Κυριακή, 24η Νοεμβρίου 2024  5:54 πμ
Τετάρτη, 16 Δεκεμβρίου 2015 18:10

Η οδύσσεια του Μπουμάλ και ο Παναιτωλικός- Τι λένε Νταλακούρας και Μπελεβώνης

Αν βρίσκετε το άρθρο ενδιαφέρον κοινοποιήστε το

O Oλιβιέ Μπουμάλ κάνει ένα σπουδαίο πρωτάθλημα φέτος, έχει ξεχωρίσει στην Superleague με τον Πανιώνιο και έχει μπει στο μεταγραφικό στόχαστρο πολλών ομάδων. Για τους Αγρινιώτες είναι κάτι περισσότερο από γνώριμος. Αγωνίστηκε για τον Παναιτωλικό, καλλιέργησε πολλές προσδοκίες  στις οποίες δεν ανταποκρίθηκε και έφυγε από την ομάδα. Με τίτλο “Η οδύσσεια του Μπουμάλ” το sport24.gr κάνει ένα αφιέρωμα στον Καμερουνέζο με αναφορές στην πορεία του Αγρίνιο. Μιλάει ο Γιάννης Νταλακούρας που πίστεψε σε αυτόν και ο Μάκης Μπελεβώνης που αποκαλύπτει τους λόγους της αποχώρησης.  Αναλυτικά το αφιέρωμα: 

Από την Ντουάλα του Καμερούν, στο Παρίσι, από εκεί στο Αλμπαθέτε, το Αγρίνιο, το Πλοέστι, τη Λιβαδειά, τα Ψαχνά και τη Νέα Σμύρνη, όπου έμελλε να βρει ο Olivier Boumal ό,τι χρειαζόταν, για να πιστέψουν και άλλοι σε εκείνον. Γιατί ο ίδιος δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει στον εαυτό του.

Tην πρώτη φορά που ήλθε στην Ελλάδα, ήταν 20 χρόνων. Ένα άβγαλτο παιδί που είχε μόνο τα όνειρα του. Παρεμπιπτόντως, τα μοιραζόταν με όσους ήταν κοντά του. Δεν ήταν ωστόσο, πολλοί εκείνοι που είχαν πιστέψει ευθύς εξ αρχής πως ο Olivier Boumal (χωρίς “e” στο τέλος του επιθέτου του όπως μας τόνισε και ο μάνατζέρ του) όντως θα κατάφερνε να κάνει καριέρα ποδοσφαιριστή και να φτάσει ψηλά. Γιατί; Ελάτε μαζί μας στην ιστορία της ζωής του Καμερουνέζου επιθετικού που θα λέγατε ότι είναι το “καυτό” όνομα της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, με τους Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και ΠΑΟΚ να έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους. Τι κάνει ο Πανιώνιος για όλα αυτά; Μια στιγμή. Ένα, ένα. Ξεκινάμε;

H Saint-Étienne “έκοψε” τον Pastore και “έκλεισε” τον Boumal

Η Duala είναι η μεγαλύτερη πόλη και η οικονομική πρωτεύουσα του Cameroon και μπροστά στο δικό της κυκλοφοριακό πρόβλημα, αυτό της Αθήνας -τις ώρες αιχμής- είναι ως μη γενόμενο. Αν τώρα, λέμε εμείς πως δεν έχουμε δρόμους, πραγματικά δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να ειπωθεί από τα χείλη των κατοίκων της πόλης που διαθέτει και το μεγαλύτερο λιμάνι, μαζί με το μεγαλύτερο αεροδρόμιο του έθνους. Οι ληστείες και οι κλοπές είναι σύνηθες φαινόμενο, γεγονός λογικό, αν σκεφτείτε πως η συντριπτική πλειοψηφία των (2.446.945) κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Εκεί λοιπόν, γεννήθηκε (17/9/1989) ο Olivier Boumal και εκεί έζησε έως τα 6, οπότε μετακόμισε με τη μητέρα του και τα αδέλφια του σε προάστιο του Παρισιού. Όπου επίσης, τα πράγματα δεν ήταν πολύ άνετα -καθότι τύγχανε μέλος προσφυγικής οικογένειας, με εξόχως περιορισμένους πόρους. Στα θετικά ήταν ότι είχε βρει έναν τρόπο να ξεδίνει και να ξεχνιέται: το ποδόσφαιρο. Στα ακόμα θετικότερα, ήταν το γεγονός ότι είχε και ταλέντο.

Η πρώτη ομάδα στην οποία εντάχθηκε -η πρώτη φορά που έπαιξε οργανωμένο ποδόσφαιρο- ήταν ως παιδί, στην George Fominyen FC του Cameroon. Μετά τη μετανάστευση, τη μετοίκιση στην πόλη Orly (κοινότητα στα νότια του Παρισιού και για την ακρίβεια 12.7 χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο της πρωτεύουσας), εντάχθηκε στην CFF Paris (Centre de Formation de Football de Paris) που το 1985 έγινε η πρώτη ερασιτεχνική ομάδα, η οποία παρείχε τη δυνατότητα κατάρτισης επί του ποδοσφαίρου (υποδομές) στη χώρα και προετοίμαζε τους νέους της περιοχής για το επόμενο επίπεδο. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας ήταν ένα από τα 24 αγόρια που είχαν επιλεγεί από την “τάξη” του (1989). Ήταν 16 χρόνων και έπαιζε με την U18.

Το 2006, στα 17 δέχθηκε μια πρόσκληση για δοκιμή από την AS Saint-Étienne. Στα ίδια trials μετείχαν και άλλοι. Ένας ήταν ο Javier Pastore. Ναι, ο κύριος που μπορείτε να βρείτε στο ρόστερ της Paris Saint-Germain την τελευταία τετραετία ή εναλλακτικά στην εθνική Αργεντινής. Με το τέλος της διαδικασίας, ο Boumal ενημερώθηκε πως είχε επιλεγεί και ο Pastore πως είχε “κοπεί” -εξ ου και επέστρεψε στην Talleres της Córdoba, όπου έμεινε έως το 2008. Αλλά ας επιστρέψουμε στο θέμα μας.

 

Στις 30/6 του 2009 ολοκληρώθηκε η συνεργασία που είχε με τη γαλλική ομάδα και κλήθηκε να βρει τι να κάνει με τη ζωή και την καριέρα του. Στην AS Saint-Étienne είχε παίξει μαζί με τον Στάθη Ταυλαρίδη, αλλά ήταν πολύ ατομιστής λόγω της καλής τεχνικής του κατάρτισης κάτι που δεν άρεσε στους προπονητές. Στην πρώτη ομάδα τον έβαλε ο Laurent Rouchent, ο οποίος τώρα βρίσκεται στην Créteil, αλλά έφυγε νωρίς και ο επόμενος εισηγήθηκε να μείνει ελεύθερος. Δεν είχε πολλές προτάσεις. Βρήκε ωστόσο, μία που τον ενδιέφερε: από την ισπανική Albacete Balompie, με την οποία έκανε ένα προσύμφωνο, αλλά δεν υπέγραψε ποτέ. Είχε πάει πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2009 στην Αίγυπτο.

Όταν έκανε δοκιμαστικό εκεί, μερικές φορές κοιμόταν στο αμάξι ενός φίλου του που τον πήγε στην ομάδα, διότι δεν είχαν λεφτά για ξενοδοχείο. Αρχικά, έπρεπε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα -την πόλη, τη ζωή σε μια ξένη χώρα στην πρώτη φορά που δεν είχε κάποιον από την οικογένεια του μαζί. Εντέλει, έμεινε μόνο έως τον Γενάρη του 2010 στην Albacete -πόλη της Castile La Mancha-, γιατί μεσολάβησε κάτι. Η γνωριμία του με έναν Έλληνα εκπρόσωπο παικτών.

Μιλά με ευφράδεια τη γαλλική γλώσσα και κάνει δουλειές με τη Γαλλία, έχει συνεργάτη στη χώρα και μέσω αυτού μαθαίνει για ικανούς παίκτες που για τον έναν ή τον άλλο λόγο, δεν κάνουν το “ξέσπασμα”. Ένας εξ αυτών ήταν ο Boumal. Μόλις έμαθε για την περίπτωση του, ξεκίνησε την προσπάθεια του να τον φέρει στην Ελλάδα. Τον πρότεινε σε διάφορες ομάδες, με τον Παναιτωλικό να είναι αυτή που δέχθηκε να τον υποβάλει στη διαδικασία της δοκιμής.

“Από την πρώτη στιγμή μου είχε πει πως θα καταφέρει να κάνει καριέρα ψηλά. Ήταν κάτι που πίστευε πάντα”

Ο τότε προπονητής των Αγρινιωτών, Γιάννης Νταλακούρας ήταν εκείνος που επέμεινε να του δοθεί μια ευκαιρία, αυτός που τον πίστεψε από την πρώτη στιγμή. Τον καλέσαμε να θυμηθεί εκείνον τον Γενάρη. Μας ενημέρωσε ότι “από τις πρώτες προπονήσεις έκρινα πως αυτό το παιδί έπρεπε να μείνει. Ήταν πολύ νέος και έδειχνε να διαθέτει αρκετές δυνατότητες που θα τον βοηθούσαν να παίξει ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο“. Η σχέση τους ξεπέρασε πολύ γρήγορα την τυπική που έχει ένας προπονητής με έναν παίκτη “γιατί ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι για να λειτουργήσει ήθελε να αισθανθεί ζεστασιά. Δεν ήταν εύκολο να είναι μακριά από το σπίτι του, σε μια πόλη της περιφέρειας όπου δεν μπορούσε καν να συνεννοηθεί για τα απλά πράγματα, όπως προσπαθούσε να πείσει πως αξίζει μια ευκαιρία. Είχαμε εξαιρετική επαφή, κάναμε αναρίθμητες συζητήσεις. Όχι μόνο για το ποδόσφαιρο, αλλά και για τη ζωή. Για τις ιδιαιτερότητες που αντιμετώπιζε και δεν εννοώ μόνο την προσαρμογή“.

Έψαχνε μια πατρική φιγούρα και ο Νταλακούρας του την παρείχε. “Το γεγονός ότι μεγάλωσε χωρίς πατέρα τον έκανε άντρα, από νωρίς. Τον ωρίμασε πολύ. Ήξερε πως έπρεπε να πάρει πάνω του όχι μόνο τη ζωή του, αλλά και αυτή της οικογένειας του. Αυτό ήταν σίγουρα, το εξτρά κίνητρο που είχε για να τα καταφέρει. Αλλά δεν μπορώ να παραβλέψω τη διάθεση και την όρεξη που έδειχνε καθημερινά, ως προς το να δουλεύει όσο πιο σκληρά μπορούσε, για να γίνεται καλύτερος και να φτάσει ψηλά. Αυτό ήταν κάτι που μου είχε πει από τις πρώτες συναντήσεις μας: πως θα κατάφερνε να κάνει καριέρα και να φτάσει ψηλά. Ήταν κάτι πίστευε ακράδαντα“. Αν κάτι ίσχυε από τότε και δεν άλλαξε με το πέρας των χρόνων ήταν πως “είναι και παραμένει καλό και απλό παιδί. Θυμάμαι το μόνο πράγμα που μας είχε ζητήσει ήταν ένα στερεοφωνικό, γιατί του άρεσε πολύ η μουσική και ήθελε να ακούει στο σπίτι του, αυτά που του άρεσαν. Ειλικρινά σας λέω πως αξίζει ό,τι ζει τώρα και εύχομαι τα πράγματα να πάνε ακόμα καλύτερα“.

Το στοιχείο που είχε από τότε και στην πορεία έγινε το κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικό του, είναι το θράσος του. Με την καλή την έννοια. Ήταν και παραμένει από τους τύπους που μπορεί να χάσουν πέναλτι και ενώ τους βρίζει όλο το γήπεδο, να παίρνει την μπάλα στην επόμενη φάση και να περνά πέντε. Γενικά, δεν νιώθει. Και δεν μένει σε ό,τι έχει γίνει. Επικεντρώνεται σε αυτά που έρχονται.

 

Μιλήσαμε και με τον Μάκη Μπελεβώνη, διευθύνοντα σύμβουλο στην ΠΑΕ Παναιτωλικός, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μας τα εξής: “Πολύ σύντομα, καταλήξαμε στο ότι θα του δίναμε συμβόλαιο” θυμάται  , στην τηλεφωνική μας συνομιλία “ήταν τριετές και ξεκινούσε από τις 15/1 του 2010. Οι προπονήσεις που έκανε δεν κράτησαν ούτε εβδομάδα. Δεν χρειαστήκαμε πολύ χρόνο για να διαπιστώσουμε πως είχε την ταχύτητα και την τεχνική, ενώ ήταν και σε νεαρή ηλικία και ως εκ τούτου είχε πολλά περιθώρια εξέλιξης. Στην ουσία δεν ήταν ρίσκο -οικονομικό ή άλλο. Τη σεζόν 2009-10 παίζαμε στη Β’ Εθνική και ειλικρινά δεν υπήρχε λόγος να μην τον υπογράψουμε. Στην πρώτη -μισή- σεζόν, μετείχε σε 10 ματς και ήταν αξιοπρεπής, στη δεύτερη αγωνιστική περίοδο (2010-11) ήταν ένας εξ αυτών που βοήθησαν την ομάδα να προκριθεί στη Super League (έπαιξε σε 24 αγώνες και σκόραρε 3 φορές, ενώ έδωσε και μια ασίστ) και συνέχισε να εξελίσσεται, μαζί και να δημιουργεί εντυπώσεις στο πρώτο μισό της περιόδου 2011-12. Μετά, τον… πήρε από κάτω -όπως όλους μας- το γεγονός ότι η ομάδα “έπεφτε”. Πριν ωστόσο, φτάσουμε εκεί, ήταν φανταστικός. Μεσούσης της περιόδου του κάναμε μια συζήτηση, για να επεκτείνουμε το συμβόλαιο. Μας είπε πως θα ήθελε να περιμένει. Ε, μετά υποβιβαστήκαμε και δεν είχαμε τη δυνατότητα να τον κρατήσουμε, από τη στιγμή που ήθελε περισσότερα και ήταν λογικό”.

Οι πρώτοι μήνες στο Αγρίνιο ήταν δύσκολοι “υπό την έννοια ότι εκείνος μιλούσε μόνο γαλλικά και υπήρχε πρόβλημα στην επικοινωνία, σε ό,τι αφορούσε την καθημερινότητα. Δεν πρέπει να ξεχνάτε ότι ήταν μόλις 20 χρόνων και πολύ μακριά από το σπίτι του, σε μια επαρχιακή ομάδα που έκανε μεν, ό,τι καλύτερο μπορούσε, αλλά ακόμα δεν ήταν καλά οργανωμένη στο να στηρίξει μια τέτοια κατάσταση. Αυτό που ωστόσο, έχω να πω για τον Olivier είναι πως δεν δημιούργησε ποτέ το παραμικρό πρόβλημα. Ήταν πάντα χαμογελαστός και έτοιμος για δουλειά”. Συνολικά, με τον Παναιτωλικό έδωσε 51 παιχνίδια, σκόραρε 3 φορές και έδωσε μια ασίστ. Και μετά κίνησε για αλλού. Και όχι, δεν εννοούμε την FC Astra Giurgiu, που αναφέρεται στο βιογραφικό του, για τη σεζόν 2012-13.

Έφυγε νύχτα από την Καβάλα -κυριολεκτικά

Το καλοκαίρι του 2012 εξελίχθηκε σε ενδιαφέρον, καθώς υπήρχαν ομάδες που ήθελαν να τον κάνουν δικό τους, εντός και εκτός συνόρων. Η αλήθεια είναι ότι και ενόσω φορούσε τη φανέλα του Παναιτωλικού, είχαν προκύψει κάποιοι που ήθελαν να τον κάνουν δικό τους. Για παράδειγμα, η ΑΕΚ του Τόνι Σαβέφσκι και η βελγική Genk. Αλλά έμεινε εκεί που ήταν, γιατί οι απαιτήσεις του συλλόγου ήταν περισσότερες από τα χρήματα που ήθελαν να δώσουν οι ομάδες -για παίκτη του επιπέδου και των παραστάσεων του. Όταν λοιπόν, έμεινε ελεύθερος βρέθηκε με μια εξαιρετική πρόταση από την Καβάλα. Ομάδα που είχε τα θέματα της.

Το καλοκαίρι του 2011 είχε τιμωρηθεί από την Πειθαρχική Επιτροπή της Super League με υποβιβασμό, για τις κατηγορίες για δωροδοκία και στοιχηματισμό σε στημένα παιχνίδια. Άσκησε έφεση, για να ακυρωθεί η πτώση και να “χρεωθεί” αφαίρεση οκτώ βαθμών. Τελικά, ούτε αυτό συνέβη γιατί η Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού δεν χορήγησε πιστοποιητικό συμμετοχής στο πρώτο τη τάξει πρωτάθλημα “διότι δεν επήλθε καμία ουσιαστική μεταβολή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, ύστερα από την τιμωρία του Χρυσόστομου Ψωμιάδη από την Αθλητική Δικαιοσύνη“.

Στο σκεπτικό της απόφασης αναφερόταν μεταξύ άλλων, ότι “από τα στοιχεία του φακέλου, αλλά και από τα όσα έχουν περιέλθει σε γνώση της Επιτροπής προκύπτει χωρίς κανένα περιθώριο αμφιβολίας ότι ο Χρυσόστομος Ψωμιάδης είναι ο ουσιαστικός ιδιοκτήτης και εν τοις πράγμασι κάτοχος της πλειοψηφίας τουλάχιστον των μετοχών της ΠΑΕ ΝΕΑ ΚΑΒΑΛΑ τη διοίκηση της οποίας και ασκεί”. Κάπως έτσι, είχε βρεθεί στη σεζόν 2011-12 στη Δ’ Εθνική… και την επόμενη (2012-13) στην Β’.

Το καλοκαίρι λοιπόν, του 2012 ο Boumal είχε πρόταση από την Καβάλα και μάλιστα, για ένα πολύ καλό ποσό, που αφορούσε και μια εξαιρετική προκαταβολή. Ο παίκτης είχε ταξιδέψει για την πόλη, όπου επρόκειτο να εμφανιστεί ο εκπρόσωπος του την επομένη -λόγω κοινωνικής υποχρέωσης. Το βράδυ που μεσολάβησε, ο Καμερουνέζος μεσοεπιθετικός είχε ήδη μπει σε πτήση για τη Ρουμανία. Βλέπετε, του είχε τηλεφωνήσει ξένος ατζέντης, για να τον ενημερώσει πως είχε εγγυημένο συμβόλαιο από την FC Astra Giurgiu και το μόνο που έλειπε ήταν η υπογραφή του. Πήγε λοιπόν, να τη βάλει και άφησε “ξεκρέμαστη” την Καβάλα. Κυριολεκτικά, εν τω μεταξύ, έφυγε βράδυ.

Όταν έφτασε στο Ploiești της Ρουμανίας, βρήκε τα πράγματα όπως του τα είχαν περιγράψει. Δυο εβδομάδες αργότερα, όλα είχαν αλλάξει. Βλέπετε, η ομάδα του είχε φέρει μια νίκη και μια ισοπαλία στις δυο πρώτες αγωνιστικές, η διοίκηση έδιωξε τον προπονητή που τον είχε επιλέξει, ο νέος -όπως του είπε- δεν τον ήξερε, τον έβαλε στον πάγκο και δεν τον σήκωσε ποτέ. Έως τις 10/12 του 2012 είχε δυο συμμετοχές στην ενδεκάδα και επτά φορές δεν ήταν καν στην ομάδα. Τότε εμφανίστηκε ως από μηχανής Θεός ο Λεβαδειακός. Ή κάπως έτσι… Σημείωση: είχε ήδη βρει τη γυναίκα της ζωής του (στη Γαλλία) και είχαν αποκτήσει ένα αγόρι -και κάπως έτσι έγινε η επιτομή του οικογενειάρχη.

“Ήταν ατυχής η συγκυρία στη Λιβαδειά, κακό το timing”

Ο τότε διευθυντής του ποδοσφαιρικού τμήματος, Γιώργος Καζναφέρης με τον οποίον επίσης μιλήσαμε, μας είπε πως “θυμάμαι ήταν οι τελευταίες ημέρες της μεταγραφικής περιόδου, όταν ήλθε στην πόλη για δοκιμή. Ο γενικός αρχηγός της ομάδας, Δημήτρης Φαράντος είχε εισηγηθεί την περίπτωση του, την είχε χαρακτηρίσει ως ενδιαφέρουσα, ενώ όλοι είχαμε παρακολουθήσει τι είχε κάνει με τον Παναιτωλικό“.  Κάπως έτσι, στις 30/1 του 2013 υπέγραψε συμβόλαιο και τέθηκε υπό τις οδηγίες του Γιώργου Παράσχου. Στο δεύτερο μισό της σεζόν, ήταν στην ομάδα 8 φορές (καμία στην αρχική ενδεκάδα) και έπαιξε 3 φορές ως αλλαγή. Γιατί; “Ήταν ατυχής η συγκυρία. Κατ’ αρχάς, η ομάδα ήταν η ίδια για δεύτερη σεζόν, είχε τον ίδιο προπονητή και όλα είχαν μπει σε έναν ρυθμό. Έπειτα, είχε στη θέση του δυο πολύ καλούς παίκτες, τους Noe Acosta και Mauro Poy. Συν την αποχή του για έξι μήνες που δεν έπαιζε στη Ρουμανία, η κατάσταση του δεν ήταν ιδιαίτερα απλή και σίγουρα δυσκόλεψε την προσαρμογή του. Οφείλω βέβαια, να πω ότι ήταν πάντα χαμογελαστός και δεν παραπονέθηκε πολύ. Δούλευε για να γίνει καλύτερος, αλλά ήταν κακό το timing. Κατάφερε ωστόσο, να βρει το δρόμο του και είμαι χαρούμενος για εκείνον. Είναι κάτι πολύ σημαντικό“.

Οι πληροφορίες μας αναφέρουν και ότι ο Παράσχος δεν τον εμπιστευόταν, γιατί όπως του είχε πει εφόσον δεν ήταν καλός στην άμυνα, δεν είχε θέση στην ομάδα. Μεταξύ τους αναπτύχθηκε μια όχι και τόσο καλή σχέση, με χαρακτηριστική τη δήλωση του νυν τεχνικού στον Πλατανιά, έπειτα από το ματς με τον Πανιώνιο στις 7 του Νοέμβρη. Στη συνέντευξη Τύπου, είπε πως “αυτή η εξέλιξη του Boumal μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση. Πέρασε από Παναιτωλικό και Λεβαδειακό κι άφησε μέτριες εντυπώσεις. Η μεταμόρφωσή του άρχισε από τα Ψαχνά. Μακάρι να συνεχίσει έτσι, ίσως είναι η μεγαλύτερη δύναμη του Πανιωνίου“. Ο Καμερουνέζος μεσοεπιθετικός είχε δώσει την ασίστ, στο γκολ του Ansarifard, με το οποίο διαμορφώθηκε το τελικό 2-1 στη Νέα Σμύρνη.

Δέκα θα παίζουν άμυνα και εσύ θα κάνεις ό,τι θέλεις

Το καλοκαίρι του 2014 έμεινε για μία ακόμη φορά ελεύθερος και… στην εκπνοή της προθεσμίας τον Δεκέμβριο, βρήκε δουλειά στον Ηρακλή Ψαχνών -ομάδα της Football League. Εκεί θα συναντούσε έναν άνθρωπο που θα του έδινε… τα κλειδιά. Όχι μόνο θα τον άφηνε ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει, αλλά θα τον στήριζε αγωνιστικά και ψυχολογικά. Ο Θωμάς Γράφας δεν του είπε πολλά. Μόνο ένα πράγμα: “Οι δέκα θα παίζουμε άμυνα, για να σου δίνουμε την μπάλα και να την κάνεις ό,τι θέλεις“. Όπου “ό,τι θέλεις” ήταν 10 γκολ και 6 ασίστ, σε 23 παιχνίδια. Μάλιστα, η ομάδα θα έφτανε πολύ κοντά στην άνοδο στη Super League. Δυο αγωνιστικές πριν την ολοκλήρωση των playoffs, τα Ψαχνά προηγούνταν 0-1 στην Κέρκυρα, με γκολ του ανθρώπου μας και μολονότι ακολούθησε αποβολή παίκτη της γηπεδούχου ομάδος, οι νησιώτες κατάφεραν να ανατρέψουν το εις βάρος τους σκορ και να προκριθούν εκείνοι στην ελίτ των εθνικών μας πρωταθλημάτων.

Φτάσαμε κάπως έτσι, σε ένα ακόμα καλοκαίρι που δεν είχε συμβόλαιο και έπρεπε να βρει τον προσανατολισμό του. Αυτή τη φορά, τα πράγματα ήταν πιο απλά (δεδομένων όσων είχαν προηγηθεί). Μεταξύ αυτών που τον παρακολουθούσαν, τη χρονιά που πέρασε στα Ψαχνά, ήταν και ο τεχνικός διευθυντής του Πανιωνίου, Αντώνης Μανίκας, ο οποίος και τον πρότεινε στον Ιστορικό μαζί τον Γιάννη Παυλόπουλο, με τη συμφωνία να έρχεται ως φυσικό επόμενο. Προσαρμόστηκε άμεσα και έδειχνε να είναι στην πιο ώριμη φάση του. Τη σεζόν 2014-15 ήταν στην ομάδα 31 φορές, εκ των οποίων τις 29 ήταν στην πρώτη ενδεκάδα. Στο σύνολο των 35 ματς, σκόραρε έξι φορές, ενώ έδωσε άλλες τόσες ασίστ και έπαιξε 2.696 λεπτά.

 

Φέτος, συνέχισε από εκεί που είχε σταματήσει πέρυσι και σε 14 παιχνίδια στη Super League μετρά 4 γκολ και επτά ασίστ, σε 1.204 λεπτά συμμετοχής, στην θαυμαστή πορεία που διαγράφουν οι “κυανέρυθροι”. Και όλα αυτά, χωρίς να ‘χει δώσει ποτέ δικαίωμα για το παραμικρό. Η καθημερινότητα του αφορά την οικογένεια του και τα όσα έχει να κάνει με την ομάδα του. Είναι από τους τύπους που γενικότερα θα λέγατε ότι είναι “βαρετοί”. Δεν έχει social networks, δεν θα τον δείτε έξω τα βράδια. Γενικά,… δεν. Και επειδή εκτιμά τα όσα του έχει προσφέρει η χώρα μας, έχει φροντίσει να μάθει τη γλώσσα και να έχει φτάσει σε επίπεδο που συνεννοείται μια χαρά. Καταλαβαίνει τα πάντα και μπορεί να είναι κατατοπιστικός όταν μιλά.

Ο λόγος που δεν ασχολείται παρά μόνο με όσα εκείνος θεωρεί απαραίτητα (βλ. ποδόσφαιρο και οικογένεια), είναι ξεκάθαρος. Αφορά το “πιστεύω” που είχε απ’ όταν ήταν έφηβος: πως θα τα καταφέρει! Οι πληροφορίες τον θέλουν να είναι στις σημειώσεις των υπευθύνων στους Lions Indomptables (ευρύτερα γνωστούς ως εθνική Καμερούν), όπως φυσικά τον θέλουν να είναι στο στόχαστρο τριών ελληνικών ομάδων: του Παναθηναϊκού, της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ. Το συμβόλαιο του με τον Πανιώνιο ολοκληρώνεται το ερχόμενο καλοκαίρι (30/6), πράγμα που σημαίνει πως αν οι Νεοσμυρνιώτες ενδιαφέρονται να πάρουν κάτι, θα πρέπει να τον πουλήσουν στο προσεχές μεταγραφικό “παράθυρο” ή να βρουν τρόπο να υπογράψει επέκταση. Οι πληροφορίες μας είναι ξεκάθαρες και θέλουν να ενημερωνόμαστε για την έκβαση της υπόθεσης, έως την Παρασκευή (18/12).

Επιμέλεια:sport24.gr 

 

Διαβάστηκε 2057 φορές
Ακολουθείστε το AitoloakarnaniaBest.gr στο Google News
Συντακτική Ομάδα του AitoloakarnaniaBest.gr

Καθημερινή ενημέρωση με οτι καλύτερο συμβαίνει και ότι είναι χρήσιμο για τον κόσμο στην Αιτωλοακαρνανία. Σε πρώτο πλάνο η ανάδειξη του νομού, ως φυσική ομορφιά, πολιτισμικές δράσεις, ιστορικά θέματα, ενδιαφέροντα πρόσωπα και ομάδες και οτι άλλο αξίζει να αναδειχθεί.