Καλοκαιρινοί έρωτες. Οι καλοκαιρινές διακοπές κάνουν τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τους νέους να νιώθουν την ανάγκη για συντροφικότητα, για σχέση. Οι καλοκαιρινοί έρωτες έρχονται σε στιγμές όπου το μυαλό δεν έχει άλλες προτεραιότητες. Η θέα των σωμάτων γεννά έλξεις και πειρασμούς. Η ψυχή νιώθει αδύναμη να αντισταθεί. Η παρέα σπρώχνει. Ο ενθουσιασμός εύκολος. Οι πειραματισμοί το ίδιο. Η μέθη ότι η μοναξιά νικήθηκε άμετρη. Και η βεβαιότητα ότι έτσι αξίζει η ζωή φαινομενικά ακατανίκητη.
Είναι πανίσχυροι οι καλοκαιρινοί έρωτες. Συνήθως όμως πρόσκαιροι. Αφήνουν πληγές. Ένα αίσθημα ματαίωσης. Την πίκρα ότι κρατάνε όσο ένα καλοκαίρι ή όσο οι διακοπές. Όταν η εποχή προβάλλει ως καλοκαιρινό πρότυπο τα ατέλειωτα πάρτι, τα ξενύχτια, τον στόχο της ηδονής; Πώς να αντισταθεί ένας νέος, έφηβος, φοιτητής, θηρευτής των διακοπών, στο «μπορείς κι εσύ», στην αίσθηση ότι ο άλλος ή η άλλη είναι μάτια, μαλλιά, σώμα, εικόνα που δεν χρειάζεται να επενδύσεις ούτε σ’ αυτόν ούτε στην ψυχή σου;
Η Εκκλησία εντούτοις έχει να προτείνει στους νέους τον δρόμο της αληθινής αγάπης, η οποία δεν περιορίζεται στον καλοκαιρινό έρωτα, αλλά βλέπει τη ζωή ως συνέχεια, ως πορεία στα χνάρια του Θεού που μας αγαπά και που ζητά από εμάς και η δική μας αγάπη να είναι συνειδητή και υπεύθυνη, τόσο έναντί Του όσο και έναντι οποιουδήποτε πλησίον μας. Η Εκκλησία δεν αρνείται τον δρόμο της παρέας, της κοινωνικότητας, της συνάντησης. Δεν μπορεί όμως να αποδεχτεί ως στάση ζωής την επιπόλαιη παράδοση στο τώρα.
--