Πώς Ζουν Οι Έλληνες Στην Πανδημία
Τι αισθάνονται οι Έλληνες μετά από ένα μήνα στην απομόνωση; Πώς έχει επηρεάσει η πανδημία την εμπιστοσύνη μας στους θεσμούς; Πόσοι “μένουμε σπίτι” και τι κάνουμε εκεί; Μια νέα έρευνα της διαΝΕΟσις αποτυπώνει τη ζωή, τις ανησυχίες και τις προσδοκίες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης κρίσης της εποχής μας.
Το Δεκέμβριο του 2019, η διαΝΕΟσις σε συνεργασία με την εταιρεία Marc διεξήγαγε την παραδοσιακή σχεδόν-ετήσια έρευνά της “Τι Πιστεύουν Οι Έλληνες”. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτύπωναν γλαφυρά τις βασικές αντιλήψεις και απόψεις του πληθυσμού στα τέλη μιας επεισοδιακής δεκαετίας. Όταν δημοσιεύτηκαν, όμως, ο κόσμος μας είχε ήδη αρχίσει να αλλάζει δραματικά. Ήταν Κυριακή, 8 Μαρτίου. Από τότε τίποτε στις ζωές μας δεν έχει μείνει ίδιο.
Σήμερα οι Έλληνες πλησιάζουμε τις 50 ημέρες κλεισμένοι στα σπίτια μας. Η οικονομική δραστηριότητα έχει περιοριστεί δραματικά, ζωές έχουν ανατραπεί, προγράμματα έχουν ακυρωθεί, μόλις περάσαμε το πιο περίεργο Πάσχα της ζωής μας και οι δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας -και στις τσέπες μας- έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται. Αλλά παράλληλα, μένοντας σπίτι καταφέραμε να σώσουμε το σύστημα υγείας μας από την κατάρρευση, να σώσουμε τις ζωές ανυπολόγιστου αριθμού συμπολιτών μας και να αποφύγουμε μια πρωτοφανή τραγωδία, όπως αυτές που συμβαίνουν σε υπερβολικά πολλές χώρες του πλανήτη, ακόμα και στη γειτονιά μας.
Τι συμβαίνει όμως σήμερα στα σπίτια των Ελλήνων; Πώς ζούμε, όλοι μαζί αλλά στο νοικοκυριό του ο καθένας, μετά από περισσότερο από ένα μήνα έγκλειστοι; Πώς μοιάζει η εμπειρία μας, πόσο βγαίνουμε, πώς δουλεύουμε, πόσοι δουλεύουμε και τι προσδοκούμε από την εξέλιξη του φαινομένου στο μέλλον; Και πώς έχουν αλλάξει τα συναισθήματά μας αυτούς τους τελευταίους, πρωτόγνωρους μήνες;
Για να βρει απαντήσεις, η διαΝΕΟσις συνεργάστηκε με τη Metron Analysis για τη διεξαγωγή μιας τηλεφωνικής έρευνας με πανελλαδικό δείγμα 1.250 ατόμων. Η έρευνα, που διεξήχθη από τις 8 έως τις 15 Απριλίου του 2020, περιλαμβάνει 22 ερωτήσεις που χαρτογραφούν τον τρόπο που ζούμε και το τι σκεφτόμαστε σε αυτή τη χρονική περίοδο της κρίσης. Στα αποτελέσματα, που μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά εδώ, δεν θα βρείτε απαντήσεις για την αξιολόγηση της κυβέρνησης, ή για το ποιον προτιμούν οι Έλληνες για πρωθυπουργό -υπάρχουν άλλες έρευνες που παρακολουθούν τέτοια πράγματα. Θα βρείτε, όμως, πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία (όπως το πόσοι δηλώνουν ότι ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ή πόσοι βγαίνουν από το σπίτι κάθε μέρα -και γιατί) και μερικές εκπλήξεις. Όπως, για παράδειγμα, το ότι ο λαός μας σήμερα είναι πιο αισιόδοξος και υπερήφανος από οποτεδήποτε τα τελευταία δύσκολα χρόνια.
Τα πλήρη αποτελέσματα, όπως είπαμε, θα τα βρείτε σε αυτό το PDF, ενώ υπάρχουν διαθέσιμα και σε πίνακες .xls, καθώς και ως ανοιχτά δεδομένα σε .sav. Μπορείτε, επίσης, να διαβάσετε την ανάλυση του διευθυντή της Metron Analysis Στράτου Φαναρά που αποτυπώνει τα βασικά συμπεράσματα εδώ. Με τον κ. Φαναρά και εκλεκτούς καλεσμένους, δε, θα συζητήσουμε τα αποτελέσματα της έρευνας στις 17:00 το απόγευμα της Δευτέρας, 27 Απριλίου, εδώ.
Παρακάτω θα δούμε συνοπτικά τα κυριότερα αποτελέσματα και τα βασικά συμπεράσματα.
1.
Η εταιρεία ερευνών Metron Analysis τα τελευταία οκτώ χρόνια συμπεριλαμβάνει σταθερά, κάθε μήνα, μία ερώτηση στις έρευνές της: “κατά τη γνώμη σας η χώρα μας αυτή την περίοδο κινείται προς τη σωστή ή τη λάθος κατεύθυνση”; Όπως μπορείτε να φανταστείτε, στα τελευταία οκτώ χρόνια, με ελάχιστες εξαιρέσεις (τον Φεβρουάριο του 2015, το φθινόπωρο του 2019) η πλειοψηφία των ερωτηθέντων πιστεύει σταθερά ότι τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά. Από ό,τι αποδεικνύεται στην έρευνα που δημοσιεύει σήμερα η διαΝΕΟσις, όμως, η οποία περιλαμβάνει και πάλι αυτή την ερώτηση, οι Έλληνες δεν έχουν υπάρξει ποτέ τόσο αισιόδοξοι και σίγουροι για το μέλλον, όσο σήμερα.
Σήμερα το 85,7% των Ελλήνων πιστεύουν ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς την σωστή κατεύθυνση. Πρόκειται για ένα ανεπανάληπτο ποσοστό.
Είναι μια ενδεικτική ερώτηση του τι πιστεύουν οι πολίτες για τη γενική κατάσταση της χώρας και, σήμερα, αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη κρίση της γενιάς μας, όλες οι δημογραφικές ομάδες των Ελλήνων, όλες οι ηλικίες, όλες οι επαγγελματικές ομάδες, όλα τα μορφωτικά επίπεδα, όλα τα εισοδηματικά επίπεδα, οι κοινωνικές τάξεις, οι γεωγραφικές προελεύσεις και οι κομματικές προτιμήσεις συμφωνούν, για πρώτη φορά σε τέτοια ένταση, ότι τα πράγματα πάνε καλά.
Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από τη σημαντική ερώτηση για τα συναισθήματα. Κάναμε την ίδια ερώτηση και πριν από πέντε μήνες, στο “Τι Πιστεύουν οι Έλληνες”: “ποια συναίσθήματα σας διακατέχουν πιο έντονα σήμερα ως Έλληνα/Ελληνίδα”; Η μεταβολή στα αποτελέσματα μέσα σε αυτό το σύντομο διάστημα είναι εντυπωσιακή.
Μέσα σε πέντε μήνες, και αφού μεσολάβησε η κρίση στον Έβρο και, βέβαια, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, το κυριάρχο συναίσθημα άλλαξε και από την ανασφάλεια περάσαμε στην αισιοδοξία.
Όταν ζητήσαμε να μας πουν τα δύο κυριότερα αισθήματά τους αυτή τη στιγμή, 40% των ερωτηθέντων ανάφεραν την “αισιοδοξία” (από 30% πέντε μήνες πριν) ενώ 31% επέλεξαν την ανασφάλεια (από 38% τον Δεκέμβριο). Σήμερα πενταπλάσιοι από τότε δηλώνουν ότι νιώθουν σιγουριά, υπερδιπλάσιοι ότι νιώθουν αυτοπεποίθηση. Σχεδόν οι μισοί δηλώνουν το θυμό. Μόνο το ένα τρίτο δηλώνουν σήμερα την απογοήτευση.
Αυτή η εικόνα επιβεβαιώνεται και από τις απαντήσεις στις ερωτήσεις για την εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Είναι μια ερώτηση που κάναμε και στο “Τι Πιστεύουν οι Έλληνες” του 2018 και, πλέον, η εικόνα και εδώ σε πολλές από τις απαντήσεις είναι πολύ διαφορετική. Όλοι οι πολιτειακοί θεσμοί απολαμβάνουν σημαντικά μεγαλύτερης εμπιστοσύνης σήμερα από ό,τι 27 μήνες πριν: ο θεσμός του Πρωθυπουργού (+14%), του Πρόεδρου της Δημοκρατίας (+12%, ενώ μεσολάβησε εκλογή νέας Προέδρου), του Δημάρχου (+8,6%), του Περιφερειάρχη (+12%) αλλά και της Κυβέρνησης (+13%). Η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση βρίσκεται στο 65% -έχει ενδιαφέρον το ότι σε αντίστοιχες έρευνες στη Γαλλία, ας πούμε, το αντίστοιχο νούμερο είναι στο 44%, ενώ στην Ιταλία μόλις στο 32%.
Οι πολίτες εμπιστεύονται ακόμα πολύ περισσότερο το κράτος πρόνοιας (+16%) αλλά και τα ΜΜΕ (τηλεόραση +13%, ραδιόφωνο +8%, εφημερίδες +5%). Όσον αφορά τα ΜΜΕ, παρεμπιπτόντως, οι περισσότεροι πολίτες δηλώνουν ότι ενημερώνονται για την πανδημία από την τηλεόραση και από το ίντερνετ, ενώ αρκετοί (τρίτη επιλογή στην πρώτη αναφορά) δηλώνουν ότι ενημερώνονται και από τον προσωπικό τους ιατρό.
Ο μόνος θεσμός που έχει χάσει ένα μεγάλο ποσοστό από το 2018 είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση: μόνο το 27,3% δηλώνουν ότι την εμπιστεύονται σήμερα, από 42,1% δυο χρόνια πριν.
Αυτή τη φορά, δε, προσθέσαμε και μια άλλη κατηγορία: τους “επιστήμονες/τεχνοκράτες”. Ενδέχεται κάποιοι να παρατηρήσουν πως, ενώ το 85% των Ελλήνων δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τους επιστήμονες/τεχνοκράτες (υπολείπονται μόνο των ενόπλων δυνάμεων και της οικογένειας) μόνο ένα 55% δηλώνουν ότι εμπιστεύονται την εκκλησία. Το αποτέλεσμα αυτής της (ομολογουμένως αδόκιμης) σύγκρισης δεν είναι ιδιαίτερα αναπάντεχο. Στο World Values Survey του 2017 (που εκπόνησε η διαΝΕΟσις σε συνεργασία με το ΕΚΚΕ) υπήρχε η ερώτηση “Συμφωνείτε ή διαφωνείτε: όποτε επιστήμη και θρησκεία συγκρούονται, η θρησκεία έχει πάντα δίκιο”. Τότε, μόνο το 21% των Ελλήνων συμφωνούσαν -το 66% διαφωνούσαν. Μολονότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό Ελλήνων δηλώνουν θρησκευόμενοι και πως εκκλησιάζονται συχνά, η εμπιστοσύνη στην επιστήμη και στους ειδικούς φαίνεται ότι παραμένει, ταυτόχρονα, μεγάλη.
2.
Ως τώρα είδαμε, λοιπόν, ότι οι Έλληνες δηλώνουν αισιόδοξοι, γεμάτοι αυτοπεποίθηση και με ανανεωμένη εμπιστοσύνη στους θεσμούς του κράτους αλλά και στους ειδικούς, όσους δηλαδή έχουν αναλάβει κυρίως την αντιμετώπιση της κρίσης. Πώς όμως βιώνουν οι ίδιοι την κρίση; Πόσο φοβούνται, πόσο νιώθουν ότι κινδυνεύουν; Και τι κάνουν στο σπίτι όλη μέρα;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, ένας στους δέκα Έλληνες (10,9%) δηλώνουν ότι περνούν την περίοδο της καραντίνας μόνοι. Το ποσοστό είναι μεγαλύτερο στους ηλικιωμένους: το 19,3% των ηλικίας 65+ ζουν μόνοι τους αυτό το διάστημα.
Και οι Έλληνες έχουν άγχος. Στην κλίμακα 1-10 η μέση τιμή είναι 5,5, αλλά το 37,7% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι είναι πολύ αγχωμένοι (7 και άνω).
Ποια είναι τα αίτια του άγχους;
Το 62% των ερωτηθέντων δηλώνουν πως υπάρχουν κοντινοί τους άνθρωποι οι οποίοι, κατά τη γνώμη τους, κινδυνεύουν από τον κορωνοϊό. Ωστόσο μόνο ένας στους τέσσερις (23,7%) φοβούνται -πολύ ή αρκετά- ότι κινδυνεύουν οι ίδιοι. Το 33% των ηλικίας άνω των 65 ανησυχούν γι’ αυτό το λόγο, αλλά μόνο το 1,6% των νέων ηλικίας 17-24 και το 11% των ηλικίας 25-39 ανησυχούν.
Το 46% του γενικού πληθυσμού, δε, πιστεύουν ότι κινδυνεύουν λίγο ή καθόλου.
Ένας στους πέντε, μάλιστα (21,3%) νόμισαν κάποια στιγμή ότι έχουν μολυνθεί από τον ιό, ένα ποσοστό περίπου χίλιες φορές μεγαλύτερο από τα επιβεβαιωμένα κρούσματα στη χώρα.
Βεβαίως, τα μέτρα και μεγάλο μέρος της κουβέντας γίνονται για την προστασία των κοινωνικών ομάδων που κινδυνεύουν περισσότερο από το νέο κορωνοϊό. Πόσοι ανήκουν στις “ευάλωτες ομάδες”, όμως; Σύμφωνα με την έρευνα, το 22,1% των Ελλήνων δηλώνουν ότι ανήκουν σε κάποια “ευάλωτη ομάδα”, δηλαδή θεωρούν τον εαυτό τους ηλικιωμένο ή είναι άτομα σε ανοσοκαταστολή ή με αναπνευστικά προβλήματα. Είναι ενδιαφέρον το ότι τo 45,2% των ερωτηθέντων ηλικίας 65+ δεν θεωρούν ότι ανήκουν σε κάποια ευάλωτη ομάδα.
Κατά πόσο, όμως, όντως “μένουμε σπίτι”; Ζητήσαμε από τους ερωτηθέντες να μας πουν αν τις τελευταίες 24 ώρες έχουν βγει από το σπίτι τους και, αν ναι, πού πήγαν. Όπως φαίνεται, δύο στους τρεις Έλληνες (63,6%) είχαν, πράγματι, βγει. Από αυτούς, το 61% δηλώνουν πως βγήκαν για ψώνια ή στο φαρμακείο, ένας στους τρεις (37,6%) για σωματική άσκηση ή βόλτα με το κατοικίδιο (το “6”, δηλαδή) και ένας στους τέσσερις (24,2%) για να πάνε στη δουλειά. Όπως είναι προφανές, πολλοί βγήκαν για περισσότερους από έναν λόγους.
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι, ενώ τρεις στους τέσσερις άνδρες δήλωσαν ότι βγήκαν από το σπίτι τις τελευταίες 24 ώρες, μόνο οι μισές γυναίκες δήλωσαν το ίδιο. Άλλες ομάδες που βγαίνουν λιγότερο από το μέσο όρο είναι, όπως θα ανάμενε κανείς, όσοι ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες και οι ηλικίας άνω των 65+. Και στις δύο περιπτώσεις, βγαίνουν περίπου οι μισοί.
Και τι κάνουμε όσο μένουμε στο σπίτι; Οι δραστηριότητες που οι Έλληνες δηλώνουν ότι κάνουν περισσότερο σήμερα σε σχέση με 3-4 μήνες πριν είναι, λίγο-πολύ, οι αναμενόμενες: αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στην οικογένειά τους (64,4%), βλέπουν τηλεόραση/ταινίες (56,8%), κάνουν τις δουλειές του σπιτιού (52,8%) και χρησιμοποιούν τα social media και το ίντερνετ (47,1%). Ένας στους τρεις (36,6%) δηλώνουν ότι εργάζονται λιγότερο για τη δουλειά τους από ό,τι πριν ενώ -κι εδώ βρίσκεται ίσως μια μικρή έκπληξη- αυτοί που δηλώνουν πως γυμνάζονται λιγότερο από ό,τι πριν τα περιοριστικά μέτρα (30,6%) είναι περισσότεροι από αυτούς που δηλώνουν ότι γυμνάζονται περισσότερο (24%).
3.
Όπως είδαμε, ένας στους τέσσερις Έλληνες δηλώνουν ότι το προηγούμενο 24ωρο βγήκαν από το σπίτι για να πάνε στη δουλειά. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την ερώτηση που κάναμε στους εργαζόμενους του δείγματος, για να διαπιστώσουμε την εργασιακή τους κατάσταση.
Από ό,τι φαίνεται, περίπου η μισή οικονομική δραστηριότητα στη χώρα έχει παύσει: από αυτούς που εργάζονται στην Ελλάδα, ένας στους τέσσερις (25,4%) εργάζεται κανονικά, άλλος ένας στους τέσσερις (26,2%) με τηλεργασία και οι υπόλοιποι είτε εργάζονται με μειωμένο ωράριο είτε βρίσκονται σε κάποια μορφή άδειας ή αναστολής και δεν εργάζονται καθόλου.
Οπότε, πολύ φυσιολογικά, το 41% δηλώνουν ότι τα εισοδήματά τους έχουν μειωθεί μετά την έναρξη των μέτρων.
Εξάλλου, από όσους δηλώνουν άνεργοι στην έρευνα το 11,4% δηλώνουν πως έχασαν τη δουλειά τους μετά την 1η Μαρτίου 2020. Δεν είναι μικρός αριθμός. Αν αυτό το ποσοστό είναι ακριβές, και με δεδομένα τα επίσημα στοιχεία για την μέχρι πρότινος ανεργία στη χώρα, στον τελευταίο μήνα ενδέχεται να προστέθηκαν έως και 100.000 νέοι άνεργοι.
Όπως είναι αναμενόμενο, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η κρίση θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική τους κατάσταση (57,9%) αλλά ακόμα περισσότερο στην οικονομία (84,3%). Επιπλέον, θεωρούν ότι θα έχει αρνητικές μακροχρόνιες επιπτώσεις στον “τρόπο εργασίας”, τη “σωματική υγεία”, την “εκπαίδευση” και, βέβαια, σε πολύ υψηλά ποσοστά στην “ψυχική υγεία”(63%).
Πάντως, η μεγάλη πλειοψηφία (75,3%) πιστεύει ότι μακροπρόθεσμα η πανδημία θα επηρεάσει θετικά την εμπιστοσύνη στο σύστημα υγείας, και επίσης και την αλληλεγγύη (66,8%), την εμπιστοσύνη στο κράτος (57,2%), τις οικογενειακές σχέσεις (52,3%) και, ίσως παραδόξως, την εμπιστοσύνη στην ιδιωτική πρωτοβουλία (44,2%) μολονότι το κύριο βάρος της αντιμετώπισης της κρίσης ως τώρα το έχουν αναλάβει παγκοσμίως τα κράτη και όχι ο ιδιωτικός τομέας.
Και τι περιμένουν οι Έλληνες για το μέλλον;
Ένα πολύ υψηλό 67,9% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι θα επανέλθουμε “σε κάποια φυσιολογική κανονικότητα” μέχρι τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Σχεδόν το 40% του συνόλου, μάλιστα, πιστεύουν ότι θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα “το επόμενο δίμηνο”.
Παρεμπιπτόντως, ένας στους τέσσερις Έλληνες (24,1%) δηλώνουν θα επέστρεφαν στην κανονικότητα και τις συνήθεις καθημερινές τους δραστηριότητες σήμερα, αν δεν υπήρχαν μέτρα. Στον αντίποδα, άλλος ένας στους τέσσερις (24,5%) δηλώνουν ότι θα επέστρεφαν μόνο όταν βρεθεί εμβόλιο για τον SARS-Cov-2.
Καθώς διανύουμε τον δεύτερο μήνα των μέτρων, πια, και έχει αρχίσει η συζήτηση για τον μετριασμό τους, και καθώς οι συζητήσεις για την επόμενη μέρα (όποτε κι αν έρθει αυτή) έχουν επίσης ξεκινήσει (και εδώ), τι συμπέρασμα μπορεί να βγει από αυτές, τις πρώτες αντιδράσεις των Ελλήνων στις πρωτόγνωρες συνθήκες ζωής που κλήθηκαν να διαχειριστούν;
“Η πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα αλλάζουν ριζικά τον τρόπο ζωής έστω και συγκυριακά”, γράφει ο Στράτος Φαναράς της Metron Analysis. “Η αλλαγή αυτή γίνεται συντεταγμένα, χωρίς κοινωνικό πανικό και φόβο”. Μέσα από αυτή την αλλαγή αναδεικνύονται ενδείξεις και άλλων, πιο πολύπλοκων αλλαγών σε θέματα όπως η εμπιστοσύνη απέναντι στους θεσμούς, ο τρόπος που διαχειριζόμαστε αναπάντεχες προκλήσεις, η προσαρμοστικότητα δομών, επιχειρήσεων και μεμονωμένα του καθενός μας, τα ψυχικά αποθέματα και οι αντοχές μας. Κάποιες από αυτές τις αλλαγές είναι καλά κατανοητές -όπως, για παράδειγμα, το θέμα της εμπιστοσύνης. “Για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες που έρχονται”, συνεχίζει ο κ. Φαναράς, “είναι ανάγκη να μετατρέψουμε τη διαχειριστική εμπιστοσύνη σε θεσμική εμπιστοσύνη”. Οι επιπτώσεις στα υπόλοιπα είναι δυσκολότερο να προβλεφθούν.
Πάρτε για παράδειγμα ένα άλλο εύρημα της έρευνας: 85% των Ελλήνων δηλώνουν πως έχουν να κάνουν χειραψία με άτομο εκτός του νοικοκυριού τους εδώ και πάνω από ένα μήνα. Οι περισσότεροι από εμάς έχουν να αγγίξουν άλλον άνθρωπο για ένα τόσο μεγάλο διάστημα. Τι θα σημαίνει αυτό το γεγονός; Πρόκειται για συνθήκες εντελώς πρωτόγνωρες για τις ζωές των περισσότερων Ελλήνων -και, πράγματι, των περισσότερων ανθρώπων στη Γη. Τις αναπόφευκτες βαθύτερες συνέπειές τους είναι αδύνατο να τις προβλέψουμε από τώρα. Το φαινόμενο, άλλωστε, είναι ακόμη στην αρχή.