Γράφει ο Σωκράτης Μπέκος - Ρόκος* - Άρθρο για τη μεταφορική διασύνδεση
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η επιστήμη του σχεδιασμού μεταφορών, έχει δανειστεί πολλούς όρους από την καρδιαγγειακή ιατρική, όπως αρτηρίες, τριχοειδή δίκτυα, κυκλοφοριακή ροή, πίεση και απόφραξη.
Το δίκτυο μεταφορών και διασύνδεσης μιας περιοχής, λειτουργεί όπως το αγγειακό σύστημα σε έναν οργανισμό. Όταν λειτουργεί καλά, θρέφει και αναπτύσσει, ενώ στην αντίθετη περίπτωση οδηγεί αναπόφευκτα στην ατροφία και στην απονέκρωση.
Έχει έρθει η στιγμή να αναγνωρίσουμε, χωρίς περιστροφές, ότι η Αιτωλοακαρνανία και ειδικά η ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου, βρίσκεται, υπό αυτό το πρίσμα, σε συνθήκη εντεινόμενου στραγγαλισμού. Όχι μόνο γιατί στην υφιστάμενη κατάσταση η μεταφορική της διασύνδεση, είναι σε πολύ χαμηλό επίπεδο, ούτε καν επειδή δεν υπάρχει ρεαλιστικός μακροπρόθεσμος σχεδιασμός βελτίωσης, αλλά κυρίως γιατί οι όποιες προοπτικές διαφυγής έχουν αποκλειστεί ή ναρκοθετούνται από τον υπερκείμενο και περιφερειακό μας σχεδιασμό, μπροστά στα μάτια μας.
Η κατάσταση τώρα
Όπως γνωρίζουμε καλά, η περιοχή μας δεν διαθέτει σιδηροδρομική σύνδεση, όπως βέβαια ισχύει και για το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, πλέον. Αντίστοιχα, δεν διαθέτει λειτουργική υποδομή αερομεταφορών. Το αεροδρόμιο του Ακτίου στην Π.Ε Πρεβέζης είναι το πλησιέστερο, αλλά δεν είναι εμπορευματικό αεροδρόμιο, δεν έχει μόνιμες διεθνείς πτήσεις, ενώ στρατηγικά επενδύει στις
τουριστικές και εποχικές μετακινήσεις.
Ως προς τις θαλάσσιες μεταφορές, η Αιτωλοακαρνανία διαθέτει μόνο το λιμάνι του Πλατυγιαλίου στο Δήμο Ξηρομέρου, με ικανά χαρακτηριστικά να εξυπηρετήσει μεταφορικό έργο και σημαντικό όγκο μετακινήσεων. Το λιμάνι αυτό όμως ποτέ δεν μπόρεσε να εκπληρώσει τις προοπτικές του, γιατί η ελληνική πολιτεία κατάφερε να μην το συνδέσει κατάλληλα με το βασικό οδικό δίκτυο της χώρας, αλλά ούτε καν με την διπλανή πόλη του Αστακού, εδώ και 30 περίπου χρόνια!
Το οδικό δίκτυο είναι λοιπόν όχι μόνο απαραίτητο στοιχείο κάθε συστήματος συνδυασμένων μεταφορών, αλλά δυστυχώς πλέον και η μοναδική μεταφορική επιλογή για την περιοχή μας. Παρόλα αυτά, το οδικό δίκτυο της Αιτωλοακαρνανίας και ειδικά η οδική διασύνδεση των περιοχών Αγρινίου, Θέρμου και Τριχωνίδας με την υπόλοιπη χώρα, είναι σε κατώτατο επίπεδο.
Δεν χρειάζεται να εισέλθουμε σε εκτενή τεχνική ανάλυση για ό,τι βλέπουμε και βιώνουμε καθημερινά· Στο εσωτερικό της τεράστιας περιοχής των Δήμων Αγρινίου και Θέρμου η έκταση, η διάταξη, η χάραξη και κυρίως τα λειτουργικά και γεωμετρικά χαρακτηριστικά του επαρχιακού και τοπικού οδικού δικτύου είναι τουλάχιστον ελλιπή και απαρχαιωμένα. Για τη διασύνδεση με το δίκτυο αυτοκινητοδρόμων της χώρας, υπάρχει ουσιαστικά, μόνο η (πολύ) Παλιά Εθνική Οδός Αντιρρίου-Ιωαννίνων (ΕΟ5).
Πολύ συνοπτικά αναφέρεται ότι η ΕΟ5 δεν έχει διαχωρισμένο οδόστρωμα ή λωρίδες έκτακτης ανάγκης και έχει μόνο μία λωρίδα ανά κατεύθυνση. Παρουσιάζει εμπλοκή λειτουργιών, ως υπεραστική αρτηρία και ως περιφερειακή οδός του Αγρινίου και ως τέμνουσα οδός οικιστικών περιοχών και ως οδός πρόσβασης σε παρόδιες χρήσεις γης που έχουν αναπτυχθεί κατά μήκος της. Έχει επίσης, λόγω των παραπάνω, σε μεγάλα της τμήματα, ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας τα 50 χλμ/ώρα, κάτι πλήρως αναντίστοιχο με τον κυκλοφοριακό της ρόλο.
Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο από όλα, είναι ότι δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη εναλλακτική διαδρομή, δεν διαθέτει δηλαδή το σύστημα μετακινήσεων καμία σχεδόν ανθεκτικότητα σε έκτακτες συνθήκες. Έχει αξία να θυμόμαστε τον Δεκέμβριο του 2017, όταν καταστροφικές πλημμύρες επέφεραν σημαντικές ζημιές στην ΕΟ5 στην περιοχή της Κλεισούρας. Τότε, λόγω έργων, ολόκληρη η ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου – Τριχωνίδας συνδέονταν υπεραστικά με το κέντρο της χώρας, για μήνες, μέσω μίας εργοταξιακής οδού, μίας λωρίδας εναλλασσόμενης κατεύθυνσης.
Η διάλυση των προοπτικών
Η υφιστάμενη κατάσταση όσο τραγική και αν είναι, δεν είναι το μεγαλύτερο μας πρόβλημα. Το μεγαλύτερο μας πρόβλημα είναι ότι έχουν συστηματικά εγκλωβιστεί οι προοπτικές βελτίωσης της υφιστάμενης κατάστασης.
Αρχικά, η επιλογή να μην μπορεί να εξυπηρετεί η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, που ολοκληρώθηκε το 2004, σιδηροδρομική υποδομή, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική μας θέση και την συστημική αδυναμία του ελληνικού κράτους να αναπτύξει το σιδηροδρομικό δίκτυο, έχει ενταφιάσει οριστικά, την προοπτική σιδηροδρομικής διασύνδεσης της Αιτωλοακαρνανίας. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει η πιθανότητα ούτε και στο πιο φιλόδοξο σενάριο, να επωφεληθεί η Αιτωλοακαρνανία από τα ασύγκριτα μεταφορικά πλεονεκτήματα του σιδηρόδρομου, για τις επόμενες πολλές δεκαετίες.
Αντίστοιχα, δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός σε επίπεδο Δήμου, Περιφέρειας ή κεντρικού κράτους για αξιοποίηση του αεροδρομίου Αγρινίου, που βρίσκεται στις παρυφές της πόλης και του οποίου η λειτουργία έχει ανασταλλεί εδώ και δεκαετίες. Εξαιρετικά οδυνηρή εξέλιξη, αποτελεί ο εγκεκριμένος πλέον σχεδιασμός, για μετατροπή του εμπορευματικού λιμένα Πλατυγιαλίου σε «Τουριστικό Λιμένα για Mega Yachts, με παράλληλη ανάπτυξη εμπορικών και τουριστικών χρήσεων» (ΦΕΚ Β' 1178/12.3.2025). Με την μετατροπή αυτή, η Αιτωλοακαρνανία χάνει τη μοναδική δυνητική θαλάσσια μεταφορική πύλη της. Ταυτόχρονα, η μετατροπή αυτή εντάσσεται
σε ένα συνολικό «σχέδιο» τουριστικής μονοκαλλιέργειας της εθνικής οικονομίας, στο οποίο σίγουρα δε χωράει η ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου, ανεξάρτητα της όποιας γενικότερης κριτικής.
Όμως το πιο αρνητικό στοιχείο της εξέλιξης με το λιμένα Πλατυγιαλίου, είναι ότι απομειώνεται η πιθανότητα υλοποίησης κάθετης σύνδεσης του Αγρινίου με την Ιονία Οδό, ένα έργο ζωής ή θανάτου για την περιοχή του Αγρινίου.
Το σημαντικότερο επιχείρημα για το έργο αυτό, ήταν ότι αποτελεί τμήμα του άξονα ευρωπαϊκής σημασίας «Πλατυγιάλι – Αγρίνιο – Καρπενήσι – Λαμία». Σαν τοπική κοινωνία, λοιπόν ζητάγαμε ουσιαστικά, να γίνει κατά προτεραιότητα το τμήμα Αγρίνιο – Ιονία Οδός, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγραμματιζόμενου οδικού άξονα. Καθώς όμως πλέον το Πλατυγιάλι θα εξυπηρετεί τουριστικές δραστηριότητες του Ιονίου και δε θα μπορεί να εξυπηρετεί τη θαλάσσια μεταφορά αγαθών από και προς την Κεντρική Ελλάδα, η ανάγκη υλοποίησης του άξονα μειώνεται.
Σαν να μην έφτανε αυτό, το οδικό έργο «Βελτίωση Ε.Ο. Αγρινίου – Καρπενησίου (κατά τμήματα), Τμήμα Αγρίνιο – Αγ. Βλάσης», το οποίο θα μπορούσε να βελτιώσει την σύνδεση με τα βόρεια και να βοηθήσει στην ωρίμανση του άξονα Ιονία Οδός – Αγρίνιο – Καρπενήσι – Λαμία, έχει αποτελέσει επικό παράδειγμα καταστροφικής αποτυχίας. Το έργο είχε δημοπρατηθεί το μακρινό 2013 με προϋπολογισμό 24 εκ. ευρώ, μέχρι σήμερα έχουν παραδοθεί μόνο μικρά ασύνδετα τμήματα, οι ανάδοχοι έχουν λάβει πάνω από μισό εκατομμύριο αποζημίωση, λόγω αδυναμίας εκτέλεσης με υπαιτιότητα δημοσίου (!!!) και καμία εγγύηση δεν υπάρχει ότι το έργο θα καταφέρει ποτέ να ολοκληρωθεί…
Συνοψίζοντας, η προοπτική της περιοχής για σιδηροδρομικές, αεροπορικές και ναυτιλιακές μεταφορές είναι μηδενική και αναμένεται όλως περιέργως να γίνει χειρότερη. Το μόνο που απομένει είναι οι οδικές μεταφορές, το μέλλον των οποίων όμως προβλέπεται επίσης δυσοίωνο, καθώς η ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου θα συνεχίζει να είναι αντιμέτωπη με την εγκατάλειψη, στο γενικότερο πλαίσιο μετασχηματισμού της οικονομίας μονολιθικά σε τουριστικές δραστηριότητες και στο απόλυτο κενό παραγωγικής ανασυγκρότησης, παρόλο που διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως αφθονία υδάτινων και ενεργειακών πόρων,
πολυκαλλιεργητική αγροτική παραγωγή, φθηνή γη, ποικιλόμορφο και πλούσιο φυσικό περιβάλλον, δυνατότητες ανάπτυξης ήπιου και εναλλακτικού τουρισμού.
Η διαφυγή
Για να βγούμε από το αδιέξοδο σε επίπεδο μεταφορικών υποδομών, που έχουμε περιέλθει, χρειαζόμαστε θεμελιώδεις αλλαγές στο κυρίαρχο πλαίσιο σκέψης ως τοπική κοινωνία και στο κυρίαρχο πλαίσιο λειτουργίας σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να εμπεδώσουμε ότι δεν πρέπει να περιμένουμε κανέναν να μας σώσει. Ακόμα και αν μείνουμε μακριά από οποιαδήποτε συζήτηση περί κυβερνήσεων και λειτουργίας των θεσμών του κράτους, οφείλουμε να συνομολογήσουμε ότι το παραγωγικό μοντέλο που προωθείται και το οποίο δε θα αλλάξει, χωρίς ριζοσπαστική πολιτική ανατροπή σε κεντρικό επίπεδο, αφήνει την περιοχή μας στην άκρη εσκεμμένα. Άμεση απόρροια αυτού είναι ότι όποιο «άξιο» άτομο και να «στείλουμε» σε υπουργική θέση ή στη Βουλή ή ακόμα και στην Περιφέρεια, όπως αποδείχθηκε, δεν προσφέρει τίποτα στην ανάσχεση της εγκατάλειψης την οποία αντιμετωπίζουμε.
Η μόνη μας διαφυγή και η μεγάλη μας ευθύνη, είναι να αξιοποιήσουμε συλλογικά και ανιδιοτελώς το αναπτυξιακό, το ανθρώπινο και το επιστημονικό δυναμικό του τόπου αυτού, για να βγούμε από το λήθαργο, να σπάσουμε την απομόνωση και να διεκδικήσουμε μία τελείως διαφορετική προοπτική από αυτή που μας επιφυλάσσουν.
*Πολιτικός Μηχανικός – Συγκοινωνιολόγος, Μέλος Α/ΤΕΕ
sinidisi.gr