Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στο Παρίσι (σ.τ.μ. στις 11/12) και προετοιμάζομαι για την αποψινή μου ομιλία με θέμα την κλιματική αλλαγή. Θα γίνει σε έναν «παράλληλο»χώρο, κάθε άλλο παρά συμβατικό, που ονομάζεται Place 2 B.
Πολύ φοβάμαι πως ακόμα κι εκεί το μήνυμά μου θα εκληφθεί ως αμφιλεγόμενο. Βλέπετε, πιστεύω πως υπάρχουν βαθιά προβλήματα με το κυρίαρχο αφήγημα της κλιματικής αλλαγής, το οποίο έχει εξισώσει την οικολογία με την απομείωση των εκπομπών άνθρακα.
Το προφανές πρόβλημα με αυτή την εξίσωση είναι όλα εκείνα τα φριχτά πράγματα, που μπορούν να δικαιολογηθούν στο όνομα της απομείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ή που μπορούν να καταστούν ανεκτά, απλούστατα και μόνο επειδή δεν επιδρούν σε αυτές.
Υποκατάστατα, «οικολογικά» επιχειρήματα αυτής της κατηγορίας έχουν χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσουν το φράκινγκ, την πυρηνική ενέργεια, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα, τους γενετικά μεταλλαγμένους οργανισμούς και τη μετατροπή των δασών σε βιοκαύσιμα. Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από αληθοφανή επιχειρήματα που βασίζονται σε εσφαλμένες λογιστικές απογραφές.
Ενδεικτικά, η πυρηνική ενέργεια συμβάλλει πραγματικά στη μείωση εκπομπών άνθρακα; Ας αναλογιστούμε για λίγο τις τεράστιες ποσότητες ενέργειας που απαιτούνται για την εξόρυξη και την επεξεργασία ουρανίου, την προμήθεια τσιμέντου, τη διαχείριση των αποβλήτων και όχι μόνο. Πολύ φοβάμαι πως το πρόβλημα πάει πολύ βαθύτερα.
Όταν μια [οικολογική] πολιτική βασίζεται σε έναν παγκόσμιο κανόνα μετρήσεων, δηλαδή σε συγκεκριμένους αριθμούς, τότε αυτοί οι αριθμοί υπόκεινται σε χειραγώγηση. Τα δεδομένα μπορούν να αλλοιωθούν, παράγοντες μπορούν να παραμεληθούν και οι προβλέψεις να στρεβλωθούν διαμορφώνοντας υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις και προσδοκίες. Είναι ένα πρόβλημα εγγενές σε οποιαδήποτε πολιτική βασίζεται σε μετρήσεις όπως οι συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κι άλλων, αντίστοιχων εκπομπών που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Παράλληλα, με το να εστιάζουμε σε μία μετρήσιμη ποσότητα, αυτομάτως υποτιμάμε όσα δεν μπορούμε να μετρήσουμε ή απλούστατα επιλέγουμε να μην μετρήσουμε. Πράγματα όπως οι περιβαλλοντικές συνέπειες των εξορύξεων, η βιοποικιλότητα, η τοξική μόλυνση, η διατάραξη της ισορροπίας ενός οικοσυστήματος.
Όλα αυτά υποχωρούν σε προτεραιότητα γιατί όπως και να έχει, σε αντίθεση με τα παγκόσμια επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα, δεν συνιστούν άμεση υπαρξιακή απειλή. Σίγουρα κάποιος μπορεί να αντιτείνει επιχειρήματα για όλα τα παραπάνω με αναγωγή στις εκπομπές άνθρακα, αλλά αυτό καθεαυτό είναι επικίνδυνο.
Φανταστείτε για παράδειγμα ότι επιχειρείτε να σταματήσετε τη λειτουργία ενός ορυχείου, παραθέτοντας επιχειρήματα αναφορικά με τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στην εξόρυξη, και την απώλεια της δυνατότητας απορρόφησης άνθρακα που προκαλεί η κοπή δέντρων.
Σε αυτό η εταιρία εξόρυξης μπορεί κάλλιστα να αντιτείνει «εντάξει, θα προχωρήσουμε με τον κατεξοχήν οικολογικό τρόπο: Θα χρησιμοποιήσουμε βιοκαύσιμα για τις μπουλντόζες μας, θα τροφοδοτήσουμε τους υπολογιστές μας με ηλιακή ενέργεια και θα δεσμευτούμε να φυτέψουμε 2 νέα δέντρα για κάθε 3 που κόβουμε».
Κι έτσι ξεκινάει ένα παιχνίδι αριθμών που ουδεμία σχέση έχει με τον πραγματικό λόγο που επιθυμείτε να σταματήσουν οι εργασίες του ορυχείου. Που δεν είναι άλλος από τ” ότι αγαπάτε τη συγκεκριμένη βουνοκορυφή, το συγκεκριμένο δάσος, το πόσιμο νερό στο οποίο θα παρεισφρήσουν όλες εκείνες οι δηλητηριώδεις ουσίες.
Είμαι βέβαιος πως δεν πρόκειται να «σώσουμε τον πλανήτη μας» (ή τουλάχιστον την οικολογική βάση του πολιτισμού) με το να είμαστε πιο έξυπνοι στην εκμετάλλευση των «πόρων» της Γης. Δεν πρόκειται να βγούμε από αυτή την κρίση για όσο καιρό αντιμετωπίζουμε ως χρηστικά αντικείμενα τόσο τον πλανήτη, όσο και οτιδήποτε βρίσκεται επάνω σε αυτόν.
Το τρέχον αφήγημα περί κλιματικής αλλαγής σχεδόν εφάπτεται μιας λειτουργικής-χρηστικής λογικής. Με άλλα λόγια, στο ότι οφείλουμε να προσδίδουμε αξία στη γη γιατί μας περιμένουν χειρότερα αν δεν το αντιληφθούμε. Που ακριβώς αναπτύξαμε τη συνήθεια να καθορίζουμε τις επιλογές μας σύμφωνα με τη λογική μεγιστοποίησης ή ελαχιστοποίησης ενός αριθμού;
Την αποκτήσαμε από τον «εκχρηματισμένο» κόσμο. Τώρα επιχειρούμε να εφαρμόσουμε το ίδιο ακριβώς παιχνίδι αριθμών σε έναν νέο στόχο, το διοξείδιο του άνθρακα. Δεν πιστεύω πως αυτό συνιστά μία ουσιαστική επανάσταση. Χρειαζόμαστε και μία επανάσταση ως προς τα μέσα επίτευξης του στόχου, κι όχι μόνο ως προς τον στόχο αυτό καθεαυτό.
Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε μία επανάσταση αγάπης. Όταν ως κοινωνία μάθουμε να αντιμετωπίζουμε τον πλανήτη κι ότι βρίσκεται επάνω σε αυτόν ως όντα που χρήζουν σεβασμού, αφ” εαυτού τους κι όχι επειδή μας χρησιμεύουν σε κάτι, τότε πλέον δεν θα χρειάζεται καν να αναλογιζόμαστε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για να πράξουμε όλα εκείνα που επιτάσσει η καταπολέμησή της. Και το κυριότερο, θα πάψουμε να κάνουμε όλα εκείνα τα φριχτά πράγματα, που κάνουμε στο όνομα της μάχης κατά της κλιματικής αλλαγής
Αποτελεί μέγιστη ειρωνεία το γεγονός ότι περιβαλλοντικά ζητήματα που θεωρητικά δεν συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, στην πραγματικότητα επιδρούν με μείζονα τρόπο. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα υδροηλεκτρικά φράγματα: πλημμυρίζουν δάση και υδροβιότοπους, εκτοπίζουν κοινότητες και διαταράσσουν τα οικοσυστήματα των ποταμών. Τουλάχιστον παρέχουν ηλεκτρισμό φιλικό προς το περιβάλλον, σωστά;
Η απάντηση κι εδώ, αρνητική. Τα φράγματα και οι τεχνητοί ταμιευτήρες προκαλούν την έκλυση τεραστίων ποσοτήτων μεθανίου, μέσα από την αποσύνθεση της χλωρίδας που προκαλούν, ενώ παράλληλα περιορίζουν τη δυνατότητα των ποταμών να αιχμαλωτίζουν άνθρακα.
Οφείλουμε να παραδεχτούμε πως οι γνώσεις μας για την κλιματική ομοιόσταση της Γης είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων, υποτυπώδεις. Για παράδειγμα, ενώ ισχυριζόμαστε πως η εξόρυξη χρυσού από ένα βουνό έχει ελάχιστη επίδραση στο κλίμα, υπάρχουν κουλτούρες που διαφωνούν.
Ένας φίλος μου από τη Βραζιλία που μελετάει κι εργάζεται με αυτόχθονες φυλές εκεί, αναφέρει πως σύμφωνα με τα μέλη τους, οι εξορύξεις συνιστούν μεγαλύτερη απειλή για τον πλανήτη από ότι το διοξείδιο του άνθρακα.
Κι αυτό γιατί όταν τα μέταλλα απομακρύνονται από τους τροπικούς και μετακινούνται σε πιο εύκρατες ζώνες, οι ενεργειακές ισορροπίες του πλανήτη διαταράσσονται. Ακόμα και η εξόρυξη χρυσού από ένα «ιερό» βουνό μπορεί να έχει ολέθριες επιπτώσεις. Ένας Ινδιάνος με τον οποίο συναντήθηκα, μέλος της φυλής Ζούνι, μου είπε πως το χειρότερο πράγμα είναι η κατασπατάληση μιας τόσο μεγάλης ποσότητας νερού, που οι ποταμοί θα στερεύουν προτού φτάσουν στη θάλασσα. Αν αυτό συμβεί, πως θα γνωρίζει η θάλασσα τις ανάγκες της γης;
Ας μην βιαστούμε να απορρίψουμε τις ιδέες αυτές ως γραφική δεισιδαιμονία. Κατ” επανάληψη, οι αυτόχθονες [Ινδιάνοι] έχουν αποδείξει πως οι «δεισιδαιμονίες» τους είναι επί της ουσίας η κωδικοποίηση μιας εξελιγμένης, εξεζητημένης κατανόησης της οικολογίας. Και παρόλο που ιδέες όπως «προσβάλλουμε το νερό» ή «κλέβουμε την χρυσή ψυχή του βουνού» φαντάζουν άκρως αντιεπιστημονικές, ίσως εντέλει να χρήζουν σοβαρής εξέτασης.
Θα ολοκληρώσω με μία πρόβλεψη. Προβλέπω ότι θα πετύχουμε δραστική μείωση στη χρήση ορυκτών καυσίμων, υπερβαίνοντας και τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις. Κι όμως, η κλιματική αλλαγή θα συνεχίσει και θα επιδεινωθεί. Μπορεί να έχουμε αύξηση θερμοκρασίας ή και μείωση, πιο έντονες διακυμάνσεις και διαταραχές στους ζωοδοτικούς ρυθμούς.
Τότε μόνο θα αντιληφθούμε την πραγματική αξία όλων εκείνων, την σημασία των οποίων έχουμε υποτιμήσει: τα μαγκρόβια έλη, τους μεγάλου βάθους ταμιευτήρες νερού, τις «ιερές» τοποθεσίες, τις «δυναμικές ζώνες» βιοποικιλότητας, τα παρθένα δάση, τους ελέφαντες, τις φάλαινες…
Όλα εκείνα τα πλάσματα που με μυστήριους, αδιόρατους ως προς τις μετρήσεις μας τρόπους, συντηρούν την ισορροπία του ζώντος πλανήτη μας. Τότε μόνο θα αντιληφθούμε πως ότι κάνουμε σε οποιοδήποτε τμήμα της φύσης, αναπόφευκτα, το κάνουμε στον ίδιο μας τον εαυτό. Το τρέχον αφήγημα περί κλιματικής αλλαγής δεν είναι παρά ένα μικρό, πρώτο βήμα προς αυτή τη συνειδητοποίηση.
Τσαρλς Άιζενσταϊν
efsyn.gr
πηγή: http://agrinioreport.com