Κυριότερα όσπρια είναι η φακή, τα φασόλια, τα κουκιά, τα μπιζέλια, ο αρακάς, τα ρεβίθια, η σόγια, το λαθούρι, τα λούπινα και η αραχίδα (αράπικο φιστίκι). Αποτελούν σημαντική πηγή πρωτεϊνών και άλλων θρεπτικών συστατικών, τα οποία μπορούν να συμπληρώσουν το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Επιπλέον, λόγω των ιδιοτήτων αζώτου που παράγουν τα όσπρια, η καλλιέργειά τους μειώνει την εξάρτηση από τα συνθετικά λιπάσματα και παράλληλα βελτιώνει τη γονιμότητα του εδάφους.
Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητά τους, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών κήρυξε το 2016 ως το Διεθνές Έτος των Οσπρίων και, από το 2019 η 10η Φεβρουαρίου, ορίστηκε ως Παγκόσμια Ημέρα Οσπρίων.
Τα όσπρια είναι πλούσια σε αζωτούχες ενώσεις, υδατάνθρακες, βιταμίνες Β, ενώ πολλά από αυτά περιέχουν και λιποειδή.
Αποτελούν κατά συνέπεια τροφή μεγάλης θρεπτικής αξίας.
Η πρόσληψη οσπρίων συμβάλλει στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και την πρόληψη και αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών, όπως ο διαβήτης, η στεφανιαία νόσος και ο καρκίνος.
Επίσης, αποτελούν σημαντική πηγή φυτικής πρωτεΐνης για τα ζώα.
Τα όσπρια είναι μία από τις παλαιότερες τροφές του ανθρώπου. Ευρήματα οσπρίων έχουν ανακαλυφθεί στη Μεσόγειο και τη Μεσοποταμία από αρχαιολόγους και ανάγονται στο 5000 π.Χ.