Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών παγκόσμια η παραγωγή ελαιόλαδου έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Συγκεκριμένα, αυξάνεται από 1,7 εκατομμύρια τόνους στην περίοδο 1990/91 καλλιεργειών σε 3,2 εκατομμύρια τόνους το 2019/20, σύμφωνα με τα στοιχεία από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (IOC).
Ωστόσο, αυτή η ανάπτυξη δεν ήταν ομοιόμορφη και η δημοτικότητα του ελαιολάδου έχει μειωθεί.
Για το σκοπό αυτό, η ΔΟΕ ανακοίνωσε ένα ερευνητικό έργο που θα συγκεντρώσει συγκεκριμένες και τοπικά διαθέσιμες πληροφορίες, με τη συμμετοχή δημόσιων και ιδιωτικών φορέων καθώς και καταναλωτών.
«Η μελέτη θα αποτελείται από μια ανασκόπηση όλων των πληροφοριών που έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα σχετικά με την κατανάλωση ελαιόλαδου και λίπους τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και στην ανάλυση δευτερογενών πληροφοριών από δημόσιες και ιδιωτικές πηγές», έγραψε η ΔΟΕ.« Θα πρέπει επίσης να βασίζεται σε μια αντιπροσωπευτική έρευνα που πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια ενός δομημένου ερωτηματολογίου που απευθύνεται σε καταναλωτές των εν λόγω χωρών.»
Εξετάζοντας τους αριθμούς που καταγράφονται κατά τις τελευταίες δεκαετίες, σε χώρες εκτός ΕΕ, παρατηρείται μια σταθερή αύξηση της κατανάλωσης ελαιολάδου, από 14 σε 30% στην συνολική παγκόσμια κατανάλωση.
Τα πιο εμφανή παραδείγματα αυτής της ανάπτυξης είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βραζιλία. Μεταξύ 1990/91 και 2019/20, η κατανάλωση ελαιολάδου στις ΗΠΑ αυξήθηκε από περίπου 88.000 τόνους σε 400.000 τόνους. Κατά την ίδια περίοδο, η κατανάλωση στη Βραζιλία αυξήθηκε από 18.500 τόνους σε 104.000 τόνους.
Εν τω μεταξύ στην Κίνα, για την οποία η ΔΟΕ άρχισε μόλις τη συλλογή δεδομένων το 2008, η κατανάλωση ελαιόλαδου έχει επίσης αυξηθεί από 12.000 τόνους σε 57.500 τόνους από 2019/20.
Από την άλλη πλευρά, η κατανάλωση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου παράγεται περίπου το 70% του παγκόσμιου ελαιολάδου, έχει μειωθεί σημαντικά.
Ενώ η ΕΕ αντιπροσώπευε το 70% της παγκόσμιας κατανάλωσης το 2004/05, το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 50% το 2019/20.
«Όταν η κατανάλωση άρχισε να μειώνεται στην ΕΕ, αυξήθηκε στον υπόλοιπο κόσμο», επισήμανε η ΔΟΕ. «Για το λόγο αυτό, η μελέτη για τη συμπεριφορά των καταναλωτών κρίθηκε απαραίτητο να αναλύσει τις μεταβλητές που εμπλέκονται στην κατανάλωση και να καταλάβουν τι προκάλεσε την πτώση του σε ορισμένες χώρες.»