Ο Νίκος Βέργος εξιστορεί στο SPORT24 την παραμυθένια καριέρα του. Το ηρωικό γκολ με τον Παναιτωλικό, η εμφάνιση στο Ολντ Τράφορντ, η προπόνηση με τον Κριστιάνο Ρονάλντο και η μεταγραφή του απ’ τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό.
Ο Νίκος Βέργος έχει κλείσει τα 24 του χρόνια, όμως τα έχει ζήσει σχεδόν όλα στην καριέρα του. Δοκιμές στη Μασία, ντεμπούτο στο Όλντ Τράφορντ για το Champions League, μεταγραφή από Ολυμπιακό σε Παναθηναϊκό και προπόνηση δίπλα στον Κριστιάνο Ρονάλντο. Εμπειρίες που δεν έχουν βιώσει ή δεν πρόκειται να βιώσουν έμπειροι ποδοσφαιριστές, τις έχει δει από κοντά ο στράικερ απ’ το Κιλκίς και είναι σίγουρο πως το μέλλον κρύβει κι άλλες εκπλήξεις.
Πρόσφατα πρόσθεσε ακόμη μία εμπειρία σ’ αυτή τη μακρά λίστα. Ο Νίκος Βέργος έγινε ο ήρωας μίας πόλης. Στο παιχνίδι κόντρα στη Ξάνθη, όταν η μπάλα έκαιγε, όταν παιζόταν μία κατηγορία, πήρε την μπάλα στα χέρια, την έστησε στην άσπρη βούλα και στο 84ο λεπτό κράτησε τον Παναιτωλικό στη Super League Interwetten. Ο Βέργος έγραψε το όνομά του στην ιστορία του Τίτορμου και το Αγρίνιο θα του είναι για πάντα υπόχρεο.
Λίγες μέρες μετά τον θρίαμβο του Παναιτωλικού, στις αρχές καλοκαιριού το SPORT24 συνομίλησε με τον Νίκο Βέργο καταγράφοντας βήμα βήμα την πλούσια του καριέρα του. Φυσικά, η εξιστόρηση δεν γίνεται να μην ξεκινήσει απ’ τη φετινή σεζόν της ομάδας του Αγρινίου. Μετά από μία αγχωτική χρονιά, ο Νίκος ανάσανε, καθώς η ομάδα του πέτυχε τον στόχο της. “Στο τέλος πετύχαμε τον στόχο μας να μείνουμε κατηγορία, στο τελευταίο δεκάλεπτο. Σημασία έχει ό,τι τα καταφέραμε”.
Όταν ένας παίκτης αναλαμβάνει ένα κρίσιμο πέναλτι στο ποδόσφαιρο ή βολές στο μπάσκετ στα τελευταία λεπτά του παιχνιδιού, ενώ ο αγώνας κρέμεται από μία κλωστή πάντα μία ερώτηση κυριαρχεί. Τι σκέψεις περνάνε απ’ το μυαλό του αθλητή εκείνη την ώρα. Η απάντηση, τις περισσότερες φορές, δεν είναι τόσο περίπλοκη.
“Γενικά στο παιχνίδι προσπάθησα να έχω καθαρό μυαλό, να μην σκέφτομαι τίποτα πέρα απ’ το πώς θα βοηθήσω την ομάδα μου για να βάλουμε ένα γκολ. Τη στιγμή που πήρα την μπάλα σκεφτόμουν μόνο πώς θα σκοράρω. Σκέφτεσαι πως είναι ένα πέναλτι που πρέπει να βάλεις. Δεν σκέφτηκα πως αν το χάσω θα πέσουμε, εκείνη την ώρα προσπαθείς να βγάλεις αυτή την πίεση για να είσαι πιο άνετος. Δεν σκεφτόμουν τίποτα, μόνο ότι θα πάρω την μπάλα και θα βάλω γκολ. Ήθελα να είμαι focus στο γκολ” δήλωσε ο Βέργος και η συνέχεια ήταν αναμενόμενη: “Μετά το γκολ τρελάθηκα, ήθελε να πανηγυρίσω σαν τρελός και βγήκαν όλα τα συναισθήματα της χρονιάς”.
Οι ημέρες των μπαράζ ήταν δύσκολες για τον Παναιτωλικό. Η ομάδα του Αγρινίου είχε ηττηθεί στη Ξάνθη και έπρεπε να κάνει την ανατροπή στο σπίτι της. Παρά την στεναχώρια, η πίστη για την παραμονή υπήρχε έως και την τελευταία στιγμή κάτι που εν τέλει αποδείχθηκε στον αγωνιστικό χώρο.
“Ήταν ένα δύσκολο δεκαήμερο, γιατί πρέπει να ανταπεξέλθεις σε μία τέτοια διαδικασία. Πόσο μάλλον όταν πήγαμε στη Ξάνθη, σκοράραμε ένα γκολ στην αρχή, δεν μπορούσαμε να το διαχειριστούμε και μας το γύρισαν. Μετά τη λήξη του αγώνα ήταν δύσκολα τα πράγματα. Είχαμε κατεβασμένα κεφάλια, ο κόσμος μας ρωτούσε τι θα κάνουμε και πώς θα σωθούμε, εν τέλει τα καταφέραμε. Πάντα το πιστεύαμε, όσο και να στεναχωριόμασταν για τα αποτελέσματα. Πιστεύαμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και φάνηκε και στο παιχνίδι που θα το παλέψαμε μέχρι το τέλος”.
Η αγάπη του κόσμου του Παναιτωλικού ήταν δεδομένη. Μ’ ένα γεμάτο γήπεδο η ομάδα του Αγρινίου ίσως να μην έμπαινε σε τέτοιες περιπέτειες, όμως και πάλι όλες αυτές τις ημέρες η στήριξη των οπαδών ήταν έκδηλη, κάτι που περιγράφει και ο Βέργος.
“Θα ήταν πολύ διαφορετικό το παιχνίδι, γιατί έχουμε αρκετό κόσμο και θα μας έδινε ώθηση. Και στα μπαράζ θεωρώ θα ήταν πραγματικά ο 12ο παίκτης. Θα είχαμε τελειώσει πιο νωρίς την υπόθεση σωτηρία. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα, παρόλ’ αυτά τα καταφέραμε. Την προηγούμενη μέρα του αγώνα ήρθαν και μας υποστήριξαν στο ξενοδοχείο, την ημέρα του αγώνα πήγαμε με συνοδεία στο γήπεδο. Πράγμα ωραίο, νιώθεις το ποδόσφαιρο, κάτι που έχουμε καιρό να νιώσουμε. Βλέπεις ότι όταν παίζεις για τόσο κόσμο, πρέπει να δώσεις το κάτι παραπάνω. Δεν το περίμενα να το ζήσω αυτό, είναι κάτι που θα μου μείνει για πάντα”.
Στρατηγός του Παναιτωλικού στη δύσκολη αυτή διαδικασία ήταν ο Τραϊανός Δέλλας. Δεν υπάρχει καλύτερος άνθρωπος να περιγράψει τον πρώην προπονητή της ομάδας του Αγρινίου από έναν ποδοσφαιριστή του: “Ο Δέλλας είναι ένας ήρεμος άνθρωπος. Στις προπονήσεις ήθελε να μας περάσει την νοοτροπία του, παίζαμε περισσότερο με μπάλα. Είναι συζητήσιμος, θα σε διορθώσει όπου χρειάζεται. Γενικά είχαμε μία καλή συνεργασία”. Το κυνήγι του γκολ ήταν η βασική του οδηγία στην ανάπαυλα του παιχνιδιού με τη Ξάνθη: “Είχαμε πει ότι πρέπει να είμαστε συμπαγής όπως στο πρώτο μέρος, να μην τους αφήσουμε να φτάσουν στην περιοχή μας και να κυνηγήσουμε το γκολ, όπως και έγινε. Μετά το τέλος του ματς δεν θυμάμαι πολλά, τι μας είπε, απλά αγκαλιαζόμασταν”.
Η φετινή σεζόν δεν πήγε βάσει σχεδίου, όμως τι πήγε στραβά σύμφωνα με τον Βέργο; “Αρκετά πράγματα δεν πήγαν καλά, κυρίως δεν μπορέσαμε να διαχειριστούμε κάποια θετικά αποτελέσματα που κάναμε και χαλαρώναμε. Πολλές φορές κάναμε καλές νίκες, δεν τις συνοδεύαμε με ένα αποτέλεσμα στη συνέχεια. Ευφησυχάζαμε και δεν κοιτούσαμε τη συνέχεια”.
Στόχος του Παναιτωλικού από εδώ και πέρα πρέπει να είναι τα playoffs, όπως τόνισε ο στράικερ απ’ το Κιλκίς: “Βάλαμε μία βάση. Είναι ένας μεγάλος σύλλογος, υγιής, με ανθρώπους που αγαπάνε την ομάδα, είναι δίπλα μας σε ό,τι χρειαζόμαστε. Για τα ελληνικά δεδομένα σου προσφέρουν τα πάντα απ’ τον πρόεδρο μέχρι τον τελευταίο άνθρωπο. Στόχος αυτού του συλλόγου πρέπει να είναι πιο κοντά στην 6άδα παρά το τέλος της βαθμολογίας”.
Το χάντμπολ και το ταξίδι στη Μασία
Ο Βέργος γεννήθηκε μέσα στον αθλητισμό. Η οικογένειά του αγαπούσε τα σπορ και ο ίδιος πέρα απ’ το ποδόσφαιρο, έπαιζε και χάντμπολ, στο οποίο ήταν μάλιστα πάρα πολύ καλός. Βέβαια, πρώτη επιλογή του αποτελούσε πάντα το ποδόσφαιρο, το οποίο έβλεπε και ως διέξοδο.
“Έπαιζα χάντμπολ από μικρός, παράλληλα με το ποδόσφαιρο μέχρι τα 13. Είχα ξεκινήσει με τον Βασίλη Παμπορίδη, μέχρι και που έφυγα απ’ το Κιλκίς έπαιζα χάντμπολ. Από μικρός αγαπούσα τον αθλητισμό, είχα κολλήσει το “μικρόβιο” απ’ την οικογένειά μου. Ο πατέρας μου έπαιζε ποδόσφαιρο, όπως και τα αδέρφια μου. Δεν μπορούσα να ξεφύγω. Το ποδόσφαιρο το είχα μέσα μου από πάντα, δεν γινόταν να μην το διαλέξω. Θυμάμαι πως από τριών χρονών ήμουν με μία μπάλα στο σπίτι, έσπαγα πράγματα και φώναζε η μαμά μου”.
Το πρώτο μεγάλο ταξίδι για τον Βέργο ήρθε στην ηλικία των 13. Τότε ήταν που η Μπαρτσελόνα εντόπισε το ταλέντο του και του προσέφερε ένα ταξίδι για δοκιμαστικά στη Μασία: “Είχα πάει στα 13 μου για δοκιμαστικά με την Μπαρτσελόνα, πριν πάω στον Ολυμπιακό. Χαίρεσαι όταν ακούς πως σε παρακολουθούν”.
Ο ενθουσιασμός είναι ακόμη μεγαλύτερος, όταν το κλαμπ που αγαπάς σε καλεί για να γίνεις μέρος του: “Έβλεπα την Μπαρτσελόνα μικρός, όπως και όλες τις ελληνικές ομάδες. Όταν πήγα στη Μασία, τρελάθηκα. Βρισκόμουν εκεί για τέσσερις μέρες και μία εβδομάδα. Εκεί καταλαβαίνεις τον τρόπο που λειτουργούν, τα έχουν όλα στην εντέλεια, γυμναστές, φροντιστές, από μικρή ηλικία μέχρι να φτάσουν σε υψηλό επίπεδο. Από πρόσωπα θυμάμαι μόνο τον Σαμπέρ”.
Η πρώτη μεγάλη εμπειρία στο κατάμεστο Ολντ Τράφορντ
Στη συνέχεια ακολούθησε ο Ολυμπιακός και ο Βέργος αναγκάστηκε να κατέβει απ’ το Κιλκίς στην Αθήνα: “Ήμουν ενθουσιασμένος όταν ήρθε η πρόταση και κατέβηκα στην Αθήνα από μία μικρή πόλη, ήμουν έτοιμος να δω πώς δουλεύουν σε μεγάλο επίπεδο. Πάντα έλεγα μικρός ότι ήθελα να φύγω για να παίξω μπάλα. Ο Ολυμπιακός ήταν η ομάδα που με ήθελε πιο πολύ απ’ όλους. Κυριαρχούσε στο ποδόσφαιρο εκείνη την περίοδο. Πλησίασαν την οικογένειά μου με ωραίο τρόπο, είπαν πως είχαν ένα πρότζεκτ για εμένα. Έτσι, οικογενειακώς αποφασίσαμε να κατέβουμε Αθήνα”.
Από μικρή ηλικία έμαθε να λειτουργεί σε επαγγελματικό επίπεδο και εντρύφησε στον πρωταθλητισμό, χαρακτηριστικό γνώρισμα των ερυθρόλευκων: “Ήταν πιο επαγγελματικά στον Ολυμπιακό απ’ ότι είχα μάθει. Πίεση υπήρχε απ’ τις μικρές κατηγορίες, σου έβαζαν το μικρόβιο του πρωταθλητισμού, το πρώτο πράγμα που συνάντησα τότε”. Φυσικά πήρε τη βοήθεια που χρειαζόταν απ’ όλους τους προπονητές του: “Όλοι με βοήθησαν με ξεχωριστό τρόπο, πήρα κάτι απ’ τον καθένα. Είχα αρκετούς προπονητές, απ’ τον Πάβλοβιτς μέχρι τον κύριο Μαρτίνς”.
Σε ηλικία 18 ετών ήρθε και η πρώτη κλήση στην αποστολή της πρώτης ομάδας για το πρωτάθλημα σ’ ένα παιχνίδι στο Ηράκλειο κόντρα στον ΟΦΗ. Η στιγμή εκείνη βρήκε τον Βέργο σε μία σχολική αίθουσα! “Όταν με κάλεσαν στην αποστολή για πρώτη φορά ήμουν στο σχολείο και με πήραν τηλέφωνο να φύγω. Είπα στον πατέρα μου, φεύγω με πήραν αποστολή. Ο πατέρας μου τρελάθηκε, παίζαμε με τον ΟΦΗ”.
Οι επόμενες ημέρες ήταν βγαλμένες από παραμύθι. Ο Βέργος αγωνίστηκε για πρώτη φορά σε κρίσιμο παιχνίδι του Ολυμπιακού στο Όλντ Τράφορντ στη ρεβάνς της φάσης των 16 του Champions League κόντρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μία εμπειρία μαγική που δεν θα ξεχάσει ποτέ στη ζωή του.
“Εκείνη τη στιγμή να παίζεις μπροστά σε 70.000 κόσμο, στο Champions League είναι το όνειρο κάθε παίκτη. Προσπάθησα να το ζήσω όσο περισσότερο μπορούσα, δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Εκείνη την ώρα είσαι αναγκασμένος όμως να τα ξεχάσεις όλα και να μπεις να παίξεις”.
Ο Βέργος ήταν προετοιμασμένος βάσει της εξέλιξης του παιχνιδιού να μπει στον αγωνιστικό χώρο, ποιες όμως ήταν οδηγίες του Μίτσελ: “Το είχα δουλέψει στο μυαλό μου. Όταν είδα το σκορ, είπα πως θα βάλει σέντερ-φορ και ίσως χρειαστεί να μπω να παίξω. Ήμουν έτοιμος πριν μπω. Ήταν κάτι που περίμενα. Ο Μίτσελ μου είπε να μπω μέσα και να βάλω γκολ, δεν θυμάμαι κάτι άλλο. Δεν συνειδητοποιείς τι έχει συμβεί εκείνη την στιγμή, αλλά αργότερα. Βλέπεις πώς κάνει ο κόσμος για εσένα, τι λένε”.
Η συνέχεια στον Ολυμπιακό δεν ήταν η ανάλογη, καθώς υπήρξαν δυσκολίες και οι συμμετοχές ήταν εξαιρετικά λίγες. Ο Βέργος, όμως, δεν ένιωσε αδικημένος, αλλά τόνισε πως δεν ήταν έτοιμος για τους ερυθρόλευκους ακόμη. “Μετά ήρθαν δυσκολίες, είχα τραυματισμούς, έπαιξαν πολλά ρόλο. Μέσα από αυτά μαθαίνεις, είναι εμπειρίες που σε βοηθούν στο μέλλον. Μέσα από αυτό βγαίνεις πιο δυνατός. Δεν θα πω ότι αδικήθηκα, απλά ίσως δεν ήμουν έτοιμος εκείνη την στιγμή γι’ αυτό το πράγμα, όχι αγωνιστικά, αλλά περισσότερο ψυχολογικά”.
Επόμενος σταθμός η Ισπανία και η προπόνηση δίπλα στον Κριστιάνο
Το ταξίδι του Νίκου Βέργου συνεχίστηκε εκτός Ελλάδας, καθώς δόθηκε δανεικός στην Έλτσε ψάχνοντας και ο ίδιος μία ομάδα για να πάρει περισσότερα λεπτά συμμετοχής. Έτσι, από μικρή ηλικία ο επιθετικός απ’ το Κιλκίς γνώρισε από κοντά το ισπανικό πρωτάθλημα, το οποίο θαύμαζε. Οι διαφορές που εντόπισε σε σχέση με την Ελλάδα ήταν τεράστιες.
“Ήταν δική μου απόφαση, ήθελα να πάω κάπου να παίξω. Βρέθηκε η Έλτσε, ήμουν 19 χρονών όταν έφυγα. Ήμουν ενθουσιασμένος γιατί από μικρός μου άρεσε το ισπανικό πρωτάθλημα. Ήθελα να δω πώς είναι εκεί το ποδόσφαιρο, πώς το αντιλαμβάνονται καθημερινά. Είδα τεράστιες διαφορές με την Ελλάδα. Όλο αυτό που είχα στο μυαλό μου πριν πάω, επιβεβαιώθηκε και σε μεγαλύτερο βαθμό”.
Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε είναι δύσκολο για ένα νέο παιδί να φεύγει μόνο του στο εξωτερικό. Το μεγαλύτερο εμπόδιό του; Η διαφορετική κουλτούρα των Ισπανών και φυσικά η γλώσσα: “Είναι δύσκολο για ένα 19χρονο να φεύγει μόνος του στο εξωτερικό. Ειδικά όταν δεν ξέρεις τη γλώσσα, την κουλτούρα, τη νοοτροπία, τη φιλοσοφία στο θέμα του ποδοσφαίρου. Οι πρώτοι έξι μήνες ήταν αναγνωριστικοί. Έπαιζα, αλλά κυρίως μάθαινα έξω από το γήπεδο. Έμαθα και τη γλώσσα, πράγμα σημαντικό, γιατί δεν μπορείς να κάνεις τίποτα αν δεν ξέρεις ισπανικά”.
Η πρώτη του εμπειρία στην Ισπανία, τον βοήθησε να ωριμάσει ταχύτερα και μέσα, αλλά και έξω από το γήπεδο: “Σε ωριμάζει αυτή η κατάσταση, είσαι μόνος και πρέπει να ανταπεξέλθεις σε ό,τι κι αν σου έρθει. Σίγουρα έχουν ανθρώπους, που μπορείς να συμβουλευτείς, αλλά χωρίς τη γλώσσα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Με βοήθησε να ωριμάσω και αγωνιστικά αυτή η κατάσταση. Όπως πρέπει να πάρεις αποφάσεις στη ζωή, πρέπει και μέσα στο παιχνίδι”.
Ο Βέργος αγωνίστηκε στη Segunda Division, ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, με ουσιαστικές διαφορές σε σχέση με την Ελλάδα: “Όλες οι ομάδες έχουν ένα επίπεδο. Αν εξαιρέσεις τις πρώτες πέντε ομάδες στην Ελλάδα που είναι σε πιο υψηλό επίπεδο, οι υπόλοιπες ελληνικές ομάδες δεν έχουν διαφορά με αυτές της Segunda και αρκετές μάλιστα είναι και καλύτερες”.
Παρά το γεγονός ότι ήταν φαν της Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ Μαδρίτης ήταν εκείνη που του έκανε πρόταση. Έτσι, ο Βέργος κατέληξε να αγωνίζεται για τη Ρεάλ Β’ γεμίζοντας ακόμη περισσότερο τη “βαλίτσα” των εμπειριών του: “Όλα έγιναν γρήγορα. Όταν σου έρχεται μία τέτοια πρόταση από Ρεάλ ή Μπαρτσελόνα, δεν λες όχι όπως μου είπε ένας συμπαίκτης μου, ακόμη κι αν δεν ήξερα τι είναι ακριβώς η Ρεάλ Β’. Με ήξεραν αυτοί, επικοινώνησαν με τον μάνατζερ μου και έγινε το deal”.
Η παραμυθένια ζωή του Βέργου συνεχίστηκε και από τις πρώτες του μέρες βρέθηκε να κάνει προπόνηση με μεγάλους αστέρες: “Οι πρώτες μέρες ήταν βγαλμένες από παραμύθι. Όταν πήγα εγώ ήταν η διακοπή των Εθνικών. Επομένως, ανέβηκαν παίκτες στην πρώτη ομάδα και ανέβηκα και εγώ τη δεύτερη μέρα. Από εκεί που ήμουν κομμένος απ’ τον Ολυμπιακό, βρέθηκα να κάνω προπόνηση με τον Κριστιάνο, τον Μπενζεμά, τον Ίσκο και τον Ζιντάν”.
Η επικοινωνία του με τους αστέρες της Ρεάλ ήταν καθημερινή και έτσι είχε την ευκαιρία να συναναστραφεί με παίκτες που οι υπόλοιποι βλέπουμε μονάχα στην τηλεόραση: “Βρισκόμασταν συνέχεια με τους παίκτες της α’ ομάδας, μιλούσαμε λίγο. Ασχολούνται με την β’ ομάδα, είχαμε επικοινωνία με όλους. Τα πράγματα είναι φυσιολογικά, όπως τα φανταζόμαστε σε μία κανονική ομάδα, απλά έχεις τον Ρονάλντο δίπλα σου”.
Φυσικά, ο Βέργος μας εξιστόρησε τη δική του ιστορία με πρωταγωνιστή τον CR7: “Μία μέρα έκανα χαμάμ, σε χώρο αποθεραπείας που είναι ίδιος για την α’ και τη β’ ομάδα. Στο χαμάμ είχα δει ότι είναι κάποιος και κάποιος άλλος μαζί μου, αλλά από τον πολύ καπνό δεν ήξερα ποιος ακριβώς. Καθόμουν απέναντι, κάτι πήγα να του κάνω, αλλά φοβήθηκα μην είναι παιδί των ακαδημιών και κάνω χαζομάρα. Ξαφνικά κάνει διατάσεις και πετάγονται οι κοιλιακοί του. Τότε σκέφτηκα ότι ο πιτσιρικάς δουλεύει πολύ. Τον χαιρέτησα όταν βγήκα, δεν μιλήσαμε. Καθώς έφευγα, ο γυμναστής αποθεραπείας με ρώτησε αν ο Κρις είναι μέσα. Αναρωτήθηκα ποιος Κρις. Μου απάντησε ο Κριστιάνο. Έμεινα τότε, δεν το είχα καταλάβει”.
Στη Ρεάλ Β’ αγωνίστηκε στο πλευρό μεγάλων παικτών, όπως ο Έντεγκαρντ και ο Φέντε Βαλβέρδε, ενώ προπονητής του ήταν ο Σολάρι, ένας άνθρωπος που προσπάθησε να του δείξει το μεγαλείο των μερένγκες: “Ο Σολάρι ήταν ένας αστέρας σαν προσωπικότητα. Προσπαθούσε μέσα απ’ τον τρόπο του να σου περάσει ας πούμε αυτό το μεγαλείο της Ρεάλ”.
Στη Ρεάλ δεν κατάφερε να συνεχίσει έπειτα από μία σεζόν, όμως τι ήταν αυτό που θα άλλαζε, προκειμένου να παραμείνει: “Θα ήμουν πιο εγωιστής. Εκεί χρειάζεται να έχεις προσωπικότητα και να βγαίνεις μπροστά. Αυτό που κατάλαβα ότι πέρα απ’ το αγωνιστικό και την σκληρή δουλειά, είναι πως όλοι αναπτύσσουν το ψυχολογικό και το προσωπικό κομμάτι. Αυτό θα ήταν το κάτι παραπάνω. Να παίζεις δηλαδή και να μην επηρεάζεσαι, να είσαι συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνεις”.
Ο Βέργος κλήθηκε να ξεπεράσει στην Ισπανία ακόμη ένα εμπόδιο, αυτό της εθνικότητας: “Την Ελλάδα την είχαν υποτιμημένη. Μου έλεγαν τι ποδόσφαιρο έχετε στην Ελλάδα. Καταλαβαίνεις ότι μας έχουν υπό. Πρέπει να είσαι δυνατός να μην το καταλάβεις και να συνεχίσεις”.
Τι ήταν αυτό που έμαθε απ’ το ταξίδι του στην Ισπανία; Την νοοτροπία και την κουλτούρα που είναι εντελώς αντίθετη απ’ αυτή της Ελλάδας: “Εκεί ψάχνεις το γκολ, σε ετοιμάζουν γι’ αυτό το πράγμα. Σε θέλουν killer για την πρώτη ομάδα. Είναι η νοοτροπία και η ποδοσφαιρική κουλτούρα που έχουν. Μεγαλώνουν από μικροί, δίνουν βάση σε όλα τα πράγματα που εδώ στην Ελλάδα δεν δίνουμε. Στην προπόνηση, στη διατροφή, στη ψυχολογία. Σε ηλικία 18 ετών εκεί όλα αυτά τα έχεις λυμένα, στην Ελλάδα τα λύνεις αργά στα 26-27 σου. Γι’ αυτό εκεί εκτοξεύονται”.
Πριν την επιστροφή στην Ελλάδα, ο Βέργος ταξίδεψε και στην Ουγγαρία για λογαριασμό της Βάσας. Αγωνίστηκε για λίγα παιχνίδια, όμως φρόντισε ξανά να μάθει κάτι από αυτή την εμπειρία του: “Ήταν λίγο περίεργα στη Βάσας. Πήγα στη μέση της σεζόν γι’ αυτούς, τη 10η αγωνιστική. Προερχόμουν από αποχή, δεν είχα κάνει προετοιμασία. Είχα και ένα πρόβλημα στη μέσα όταν είχα πάει. Αυτοί ήταν ήδη έτοιμοι, εγώ χρειάστηκα ενάμιση μήνα να ενταχθώ στους ρυθμούς τους, αλλά αυτοί είχαν τελειώσει κιόλας.
Ήταν ένα δυνατό μάθημα. Εκεί κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι κάθε χώρα να στηρίζει τους δικούς της. Πήγα στην Ουγγαρία, και μου έλεγαν ότι θα προσαρμοστώ στα δικά τους δεδομένα απ’ όπου και αν έχω έρθει. Όπως είμαστε εμείς θα γίνεις, μου έλεγαν. Αυτό είναι το λάθος που κάνουμε εδώ στην Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ισπανία. Έπρεπε να κάνεις πράγματα που έκαναν αυτοί για να ενταχθείς. Η Ουγγαρία είναι μία χώρα που δεν είναι Ισπανία, δεν είναι σε τοπ επίπεδο, αλλά κάθε χώρα έχει τους δικούς της κανόνες”.
Μεταγραφή απ’ τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό
Το Ιανουάριο του 2018 επέστρεψε στον Ολυμπιακό, όπου αγωνίστηκε για λίγα παιχνίδια χωρίς να καταφέρει να μπει στα σχέδια των ερυθρόλευκων. Έτσι, μία αλλαγή ήταν αναγκαία. Αυτή η αλλαγή, μάλιστα, ήταν αρκετά τολμηρή, καθώς ενώ είχε συμβόλαιο με την ομάδα του Πειραιά, αποφάσισε να πάρει μεταγραφή στον αιώνιο αντίπαλο, τον Παναθηναϊκό.
“Γύρισα στον Ολυμπιακό για έξι μήνες, έπαιξα δύο ματς και στη συνέχεια πήγα στον Παναθηναϊκό. Δεν έχει ξαναγίνει αυτό που έκανα, γιατί είχα συμβόλαιο. Είχαν γίνει συζητήσεις, μου είπαν ότι μπορώ να φύγω για οπουδήποτε. Μίλησα με τον μάνατζερ μου επιλέξαμε να πάμε στον Παναθηναϊκό. Δεν φοβήθηκα, αφού με άφησαν να φύγω δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα, δεν το σκεφτόμουν καν. Από μία μεγάλη ομάδα, πήγα σε άλλη μεγάλη ομάδα. Είναι νορμάλ να έχεις πίεση, αλλά είχα μάθει από αυτό”.
Μία ερώτηση που γεννάται είναι αν βίωσε τις κατακρίσεις των οπαδών, ιδιαίτερα μέσα απ’ τα social media. Κάτι τέτοιο χρειάστηκε όμως να το ξεπεράσει: “Το είχα βιώσει, αλλά προσπάθησα να μην δίνω σημασία για να μην με επηρεάσει. Είναι δύσκολο, αλλά πρέπει να το ξεπεράσεις”.
Ο Βέργος μετακινήθηκε στον Παναθηναϊκό σε μία δύσκολη περίοδο στην ιστορία των “πρασίνων”. Εκείνος το είδε περισσότερο ως ευκαιρία, παρά ως ρίσκο: “Ήταν από τις πιο δύσκολες περιόδους στον Παναθηναϊκό. Το είδα ως ευκαιρία, ότι είναι μία μεγάλη ομάδα που αργά ή γρήγορα θα ξανανέβει και θα ανέβω και εγώ μαζί με την ομάδα”.
Οι πρώτες δυσκολίες δεν άργησαν να φανούν, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης προετοιμασίας: “Συνάντησα κάποιες δυσκολίες που υπάρχουν. Και αγωνιστικές, γιατί πήγα επίσης εκεί χωρίς προετοιμασία, είναι ένα δύσκολο κομμάτι να πηγαίνεις σε μία ομάδα ενώ οι άλλοι έχουν περάσει από ένα στάδιο. Χρειάστηκε χρόνος προσαρμογής, άλλα όπως αποδείχθηκε σε αυτές τις ομάδες δεν τον έχεις αυτόν τον χρόνο. Πρέπει να είσαι έτοιμος ανά πάσα ώρα και στιγμή”
Στον Παναθηναϊκό πέρασε δύσκολες στιγμές, αφού δεν μπόρεσε να βρει χώρο πραγματοποιώντας μόλις οκτώ συμμετοχές. Όμως, είχε ανθρώπους να τον στηρίξουν στις δυσκολίες: “Το πιο σημαντικό πράγμα στις δύσκολες στιγμές είναι να έχεις ανθρώπους που θα σε στηρίξουν, που θα είναι μαζί σου, που όταν δεν πιστεύεις σε σένα αυτοί θα το κάνουν. Αυτό έκανε η οικογένειά μου, οι μάνατζερ μου, ο Τάσος Δανιάς και ο Παναγιώτης Γαλαριώτης, που προσπαθούσαν να με βοηθήσουν σε αυτό το κομμάτι.
Στον Παναθηναϊκό δεν στέριωσε, πέρασε δυσκολίες, αλλά όλη αυτή η κατάσταση τον βοήθησε να πιστέψει περισσότερο στον εαυτό του και να πεισμώσει: “Νομίζω ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές της καριέρας μου, αλλά και η πιο σημαντική. Σε εκείνο το σημείο άλλαξε το μυαλό μου. Κατάλαβα ότι πρέπει να κάνω ένα βήμα παραπάνω, για να πιστέψω περισσότερο στον εαυτό μου και να το πάρω προσωπικά. Με βοήθησε η Ρεάλ σε αυτό το πράγμα. Όταν περνούσα δύσκολα στον Παναθηναϊκό, τότε χρειάστηκαν το εφόδια που πήρα απ’ τη Ρεάλ, ότι πρέπει να είμαι δυνατός και να αντέχω”.
Ο Βέργος δεν θέλει να ρίχνει πουθενά την ευθύνη και τονίζει πως υπεύθυνος για τα πάντα είναι ο ίδιος μας ο εαυτός: “Δεν μου μένει παράπονο, όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Έμαθα κάτι απ’ τη Ρεάλ που με βοηθάει σήμερα και αν δεν το έκανα πολύ πιθανό να μην το ήξερα. Υπεύθυνοι είμαστε εμείς για τον εαυτό μας. Είπα ότι έτσι έγιναν τα πράγματα, πρέπει να τα αποδεχθείς, να μάθεις από αυτά και στην επόμενη ευκαιρία να τα χρησιμοποιήσεις για το συμφέρον σου”.
Η δύσκολη περίοδος του κορονοϊού
Ο Βέργος έψαξε το νέο ξεκίνημα με νέο ταξίδι στην Ισπανία ως δανεικός στην Έρκουλες, ωστόσο τότε ήταν η περίοδος που ο κορονοϊός σάρωσε τα πάντα ανατρέποντας ότι γνωρίζαμε έως τότε: “Η Έρκουλες ήταν μία καινούργια αρχή, σε ένα περιβάλλον που μου αρέσει. Έκανα μία καλή αρχή και ξαφνικά κλείνουν όλα εξαιτίας του κορονοϊού. Ήταν δύσκολο γιατί από εκεί που πήγα να παίξω για να εξάμηνο, ώστε να επιστρέψω στον Παναθηναϊκό, έμεινα κλεισμένος σε μία ξένη χώρα. Τα πράγματα στην Ισπανία ήταν αυστηρά, δύσκολα έβγαινες απ’ το σπίτι και με είχε πιάσει ψυχολογικό. Αν δεν έφευγα θα πάθαινα κατάθλιψη. Ευτυχώς γύρισα μετά από δύο εβδομάδες”.
Η καραντίνα δοκίμασε τον Βέργο ψυχολογικά, όμως οι προηγούμενες εμπειρίες του τον βοήθησαν να διατηρήσει το πείσμα του: “Όταν ήμουν στην Έρκουλες, επειδή είχα γνωρίσει δυσκολίες τα προηγούμενα χρόνια, δεν είπα γιατί σε εμένα, αλλά πάμε για το επόμενο. Το επόμενο βήμα ήταν να γυρίσω στον Παναθηναϊκό, γιατί είχα συμβόλαιο. Δεν κακομοίριασα. Μου βγήκε εν τέλει σε καλό, πήγα στον Παναιτωλικό και στη Super League”.
Ο κορονοϊός επηρέασε τον στράικερ απ’ το Κιλκίς, καθώς η αποχή απ’ τις προπονήσεις φάνηκε στην καλοκαιρινή προετοιμασία στους πράσινους: “Το πρώτο μου μέλημα ήταν να είμαι καλά από θέμα προπόνησης. Όταν κάθεσαι για έξι μήνες χωρίς να κάνεις προπόνηση με ομάδα, αλλά μόνο ατομικό, είναι δύσκολο. Την 1η Ιουλίου γύρισα στις προπονήσεις του Παναθηναϊκού, μετά από δύο μέρες έπαθα θλάση”.
Δεν κάνει πια σχέδια, αλλά θέλει να χαρεί το παιχνίδι
Στον Παναθηναϊκό δεν συνέχισε την καριέρα του, όμως ο Βέργος ήθελε διακαώς να αγωνιστεί στην Ελλάδα, παρά τις προτάσεις από το εξωτερικό: “Ήρθε η πρόταση του Παναιτωλικού στη συνέχεια. Με πήρε τηλέφωνο ο μάνατζερ μου και του είπα ότι θέλω να παίξω στη Super League. Ήθελα να κάνω μία γεμάτη χρονιά, να με μάθει ο κόσμος, να δω το ελληνικό πρωτάθλημα. Είναι ένας σύλλογος οργανωμένος, ο Μάκης Χάβος με ήθελε τότε και τον ευχαριστώ γιατί έβαλε το χεράκι του να πάω στην ομάδα. Το μόνο μέλημά σου εκεί είναι το ποδόσφαιρο. Είχα προτάσεις απ’ το εξωτερικό, αλλά λόγω κορονοϊού δεν ήθελα να φύγω”.
Πλέον στα 25 του έχει βιώσει σχεδόν τα πάντα, όμως θεωρεί τον εαυτό του έναν έμπειρο ποδοσφαιριστή: “Η αλήθεια είναι ότι έχω περάσει πολλά σε μεγέθη όπως η Ρεάλ, ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός. Με έχουν βοηθήσει πολύ. Έμπειρος για την ελληνική πραγματικότητα δεν ήμουν, δεν είχα κάνει πλήρη χρονιά στην Ελλάδα πριν πάω στον Παναιτωλικό. Πλέον, θεωρώ ότι είμαι έμπειρος. Κάθε μέρα μαθαίνεις, αλλά είμαι σε καλύτερο επίπεδο από πέρσι τέτοια εποχή”.
Στόχος για την επόμενη σεζόν είναι η συνεχής βελτίωση, όσο για τα μακροπρόθεσμα πλάνα, θέλει απλώς να χαρεί το παιχνίδι: “Στόχος είναι αρχικά να ξεκουραστώ, να κάνω προπονήσεις ώστε να είμαι όσο το δυνατόν πιο έτοιμος γίνεται. Να είμαι καλύτερος την επόμενη σεζόν απ’ ότι φέτος.
Όσες φορές σκεφτόμουν τι θα γίνει πάντα έπεφτα έξω. Από πέρσι λέω ότι θα το ζω, γιατί κάνουμε το πιο ωραίο επάγγελμα και δεν θέλω καθόλου να σκέφτομαι το μέλλον. Έχω τους ανθρώπους που εμπιστεύομαι να σκέφτονται γι’ αυτό. Εγώ θέλω μόνο να παίζω, μόνο ο Θεός ξέρει τι θα έρθει”.
Η συζήτηση έκλεισε με ένα ακόμη όνειρο, ένα κομμάτι του παζλ που πρέπει να συμπληρωθεί. Αυτό δεν είναι άλλο απ’ την Εθνική Ελλάδας: “Είναι ένα όνειρο η Εθνική Ελλάδας. Έχω περάσει απ’ όλα τα κλιμάκια μέχρι την Εθνική Ελπίδων και αν πάνε όλα καλά και πάνω απ’ όλα είμαι υγιής, θέλω να πιστεύω ότι κάποια στιγμή, εάν είμαι αυτός που θέλω να είμαι και πρέπει να είμαι, θα έρθει και αυτό”.
Πηγή: sport24.gr