Γράφει ο Θάνος Κατσάμπας*
Σε λιγότερο από δύο μήνες συμπληρώνονται έξι χρόνια αφότου η Ελλάδα περιέπεσε στη δίνη των προγραμμάτων στήριξης από την πρώην τρόικα, απλοϊκά γνωστών στο ευρύ κοινό με τον δημοσιογραφικό όρο «μνημόνια». Τρεις άλλες χώρες της Ευρωζώνης που είχαν επίσης υποστεί τις συνέπειες της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος, μπήκαν αργότερα από την Ελλάδα και ήδη έχουν βγει από τη μέγγενη των μνημονίων. Τι ήταν αυτό που κρατάει ακόμη την Ελλάδα σε περίοδο λιτότητας με αμφίβολες προοπτικές για σύντομη επάνοδο σε βιώσιμη ανάπτυξη;
Συνοπτικά, κυρίως τρεις λόγοι:
α. Αγνοια στοιχειωδών αρχών εφαρμοσμένης μακροοικονομικής πολιτικής,
β. Αμάθεια των θεσμικών λειτουργιών των διεθνών οργανισμών, ειδικότερα του ΔΝΤ, και
γ. Απειρία στη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων. Αυτές οι τρεις αδυναμίες των Ελλήνων πολιτικών ηγετών και της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, σε αγαστή συνεργασία με τα εξίσου ανεπαρκή ΜΜΕ, επέτρεψαν (ή, τουλάχιστον, διευκόλυναν) τη δημιουργία πέντε μύθων που άρχισαν να εμφανίζονται στην αρχή του πρώτου προγράμματος στήριξης τον Μάιο του 2010 και πλανώνται ακόμη στην ελληνική κοινωνική γνώμη. Το πολιτικό κόστος, που έχουν επικαλεστεί κατά καιρούς διάφοροι αναλυτές για να εξηγήσουν την αποτυχία των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με την άγνοια μακροοικονομικών ταυτοτήτων που οδηγούσαν συστηματικά στο αδιέξοδο «τα νούμερα δεν βγαίνουν».
Οι πρώτοι τέσσερις μύθοι υπονόμευσαν τη λήψη εγκαίρων και σωστών αποφάσεων που θα είχαν οδηγήσει στην έξοδο της χώρας από την παρατεταμένη ύφεση. Οι τρεις αφορούν το παρελθόν και ο τέταρτος το παρόν. Ο πέμπτος μύθος, που αναφέρεται στην «επόμενη μέρα» μετά την έξοδο από την κρίση, πρέπει να εκλείψει από τη συνείδηση του ελληνικού λαού για να οδηγηθεί η χώρα σε βιώσιμη ανάπτυξη.
Μύθος 1. Τα μνημόνια έφεραν την κρίση.
Αλήθεια 1. Η κρίση έφερε τα μνημόνια. Η κρίση δημιουργήθηκε από τη διακοπή χρηματοδότησης των δημοσίων ελλειμμάτων και αναχρηματοδότησης παλαιών δανείων (γενικότερα, των δανειακών αναγκών του δημόσιου τομέα) από τον ιδιωτικό τομέα την άνοιξη του 2010, και αφού είχε προηγηθεί διπλασιασμός των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων τους προηγούμενους εννέα μήνες. Τα μνημόνια δεν είναι τίποτα άλλο από τις δανειακές συμβάσεις των διεθνών οργανισμών με τις οποίες βοήθησαν τη χώρα να αποφύγει την πτώχευση όταν την είχαν εγκαταλείψει οι ιδιωτικές τράπεζες. Η κυβέρνηση Παπανδρέου μπορεί να
κατηγορηθεί για ολιγωρία σε διάφορα θέματα το 2011, αλλά πρέπει να της αναγνωριστεί η τολμηρή απόφαση να ζητήσει τη βοήθεια του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης πριν χρεοκοπήσει επίσημα η χώρα.
Μύθος 2. Και αν δεχθούμε ότι η κρίση έφερε τα μνημόνια, τα μνημόνια οπωσδήποτε έκαναν τη λιτότητα σκληρότερη από ό,τι θα ήταν χωρίς αυτά.
Αλήθεια 2. Τα μνημόνια ελάφρυναν το εύρος και παρέτειναν τις προθεσμίες της προσαρμογής, δηλαδή η αλήθεια είναι ακριβώς η αντίστροφη από τον μύθο. Τα μνημόνια οπωσδήποτε οδήγησαν σε ύφεση, λόγω της αναπόφευκτης δημοσιονομικής εξυγίανσης, αλλά συνοδεύτηκαν από τεράστια δάνεια που επέτρεψαν στις κυβερνήσεις να παρατείνουν την προσαρμογή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αν η Ελλάδα είχε αφεθεί στην τύχη της το 2010, θα έπρεπε να είχε μειώσει τις δαπάνες της κατά περίπου 33 δισ. ευρώ, που ήταν το έλλειμμα το 2009, μέσα σε λίγους μήνες και να διατηρήσει το έλλειμμα στο μηδέν για τα επόμενα χρόνια! Με τα τεράστια δάνεια που πήρε η χώρα (το ΔΝΤ, λ.χ., έδωσε στην Ελλάδα τα μεγαλύτερο δάνειο στην ιστορία του), η προσαρμογή παρατάθηκε για τουλάχιστον πέντε χρόνια και, κατά συνέπεια, η λιτότητα ήταν ηπιότερη, όχι σκληρότερη, με την παρουσία των μνημονίων.
Μύθος 3. Αμεση λύση του προβλήματος της βιωσιμότητας του χρέους θα συντελέσει στη σταδιακή αναβίωση της οικονομίας.
Αλήθεια 3. Η βιωσιμότητα του χρέους έχει σημασία μετά το έτος 2022. Με τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση ιδιωτικού χρέους στην παγκόσμια ιστορία που έγινε το 2012 (άλλη μία πρωτιά για την Ελλάδα, μετά το μεγαλύτερο δάνειο του ΔΝΤ), το ελληνικό ιδιωτικό χρέος περιήλθε στα χέρια των διεθνών οργανισμών, εκ των οποίων το ΔΝΤ και η ΕΚΤ αδυνατούν να κάνουν αναδιάρθρωση λόγω των αντίστοιχων καταστατικών τους. Η Ευρωζώνη έχει δεχθεί κατ’ αρχήν ελάφρυνση του χρέους (όχι απομείωση), αλλά έχει ταυτόχρονα παράσχει στην Ελλάδα περίοδο χάριτος για το κεφάλαιο και αναβολή πληρωμής των τόκων μέχρι το 2022.
Συνεπώς, κάτω από τις καλύτερες συνθήκες, η ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας δεν πρόκειται να επηρεαστεί από την ελάφρυνση του χρέους πριν από το 2022. Εν τω μεταξύ η Ελλάδα οφείλει να αποπληρώνει τα αρχικά δάνεια του ΔΝΤ και της ΕΚΤ, για τα οποία χρειάζεται περισσότερη χρηματοδότηση κάτω από το υφιστάμενο τρίτο μνημόνιο. Η χρηματοδότηση θα καταστεί εφικτή με την τήρηση των δεσμεύσεων που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος στις 19 Αυγούστου 2015.
Μύθος 4. Η κυβέρνηση μπορεί να αποφασίζει για τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού «εκ προοιμίου», δηλαδή το υπουργικό συμβούλιο είναι σε θέση να προσδιορίζει το έλλειμμα του προϋπολογισμού κατά βούληση.
Αλήθεια 4. Η πραγματικότητα είναι η αντίθετη, δηλαδή οι δαπάνες υπολογίζονται «εξ υπολοίπου». Επί δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις πρώτα προσδιόριζαν τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για λόγους κοινωνικής πολιτικής, κατόπιν εκτιμούσαν τα προσδοκώμενα έσοδα, και η διαφορά εσόδων-δαπανών, που ήταν σχεδόν πάντοτε αρνητική, καθόριζε το έλλειμμα του προϋπολογισμού που καλυπτόταν άκριτα με διεθνή δάνεια – μια ανεύθυνη πολιτική (τι ρόλο έπαιζε το Ελεγκτικό Συνέδριο;) που τελικά οδήγησε στη χρεοκοπία. Αυτή η ακολουθία ανεστράφη τον Μάιο του 2010, όταν, με την ουσιαστική πτώχευση της χώρας, η χρηματοδότηση προσδιορίστηκε από τους διεθνείς οργανισμούς και παρέμεινε δεδομένη στη διάρκεια των προγραμμάτων στήριξης. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες, στην υπάρχουσα χρηματοδότηση από τους διεθνείς εταίρους προστίθενται τα προσδοκώμενα έσοδα και αυτό το ποσό προσδιορίζει το πλαφόν των δαπανών. Εάν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σ’ αυτόν τον ορθό τρόπο υπολογισμού των κρατικών δαπανών και στις δαπάνες που έχει υπόψη της η κυβέρνηση με άλλα κριτήρια, τότε λέγεται ότι «οι αριθμοί δεν βγαίνουν», δηλαδή υπάρχει ένα δημοσιονομικό κενό που πρέπει να καλυφθεί.
Μύθος 5. Μόλις ξεπεραστεί η κρίση, η Ελλάδα θα βρεθεί πάλι στο 2010 αν όχι στο 2004.
Αλήθεια 5. Το 2010 η Ελλάδα είχε χάσει σταδιακά την ανταγωνιστικότητά της και κατά συνέπεια μεγάλα μερίδια των εξαγωγών της. Για να επανέλθει η χώρα σε βιώσιμη ανάπτυξη, πρέπει να βρει ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα βασίζεται σε νέα συγκριτικά πλεονεκτήματα, ειδικά αυτή την περίοδο της παγκοσμιοποίησης. Με εξαίρεση λίγα αγροτικά προϊόντα, το νέο μοντέλο θα πρέπει να βασίζεται σε υπηρεσίες, όπως ιατρικός τουρισμός, πράσινη ενέργεια, βιοτεχνολογία, διοικητική μέριμνα, μεταφορές κ.λπ. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα πρέπει να δημιουργήσει και να τηρήσει σταθερότητα στο φορολογικό σύστημα, στο ασφαλιστικό σύστημα, στο εργασιακό καθεστώς, καθώς επίσης και να εκσυγχρονίσει τη Δικαιοσύνη. Η βελτίωση του θεσμικού καθεστώτος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να προσελκύσει η Ελλάδα ξένες επενδύσεις και να οδηγηθεί η χώρα σε βιώσιμη ανάπτυξη.
* Ο κ. Θάνος Κατσάμπας είναι διδάκτωρ Οικονομικών του Πανεπιστημίου Yale. Μεταξύ 1979 και 2010 ήταν ανώτερο στέλεχος του ΔΝΤ και μεταξύ 2012 και 2015 ήταν αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής και εκπρόσωπος της Ελλάδος στον διεθνή οργανισμό. Παραιτήθηκε από τη θέση του τον Ιούλιο 2015 λόγω διαφωνίας του με τον τότε υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη.
kathimerini.gr