Η κατανομή των άμεσων ενισχύσεων γίνεται με βάση τα δικαιώματα που δηλώνει ο κάθε γεωργός.
Η διαβούλευση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) 2021-2027 αποτελεί μια πολύ σημαντική ευκαιρία για ένα ευρύ δημόσιο διάλογο, μια ευκαιρία που αξιοποιούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ώστε να μελετήσουμε, να διαγνώσουμε, να συζητήσουμε και να αναδείξουμε όλα εκείνα τα ζητήματα, τα προβλήματα, τις ανάγκες, τις προκλήσεις και τις προοπτικές της Ελληνικής Γεωργίας που θα μας οδηγήσουν στις αντίστοιχες προτάσεις και λύσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο και λαμβάνοντας υπόψη ορισμένα από τα συμπεράσματα και στοιχεία των μελετών που εκπονούμε για την προετοιμασία του Εθνικού Στρατηγικού μας Σχεδίου για την νέα ΚΑΠ, παρακάτω εξετάζουμε το βαθμό αλήθειας για κάποιες από τις “κατεστημένες” απόψεις που επικρατούν και ακούγονται συχνά, και οι οποίες αφορούν στη σχέση της Ελληνικής Γεωργίας με την ΚΑΠ.
Πιο συγκεκριμένα:
- «…οι άμεσες ενισχύσεις πάνε στους λίγους και μεγάλους…»
Η κατανομή των άμεσων ενισχύσεων γίνεται με βάση τα δικαιώματα που δηλώνει ο κάθε γεωργός. Κάθε δικαίωμα αντιστοιχεί σε έκταση ενός εκταρίου (10 στρεμμάτων). Η διαμόρφωση του δικαιώματος με βάση αποκλειστικά την δηλούμενη έκταση, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό της Ε.Ε, δημιουργεί στρεβλώσεις, αφού ευνοούνται οι πολύ μεγάλες εκμεταλλεύσεις, ο αριθμός των οποίων συνεχώς διευρύνεται στα κράτη μέλη της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης.
Η κατοχή των δικαιωμάτων είναι ανισοβαρώς κατανεμημένη μεταξύ των μικρού οικονομικού μεγέθους (με Τυπική Αξία Παραγωγής έως 25.000€) και των μεσαίου και μεγάλου οικονομικού μεγέθους εκμεταλλεύσεων (με Τυπική Αξία Παραγωγής >25.000€). Οι κατηγορίες μεσαίου και άνω οικονομικού μεγέθους, που αντιπροσωπεύουν μόλις το 12% των εκμεταλλεύσεων της χώρας που εισπράττουν άμεσες ενισχύσεις, κατέχουν το 45% περίπου των δικαιωμάτων της χώρας.
Με βάση όμως την αξία των δικαιωμάτων στη χώρα μας, ευνοημένες εμφανίζονται κυρίως οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις οικονομικού μεγέθους μεταξύ 2.000 – 8000€, λόγω του τύπου των καλλιεργειών που συγκεντρώνεται στην συγκεκριμένη κατηγορία οικονομικού μεγέθους και όχι οι μεγάλες εκμεταλλεύσεις.
Επιπλέον, για 500.000 εκμεταλλεύσεις, το 78% περίπου των εκμεταλλεύσεων της χώρας, η οικονομική βιωσιμότητά τους εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό ή και αποκλειστικά, από την ύπαρξη του συστήματος των άμεσων ενισχύσεων της ΚΑΠ.
Ο νέος κανονισμός της ΚΑΠ προβλέπει την υποχρεωτική σύγκλιση της μοναδιαίας αξίας των δικαιωμάτων μέχρι το 2027, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί είτε μέσω της άμεσης κατάργησής τους και την εφαρμογή του Συστήματος της ενιαίας τιμής (flat rate) από το 2021, είτε με την περαιτέρω και εντονότερη βαθμιαία σύγκλιση. Ανεξαρτήτως μοντέλου εφαρμογής είναι δεδομένο ότι το 2027 δεν θα υπάρχουν διαφορές στα μοναδιαία δικαιώματα εντός των αγρονομικών περιφερειών.
- «…οι νέοι γεωργοί αδικούνται από την ΚΑΠ…»
Κατά μέσο όρο οι νέοι γεωργοί εισπράττουν υψηλότερο ποσό αποσυνδεμένης ενίσχυσης από το μέσο όρο του συνόλου των γεωργών, λόγω της συμπληρωματικής ενίσχυσης. Το άθροισμα της βασικής ενίσχυσης, πρασινίσματος και συμπληρωματικής ενίσχυσης διαμορφώνεται κατά μέσο όρο για τους νέους γεωργούς σε 3.028,21€, ενώ για το σύνολο των γεωργών στις 2.591,96€.
- «…οι συνδεδεμένες ενισχύσεις πάνε σε λίγα προϊόντα…»
Οι προαιρετικές συνδεδεμένες ενισχύσεις παρέχονται σε 19 προϊόντα το έτος 2019 και διένειμαν 176,2 εκατ. €, σε περίπου 195 χιλ. εκμεταλλεύσεις, δηλαδή στο 1/3 των εκμεταλλεύσεων που λαμβάνουν άμεσες ενισχύσεις, ενώ σε πέντε προϊόντα, καταβάλλεται το 72% των συνολικών πληρωμών των συνδεδεμένων ενισχύσεων.
Η Ε.Ε. αμφισβητεί έντονα την αποτελεσματικότητα των συνδεδεμένων ενισχύσεων και την συμβολή τους στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας των κλάδων που υπηρετούν.
- «…η ΚΑΠ δεν στηρίζει το εισόδημα των γεωργών στις ορεινές/μειονεκτικές περιοχές…»
Η εξισωτική αποζημίωση που παρέχεται στους γεωργούς που δραστηριοποιούνται στις στις ορεινές περιοχές συμβάλλει στη δημιουργία του Γεωργικού Οικογενειακού Εισοδήματος σε ποσοστό από 6% έως 9%, ενώ στους γεωργούς που δραστηριοποιούνται στις μειονεκτικές περιοχές σε ποσοστό από 5% έως 8%.
- «…τα Προγράμματα Αγροτικής Ανάπτυξης μοιράζουν απλά χρήματα…»
Οι ιδιωτικές επενδύσεις στην πρωτογενή παραγωγή που ενισχύθηκαν μέσω των Προγραμμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) από το 2011 έως και το 2018, ανήλθαν συνολικά σε περίπου 865 εκ. € και έχουν συμβάλει στην αύξηση του οικονομικού μεγέθους των εκμεταλλεύσεων, στη βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας στη γεωργία και εν μέρει στην αλλαγή της παραγωγικής εξειδίκευσης των εκμεταλλεύσεων. Οι επενδύσεις αυτές αντιστοιχούν περίπου στο 6,7% των συνολικών επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν στην πρωτογενή παραγωγή της χώρας την ίδια χρονική περίοδο.
Επίσης, μέσω των ΠΑΑ 2007-2013 και 2014-2020 έχουν μέχρι τώρα πραγματοποιηθεί συνολικές επενδύσεις 280 εκ. € στην μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων. Για την τριετία 2014-2016 οι επενδύσεις αυτές αντιπροσωπεύουν το 18% των συνολικών επενδύσεων στους συγκεκριμένους κλάδους.
Από το 2007 μέχρι σήμερα το ΠΑΑ έχει βοηθήσει μέσω της παροχής του πριμ στην εγκατάσταση 60.000 νέων γεωργών. Παράλληλα ενισχύει περίπου 250.000 εκμεταλλεύσεις στις ορεινές περιοχές, χρηματοδοτεί τις μισές εκτάσεις που ασκείται βιολογική γεωργία και 50 τοπικά προγράμματα Leader, συμβάλλοντας στην διαφοροποίηση της τοπικής οικονομίας και στη δημιουργία απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές, ενώ χρηματοδοτεί μικρά και μεγάλα δημόσια εγγειοβελτιωτικά έργα, καθώς και έργα αγροτικής οδοποιίας.
Αυτοί είναι κάποιοι μόνο από τους μύθους και τις αλήθειες της Ελληνικής Γεωργίας, που αφορούν τη σχέση της με την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Ανεξάρτητα από την όποια υποκειμενική ή αντικειμενική ματιά, το μόνο σίγουρο είναι ότι η ΚΑΠ συνεισφέρει περί τα 20 δις € σε κάθε προγραμματική περίοδο στον πρωτογενή μας τομέα, όσο δηλαδή όλο το υπόλοιπο ΕΣΠΑ στην Ελληνική οικονομία, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στήριξη του εισοδήματος των Ελλήνων γεωργών και κτηνοτρόφων, στη διατήρηση της παραγωγικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα στις ορεινές, νησιωτικές και μειονεκτικές περιοχές της χώρας μας, στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην ενθάρρυνση δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων, στη βιώσιμη ανάπτυξη και στη τόνωση της κοινωνικοοικονομικής συνοχής των αγροτικών μας περιοχών.
Για όλους αυτούς τους λόγους, καλούμε το σύνολο των συντελεστών του αγροδιατροφικού μας συστήματος να συνεισφέρουν στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο που καταρτίζουμε, καταθέτοντας γόνιμες και δημιουργικές προτάσεις, οι οποίες θα υπηρετήσουν ένα νέο, περισσότερο φιλόδοξο, πράσινο, ψηφιακό και δίκαιο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο για την Ελληνική Γεωργία.
Κώστας Μπαγινέτας
in.gr