίν τον Χριστό προφητείες για την έλευσή Του.
Και άλλοι αρχαίοι λαοί έδωσαν τέτοιες προφητείες χωρίς να πλησιάζουν σε καμία περίπτωση την ακριβολογία των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης περιοριζόμενες αποκλειστικά και μόνο στην αναφορά για τον ερχομό κάποιου Σωτήρα πού θα λυτρώσει τον κόσμο.
Οι προφητείες όμως των αρχαίων Ελλήνων δίνουν λεπτομερέστατα στοιχεία για τον Χριστό (γέννηση Του από την Παρθένο Μαρία, θεανθρώπινη φύση Του, θαύματα Του, Σταύρωση, Κάθοδος στον Άδη και Ανάσταση Του, τρείς υποστάσεις του Θεού). Έτσι, πολλές απ’ αυτές καθίστανται ισάξιες με τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ κάποιες άλλες τις ξεπερνούν κιόλας.
Αυτό ακριβώς αναγνωρίζει και ο μεγάλος μας εκκλησιαστικός συγγραφέας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος αιώνας μ.Χ), ο οποίος στο έργο του Στρωματείς (5,13) δηλώνει απερίφραστα: «Ούκ οίμαι υπό Ελλήνων σαφέστερον προσμαρτυρήσεσθαι τόν Σωτήρα ημών» δηλαδή «δεν είναι δυνατόν, νομίζω, να προαναγγελθεί σαφέστερα από τους Έλληνες ό Σωτήρας μας».
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι σοφοί Έλληνες της αρχαιότητας όχι μόνο πίστευαν σε ένα Θεό αλλά μίλησαν κιόλας για την τριαδικότητα Του, για την διττή φύση του Χριστού, για την Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Προσπαθούσαν να αποδεσμευτούν από τη δυναστεία των θεών και να πλησιάσουν τον ένα και αληθινό Θεό.
Αποδεικνύεται πως περίμεναν καρτερικά την έλευση του Χριστού για αιώνες. Γι’ αυτό και όταν έγινε η συνάντηση Χριστού και Ελλήνων, ο Χριστός είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου» (Κατά Ιωάννην -12,23) δηλαδή «έφτασε ή ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (=ο Χριστός)». Και έτσι έγινε...