Κάθε τραγούδι έχει να μαρτυρήσει μια δική του ιστορία. Οι στίχοι, συνήθως ποιήματα, που κρύβουν μέσα τους μηνύματα, προσωπικές ιστορίες και βιώματα ή ακόμη και προτροπές. Ιδιαίτερα δε τα τραγούδια που έχουν «κεντρικό ήρωα» ένα όνομα, παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον, σχετικά με το ποιος είναι αυτός στον οποίο αναφέρονται.
Ένα τέτοιο τραγούδι είναι και το πασίγνωστο «Πού ‘σαι Θανάση» που μελοποίησε και τραγούδησε ο Γιώργος Ζαμπέτας. Και μάλιστα είναι ξεχωριστό όχι μόνο για τις δύο θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί αναφορικά με τον «Θανάση» αλλά και για τον τρόπο που έφτασε στα χέρια του κορυφαίου λαϊκού δημιουργού.
Ο ίδιος έχει περιγράψει αυτή την περίεργη διαδρομή μέχρι να φτάσουν στα χέρια του τα λόγια που έγραψε ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης, ο «Τσάντας» του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού με την ιδιαίτερη πορεία στο μουσικό στερέωμα.
Ποιος ήταν ο Βασιλειάδης
Ο στιχουργός ρεμπέτικων και λαϊκών τραγουδιών Χαράλαμπος Βασιλειάδης, έμεινε στην ιστορία του τραγουδιού ως ο «Μπάμπης ο τσάντας». Ένα παρατσούκλι που του κόλλησε ο Στράτος Παγιουμτζής, καθώς γύριζε στα στέκια των μουσικών κρατώντας στα χέρια του μία χαρακτηριστική τσάντα η οποία ήταν γεμάτη με στίχους. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, πολλές ήταν οι φορές που χάριζε τους στίχους, ή ακόμη και διόρθωνε στίχους που είχαν γράψει άλλοι.
Παρουσιάστηκε στη δισκογραφία στα μέσα της δεκαετίας του 1940 και μέχρι και τον θάνατό του, το 1972, συνεργάστηκε με κορυφαίους συνθέτες και τραγουδιστές όπως ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Βασίλης Τσιτάνης, ο Πάνος Γαβαλάς και ακόμη ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο Γιάννης Πάριος και η Πόλυ Πάνου.
Δείτε τον Ζαμπέτα να μιλά για τις επιτυχίες του Βασιλειάδη
Πώς έφτασε στα χέρια του Ζαμπέτα το τραγούδι
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πώς ο Γιώργος Ζαμπέτας πήρε στα χέρια του το συγκεκριμένο τραγούδι. Ο ίδιος έχει αποκαλύψει πως μετά από μία περιοδεία του: «Γυρίζω στην Αθήνα, όπου μου είχανε τα μαντάτα. Μου είπαν ότι πέθανε ο Μπάμπης ο Βασιλειάδης, ο λεγόμενος “Τσάντας”. Πάω κι εγώ σπίτι του να δω τη γυναίκα του, να δω τι, πώς… Και συνέβη αυτό. Μου λέει η γυναίκα του, τις τελευταίες ώρες σού άφησε αυτό το τραγουδάκι».
Το περιστατικό το έχει περιγράψει και στη βιογραφία του «Και η βρόχα έπιπτε στρέιτ… θρου». «Μου λέει η κυρία Άννα ότι την ώρα που πέθαινε άνοιξε την τσάντα του και της έδωσε ένα τραγούδι για μένα. Το «Πού ’σαι Θανάση». Σημαδιακό τραγούδι…«.
Πήρε δηλαδή τους στίχους, αφότου ο Βασιλειάδης είχε πεθάνει, κάτι που το κάνει, ενδεχομένως, το τελευταίο τραγούδι που έγραψε.
«Θανάσης»: Οι δύο εκδοχές
Από τα πρώτα χρόνια που ο Ζαμπέτας τραγούδησε το συγκεκριμένο κομμάτι -ήταν στον δίσκο «Μάλιστα Κύριε» που κυκλοφόρησε το φθινόπωρο του 1973- πολλοί αναρωτήθηκαν ποιος είναι ο «Θανάσης» στον οποίο αναφέρονται οι στίχοι. Οι εκδοχές είναι δύο, δίχως να είναι σε θέση πλέον κάποιος να πει ποια είναι η σωστή και ποια είναι… φανταστική.
Η πρώτη εκδοχή θέλει τον Θανάση να είναι υπαρκτό πρόσωπο. Αναφέρεται συχνά πως αφορά έναν καλό φίλο του Ζαμπέτα που τον επισκεπτόταν στα μαγαζιά που εκείνος εμφανιζόταν. Με τα χρόνια ο Ζαμπέτας συνήθισε την παρουσία του και κάθε φορά που τον έβλεπε να μπαίνει στο μαγαζί τον καλωσόριζε και του φώναζε «που ’σαι Θανάση;». Κάποια στιγμή εκείνος έπαψε να πηγαίνει στα μαγαζιά με τον Ζαμπέτα να αναρωτιέται πολλές φορές «που ‘σαι Θανάση». Έχει γραφτεί μάλιστα πως κάποια χρόνια αργότερα ο γνωστός σκηνοθέτης, Όμηρος Ευστρατιάδης, αποκάλυψε στον Ζαμπέτα πως ο Θανάσης ήταν ο πατέρας του που είχε φύγει από τη ζωή.
Η δεύτερη εκδοχή και ενδεχομένως η επικρατέστερη, αν αναλογιστεί κανείς συνολικά το ύφος του τραγουδιού, θέλει τον «Θανάση» να μην είναι υπαρκτό πρόσωπο αλλά να προέρχεται από την αργκό των ρεμπέτηδων. Στη συνθηματική γλώσσα των χασικλήδων ο «θανάσης» ήταν ο ναργιλές με τον οποίο «έπιναν» το χασίς στους τεκέδες. Αναφερόταν επίσης ως «ο Θανάσης με τις τρύπες» ή «το τρύπιο το κεφάλι». Ενδέχεται λοιπόν η συγκεκριμένη αναφορά να έχει να κάνει εικόνες που είχε ο Βασιλειάδης από το παρελθόν. Σχετικά με τη συγκεκριμένη ονομασία έχει γράψει και ο Ηλίας Πετρόπουλος στο βιβλίο του «Ρεμπέτκα τραγούδια».
«Ποιος θανάσης;»
Μάλιστα, τη λέξη «θανάσης» με αυτή τη δεύτερη εκδοχή, τη συναντάμε και σε μία γνωστή πλέον έκφραση που επίσης έχει ρίζες στους τεκέδες. Θρυλείται πως όταν η αστυνομία έκανε εφόδους στους τεκέδες και δεν έβρισκε τους περίφημους ναργιλέδες ρωτούσε τους θαμώνες «πού είναι ο θανάσης;» για να λάβουν την… αθώα απάντηση «ποιος θανάσης;». Γι αυτό άλλωστε και πλέον τη χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να δείξουμε άγνοια για κάτι.
Οι στίχοι του τραγουδιού
Θα πάρω σβάρνα μια βραδιά
όλες τις συνοικίες
δε θέλω πολυτέλειες
και πολυκατοικίες
Είχα έναν παλιόφιλο
τα ίχνη του έχω χάσει
σ’ ένα στέκι απόμερο
το στέκι του Θανάση
Πού ‘σαι Θανάση
Πού ‘σαι Θανάση
Ήθελα να σ’ αντάμωνα…
Πού ‘σαι Θανάση
Πού ‘σαι Θανάση
ήθελα να σ’ αντάμωνα
Η γρουσουζιά να σπάσει
Εκεί θα βρω της νιότης μου
τα φίνα τα ωραία
Το Μάνθο το Θεμιστοκλή
και την παλιά παρέα
Δίπλα θα καθίσουμε
σαν πρώτα στο τραπέζι
και μαζί θ’ ακούσουμε
γλυκιά πενιά να παίζει
Σπύρος Βασιλείου – reader.gr