Με βάση τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν σε 30 χώρες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 84% της παγκόσμιας παραγωγής το 2019, η παγκόσμια παραγωγή οίνου το 2020 (μη συμπεριλαμβανομένου του μούστου και του χυμού) εκτιμάται μεταξύ 253,9 και 262,2 εκ. εκατόλιτρων (mhl), με το μέσο όρο να ανέρχεται στα 258 εκ. εκατόλιτρα, ήτοι περίπου στα επίπεδα του προηγούμενου έτους (+1% σε σύγκριση με το 2019).
Μετά την εξαιρετικά υψηλή παραγωγή του 2018, οι πρώτες εκτιμήσεις για το 2020 δείχνουν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά έναν όγκο παραγωγής κάτω του μέσου όρου, γεγονός που δεν αποτελεί απαραιτήτως 'κακή είδηση' για τον αμπελοοινικό τομέα, δεδομένου του τρέχοντος πλαισίου όπου οι γεωπολιτικές εντάσεις, η κλιματική αλλαγή και η πανδημία covid-19 δημιουργούν υψηλό βαθμό αστάθειας και αβεβαιότητας στην παγκόσμια αγορά οίνου.
Η συγκομιδή στο Βόρειο Ημισφαίριο δεν επηρεάστηκε έντονα από τα μέτρα περιορισμού για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19, καθώς πραγματοποιείται μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου, σε αντίθεση με την καλλιέργεια αμπέλου την άνοιξη (Απρίλιος έως Ιούλιος) που συνέπεσε με την απαγόρευση κυκλοφορίας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), οι καλές καιρικές συνθήκες ευνόησαν μια δυνητικά μεγάλη συγκομιδή το 2020, με τον όγκο παραγωγής να εκτιμάται στα 159,0 εκ. εκατόλιτρα, που αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 5% σε σχέση με το 2019. Ωστόσο, οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις για την παραγωγή οίνου στις χώρες της ΕΕ δείχνουν μια πολύ πιο ετερογενή κατάσταση σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Εξετάζοντας τα στοιχεία από τις τρεις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής, σε σχέση με το 2019, καταγράφεται πτώση -1% στην Ιταλία (47,2 mhl), ελαφρά αύξηση 4% στη Γαλλία (43,9 mhl) και μεγάλη αύξηση άνω του 11% στην Ισπανία (37,5 mhl).
Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι και οι τρεις χώρες, οι οποίες από κοινού αντιπροσωπεύουν το 49% της παγκόσμιας παραγωγής οίνου και το 81% της παραγωγής οίνου στην ΕΕ, εμφανίζουν προκαταρκτικά επίπεδα παραγωγής για το 2020 που είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας. Θετική εξέλιξη σε σχέση με το 2019 καταγράφεται επίσης σε άλλες μεγάλες αμπελουργικές χώρες της ΕΕ όπως η Γερμανία (8,9 mhl, +8% σε σχέση με το 2019), η Ουγγαρία (2,9 mhl, +22%) και η Αυστρία (2,7 mhl, +10%). Οι χώρες αυτές δείχνουν επίπεδα παραγωγής που είναι σύμφωνα ή ακόμα και πάνω από τους μέσους όρους της τελευταίας πενταετίας. Από την πλευρά της, η Πορτογαλία, με 6,5 mhl το 2020, ευθυγραμμίζεται με την παραγωγή του 2019 και με τον πενταετή μέσο όρο της, ενώ χώρες όπως η Ρουμανία (3,6 mhl) και η Ελλάδα (2 mhl) παρουσιάζουν αρνητική διακύμανση, τόσο σε σχέση με το 2019 (-7% και -2% αντίστοιχα), όσο και προς τους πενταετείς μέσους όρους τους (-12% και -17% αντίστοιχα).
Στο Βόρειο Ημισφαίριο εκτός ΕΕ, η παραγωγή κρασιού το 2020 είναι αυξημένη σε χώρες όπως η Ρωσία (4,7 mhl, +2%) και η Ουκρανία (1,0 mhl, +1%), ενώ η Γεωργία και η Μολδαβία, λόγω της ξηρασίας, έχουν σημειώσει συρρίκνωση στην παραγωγή με 1,7 mhl (-3%) και 1,2 mhl (-18%) αντίστοιχα. Ο όγκος παραγωγής οίνου στην Ελβετία το 2020 (0,9 mhl) αναμένεται να είναι χαμηλότερος όχι μόνο από το προηγούμενο έτος κατά 10%, αλλά και κατά 8% από τον μέσο όρο που παρατηρήθηκε την τελευταία πενταετία. Στις ΗΠΑ, η προκαταρκτική εκτίμηση του Υπουργείου Γεωργίας για την παραγωγή κρασιού είναι στα 24,7 mhl (+1% σε σχέση με το 2019). Ωστόσο, το νούμερο αυτό θα μπορούσε να αναθεωρηθεί σημαντικά όταν θα είναι διαθέσιμες περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες των πυρκαγιών στη Νάπα και τη Σόνα, καθώς, οι επιπλοκές από την πυρκαγιά και τον καπνό μπορεί να αποτρέψουν την οινοποίηση μέρους των σταφυλιών.
Όσον αφορά την Κίνα, δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη συγκομιδή σταφυλιών αυτή τη στιγμή του έτους.
Στο Νότιο Ημισφαίριο, όπου οι συγκομιδές έληξαν το πρώτο τρίμηνο του 2020, τα προκαταρκτικά στοιχεία για την παραγωγή κρασιού τείνουν να είναι πιο ακριβή και αξιόπιστα. Όσον αφορά τους όγκους, παρατηρείται σημαντική μείωση της παραγωγής οίνου μεταξύ των μεγάλων χωρών παραγωγής, με μερικές εξαιρέσεις. Η εκτίμηση παραγωγής για το 2020 ανέρχεται στα 49 mhl, καταγράφοντας δηλαδή μείωση κατά 8% σε σχέση με το 2019, η οποία οφείλεται μάλλον στις δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες και όχι τόσο στις συνέπειες της πανδημίας.
Η Νότιος Αμερική είναι η περιοχή στο Νότιο Ημισφαίριο που σημειώνει εντονότερη πτώση σε σχέση με το επίπεδο παραγωγής του 2019. Στην Αργεντινή, η παραγωγή οίνου μειώνεται σημαντικά κατά 17% (10,8 mhl) λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που προκλήθηκαν από τον El Ni?o. Η Χιλή, με 10,3 mhl, σημειώνει πτώση 13% σε σχέση με το 2019, κυρίως λόγω της ξηρασίας. Και οι δύο χώρες δείχνουν επίπεδα παραγωγής που είναι πολύ κάτω από τον πενταετή μέσο όρο τους (-13% και -10% αντίστοιχα). Η Βραζιλία, με εκτιμώμενο όγκο παραγωγής 2,2 mhl, βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, αλλά κατά 15% χαμηλότερα από τον πενταετή μέσο όρο. Στη Νότιο Αφρική, όπου η ξηρασία επηρέασε σημαντικά τις συγκομιδές το 2018 και το 2019, η παραγωγή οίνου το 2020 επέστρεψε στα φυσιολογικά της επίπεδα και εκτιμάται στα 10,4 mhl.
Στην Ωκεανία, η Αυστραλία σημειώνει σημαντική μείωση του όγκου παραγωγής οίνου το 2020, στα 10,6 mhl (-11% σε σύγκριση με το 2019 και -16% σε σχέση με τον πενταετή μέσο όρο), εξέλιξη που εξηγείται από την ξηρασία και τις πυρκαγιές που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της συγκομιδής. Στη Νέα Ζηλανδία, η παραγωγή κρασιού παρουσιάζει αντίθετη τάση σε σχέση με την Αυστραλία και για τέταρτη συνεχή χρονιά παράγει περισσότερα από 3 mhl (3,3 mhl), καταγράφοντας αύξηση 11% σε σχέση με το 2019 και 15% σε σύγκριση με τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη συνέντευξη τύπου , η παγκόσμια κατανάλωση οίνου εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9% σύμφωνα με τις προβλέψεις της εταιρείας IWSR. Ωστόσο, όπως επεσήμανε ο Επικεφαλής του Τμήματος Στατιστικής του OIV κ. Giorgio Delgrosso, η μείωση αυτή μπορεί να φθάσει έως και 15%, καθώς πολλοί παραγωγοί αναμένουν πτώση των πωλήσεών τους από 15-25%. Σε κάθε περίπτωση, η πραγματοποίηση προβλέψεων αυτή τη στιγμή είναι δύσκολη, καθώς εξαρτάται από το εάν οι περιορισμοί λόγω της πανδημίας θα συνεχιστούν ή αυστηροποιηθούν.
Όσον αφορά το διεθνές εμπόριο οίνου, η πανδημία Covid-19 φαίνεται να επηρέασε σημαντικά τις εξαγωγές οίνων, οι οποίες μειώθηκαν τόσο σε αξία όσο και σε όγκο. Η Νότιος Αφρική, το Ην. Βασίλειο και η Γαλλία είναι οι χώρες, των οποίων οι εξαγωγές φαίνεται να επλήγησαν περισσότερο, τόσο σε αξία όσο και σε ποσότητα. Ειδικά σε ό,τι αφορά τη Γαλλία, οι εξαγωγές της χώρας υπέφεραν σημαντικά και από τους δασμούς που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ. Σημαντική μείωση σε αξία σημείωσαν και οι εξαγωγές της Γερμανίας (-15%), της Χιλής (-9%) και των ΗΠΑ (-8%). Αντίθετα, σημαντικότατες αυξήσεις σε όγκο κατέγραψαν οι εξαγωγές της Αργεντινής (+52%), της Ουγγαρίας (+42%) και της Ολλανδίας (+15%).
Όσον αφορά τις εισαγωγές οίνων, οι σημαντικότερες μειώσεις καταγράφηκαν στην Κίνα, τόσο σε αξία (-31%) όσο και σε ποσότητα (-32%), λόγω της έκταση και αυστηρότητας των περιορισμών που επέφερε η πανδημία στη χώρα. Αξιοσημείωτες μειώσεις καταγράφηκαν και στις εισαγωγές της Ρωσίας και του Βελγίου, ενώ αντίθετα μεγάλη αύξηση σε όγκο παρουσίασαν οι εισαγωγές της Τσεχίας (+23%). Αύξηση καταγράφηκε και στις εισαγωγές της Σουηδίας, η οποία οφείλεται κυρίως στην πιο χαλαρή εφαρμογή περιοριστικών μέτρων για την ανακοπή εξάπλωσης του κορωνοϊού.
Συνολικά, σύμφωνα με τον Γεν. Δ/ντή του Οργανισμού, η πανδημία Covid-19 οδήγησε σε περαιτέρω επιδείνωση των ήδη πολύ δύσκολων συνθηκών που επικρατούσαν στο διεθνές εμπόριο, ενώ οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής οδηγούν ολοένα και πιο συχνά σε ακραία φαινόμενα που επηρεάζουν την παγκόσμια παραγωγή οίνου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα, επιδεικνύοντας μεγαλύτερη ευελιξία και αξιοποιώντας τα ψηφιακά εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους.