«Θέλαμε να ιδρύσουμε στην Ελλάδα ένα πρότυπο εργοστάσιο σιγαρέτων που θέλαμε να αποτελέσει σταθμό στην εξέλιξη της καπνοβιομηχανίας στη χώρα μας» αναφέρει σχετικά ο Ευάγγελος Παπαστράτος στην αυτοβιογραφία του «Η Δουλειά και ο Κόπος της» που κυκλοφόρησε σε νέα έκδοση το 2012 από τις εκδόσεις GEMA. Πράγματι χάρη στον εξαιρετικό συντονισμό το εργοστάσιο χτίστηκε σε χρόνο ρεκόρ και πριν καν περάσουν 12 μήνες από τη θεμελίωσή του, οι εργασίες είχαν ολοκληρωθεί.
Oπως σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου η Μαρία Γκέρτσου, εκδότρια και εγγονή του Ευάγγελου Παπαστράτου, το εργοστάσιο του Πειραιά «υπήρξε από τα πλέον σύγχρονα στον ελληνικό και στον διεθνή χώρο». Στα εγκαίνια που έγιναν στις 21 Μαΐου 1931 παρών ήταν και ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος πάτησε το κουμπί που έβαλε σε κίνηση τα μηχανήματα του εργοστασίου.
Το 2003, η μεγαλύτερη ελληνική καπνοβιομηχανία, η οποία μεγαλούργησε και πέρα από τα ελληνικά σύνορα, εξαγοράστηκε από την Philip Morris International. Η ιστορία της όμως δεν περιορίζεται ανάμεσα στα χρόνια 1931 και 2003. Ξεκινάει πολύ πριν και συνεχίζεται μέχρι σήμερα με καλές προοπτικές για το μέλλον των ελληνικών καπνών. Αγνωστες πτυχές της αναβιώνουν φέτος που συμπληρώνονται 85 χρόνια από ίδρυση του καπνεργοστασίου με μια ενδιαφέρουσα έκθεση στο χώρο που κάποτε στέγαζε το τυπογραφείο της εταιρείας Παπαστράτος.
Στην έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τον Ιανουάριο και θα είναι ανοικτή στο κοινό κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων διαφόρων φορέων οι οποίες θα πραγματοποιούνται στον χώρο αυτόν. Παρουσιάζονται αντικείμενα (μηχανήματα, εργαλεία και σκεύη, καπνά, παλιά χειρόγραφα λογιστικά βιβλία, κουτιά τσιγάρων και άλλα memorabilia) που βρέθηκαν στους χώρους του παλιού εργοστασίου (Γραβιάς 25) στην περιοχή Ρετσίνα κοντά στο λιμάνι του Πειραιά, το οποίο δεν χρησιμοποιείται πλέον.
Οδηγός για τα κείμενα που συνθέτουν την ιστορία της εταιρείας στάθηκε το βιβλίο του Ευάγγελου Παπαστράτου το οποίο πέρα από αυτοβιογραφικό (πράγμα ιδιαίτερα ενδιαφέρον αφού δεν συνηθίζεται στον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας μας) είναι μια σπουδαία πηγή τόσο για την μελέτη της ελληνικής επιχειρηματικότητας όσο και της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Η αφήγηση του Ευάγγελου Παπαστράτου ξεκινάει με τη γέννησή του το Δεκέμβρη του 1884 στο Αγρίνιο, όπου μεγάλωσε και εργάστηκε τα πρώτα τριάντα χρόνια της ζωής του. Ο πατέρας του Αναστάσης Παπαστράτος, γιος του ιερέα παπά-Στρατή πεθαίνει σε ηλικία 48 ετών και αφήνει στη γυναίκα του Χαρίκλεια και στα πέντε παιδιά τους -4 γιούς και μία κόρη- ένα μπακάλικο και πολλά ανείσπρακτα βερεσέδια των κατοίκων των γύρω χωριών. Η 30χρονη γυναίκα κλείνει το μαγαζί, καλλιεργεί το αμπέλι της οικογένειας και μεγαλώνει τα παιδιά της (με μεγάλη αυστηρότητα) πουλώντας το γνωστό στο Αγρίνιο εκείνη την εποχή «κρασί της Παπαστράταινας».
Αρχικά τα τέσσερα αγόρια θα ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους, μερικά χρόνια αργότερα όμως θα αφήσουν τις δουλειές τους για μια νέα καριέρα αναλαμβάνοντας ο καθένας ένα διαφορετικό ρόλο στη διοίκηση της εταιρείας που έχει οραματιστεί ο μικρότερος αδελφός τους. Ο Επαμεινώνδας γίνεται εκπαιδευτικός, ο Γιάννης δικηγόρος και ο Σωτήρης στρατιωτικός ενώ ο Ευάγγελος, ο πιο μικρός, αμέσως μετά το Σχολαρχείο, το 1896 σε ηλικία μόλις 12 ετών πιάνει δουλειά ως μαθητευόμενος σε ένα εμπορικό κατάστημα με υφάσματα και στη συνέχεια σε μια άλλη εταιρεία που εμπορεύεται σχεδόν όλα τα εγχώρια προϊόντα.
Δέκα χρόνια αργότερα ο Ευάγγελος Παπαστράτος δανείζεται 3.000 δραχμές και μαζί με τον Σωτήρη Αυγερινό, γνωστό τυρέμπορο του Αγρινίου ιδρύουν την εμπορική εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος». Από την πρώτη κιόλας στιγμή ασχολούνται κυρίως με τα καπνά καθώς το Αγρίνιο είναι το κέντρο παραγωγής εκλεκτών καπνών. Δίνουν βάρος στην ποιότητα του καπνού και τις διαδικασίες παραγωγής, ενώ παράλληλα χτίζουν σχέσεις εμπιστοσύνης με τους παραγωγούς.
Την εποχή που η μετανάστευση από φτωχές, κυρίως αγροτικές περιοχές της χώρας φουντώνει και περισσότεροι από 250.000 Έλληνες φεύγουν κυρίως για τις ΗΠΑ, ο Ευάγγελος Παπαστράτος αρχίζει να κάνει τις πρώτες εξαγωγές στο εξωτερικό. Οι δουλειές της εταιρείας πάνε πολύ καλά, το 1909 κλείνει μάλιστα και την πρώτη μεγάλη συμφωνία του με το εργοστάσιο σιγαρέτων του Αγγελή Κωνσταντίνου στο Ανόβερο της Γερμανίας το οποίο αρχίζει πλέον να προμηθεύεται καπνά Αγρινίου. Εντωμεταξύ ο αδελφός του Σωτήρης Παπαστράτος παραιτείται από τον στρατό και αρχίζει να ασχολείται με την εταιρεία. Στους Α΄ Βαλκανικούς πολέμους όμως τρεις από τους τέσσερις αδελφούς επιστρατεύονται και η επιτυχημένη πορεία της εταιρείας ανακόπτεται.
Από το Αγρίνιο σε όλο τον κόσμο
Το 1913 ο Αυγερινός φεύγει από τη ζωή, η εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» διαλύεται και στη θέση της ο Σωτήρης και ο Ευάγγελος ιδρύουν την εταιρεία «Αφοί Παπαστράτου». Πολύ σύντομα και τα άλλα δύο αδέλφια, ο Γιάννης και ο Επαμεινώνδας θα μπουν στη διοίκηση. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν τους επηρεάζει αρνητικά, ίσα ίσα, η παραγωγή τους αυξάνεται χάρη στη συμφωνία του Ελευθερίου Βενιζέλου με τις Κυβερνήσεις της Αντάντ να επιτρέψουν την εξαγωγή καπνών, σταφίδας και σύκων προς εχθρικές χώρες από ουδέτερους λιμένες.
Με το τέλος του πολέμου, η εταιρεία μεταφέρει την έδρα της στην Αθήνα, ιδρύει γραφεία και υποκαταστήματα στο εξωτερικό και ξεκινούν οι εξαγωγές στην Αίγυπτο, τις Σκανδιναβικές χώρες, τη Νότιο Αμερική αλλά κυρίως στις Η.Π.Α. και τον Καναδά. Το 1922, η Μικρασιατική καταστροφή, βρίσκει την εταιρεία Παπαστράτος με 300.000 κιλά καπνού κατεστραμμένα και τις αποθήκες της στην Σμύρνη καμένες. Παρ’ όλα αυτά δείχνει και πάλι την κοινωνική ευαισθησία της και προσλαμβάνει πρόσφυγες.
Το 1924, ιδρύεται η Καπνεμπορική Ομοσπονδία στην οποία συμμετέχει ενεργά εκ μέρους της εταιρείας, ο Γιάννης Παπαστράτος ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα εκλέγεται γερουσιαστής και στη συνέχεια βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας. Οι δουλειές πηγαίνουν πολύ καλά, η εταιρεία μεγαλώνει και προσφέρει επίσης σημαντικό κοινωνικό έργο. Ωστόσο οι αδελφοί Παπαστράτου θέλουν να κάνουν περισσότερα.
Έτσι το 1931, παρά την οικονομική κρίση που είχε πλήξει και την Ελλάδα μετά το κραχ του 1929, μπαίνει σε λειτουργία το εργοστάσιο του Πειραιά. Στο κτίριο – μελέτη του καθηγητή του Πολυτεχνείου Π. Παρασκευόπουλου- εφαρμόζεται η πλέον σύγχρονη αντίληψη της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής για την ποιότητα των εργασιακών χώρων και η συνολική δαπάνη φτάνει τις 400.000 λίρες Αγγλίας. Το εργοστάσιο εξοπλίζεται με υπερσύγχρονα μηχανήματα, οι εργαζόμενοι εργάζονται κάτω από υγιεινές συνθήκες σε χώρους με άπλετο φως και τεχνητό αερισμό. Έχουν στη διάθεσή τους εστιατόριο, χώρους υγιεινής με αποδυτήρια και γενικά όλες τις απαραίτητες εγκαταστάσεις και παροχές πρωτοποριακές για την εποχή.
Τη δεκαετία του 1930 ο κλάδος του καπνού είναι εξαιρετικά σημαντικός για την ελληνική οικονομία. Απασχολεί συνολικά περίπου 1 εκατομμύριο άτομα, δηλαδή το ένα έκτο του πληθυσμού της χώρας. Και οι εξαγωγές καπνών αντιστοιχούν στο 50% των συνολικών εσόδων από εξαγωγές. Από τη φορολογία των καπνών και των τσιγάρων εξάλλου το κράτος εισπράττει το ένα πέμπτο των συνολικών εσόδων του από τη φορολογία.
Είναι η δεκαετία που η εξάπλωση της εταιρείας στο εξωτερικό κάνει άλματα με γραφεία και εξαγωγές σε περισσότερες από 45 χώρες και τα προϊόντα της φτάνουν μέχρι τη Νότιο Αφρική, τη Μαδαγασκάρη, την Κίνα, τη Μαντζουρία, τον Παναμά, την Αυστραλία, την Αργεντινή, το Τζιμπουτί, τις Ολλανδικές Ινδίες και τη Μοζαμβίκη.
Το 1936 τα σύννεφα στην Ευρώπη πυκνώνουν και η Παπαστράτος κλείνει το εργοστάσιο που λειτουργούσε στην Γερμανία από το 1932 λόγω του ασφυκτικού ελέγχου του Χίτλερ. Το 1939 εισάγεται στο Χρηματιστήριο Αξιών αλλά ένα χρόνο αργότερα κηρύσσεται ο πόλεμος και ο Σωτήρης Παπαστράτος φεύγει από την ζωή ξαφνικά. Για την εταιρεία ξεκινά μια μεγάλη και δύσκολη περίοδος.
Ο -ιστορικός πλέον- Άσσος κυκλοφορεί ήδη από την αρχή της λειτουργίας του εργοστασίου, αρχικά μάλιστα σε κόκκινη κασετίνα. Μετά την κήρυξη του πολέμου, ο Παπαστράτος βάζει σε κυκλοφορία και ένα νέο σήμα, τα τσιγάρα AERA. Στόχος του να ενδυναμώσει το φρόνημα των Ελλήνων στρατιωτών που μάχονται στο μέτωπο. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το εργοστάσιο και τα εμπορεύματά του επιτάσσονται, επιβάλλεται όριο στην παραγωγή η οποία πλέον διανέμεται με δελτία ενώ με τους βομβαρδισμούς του Πειραιά, το κτίριο υφίσταται πολλές ζημιές.
Μετά τη λήξη του πολέμου, αποκαθίσταται σταδιακά η διανομή στο εσωτερικό αλλά και οι εξαγωγές. Το εργοστάσιο επεκτείνεται και η εταιρεία, όπως και ολόκληρη η χώρα, μπαίνει σε μια περίοδο εκσυγχρονισμού. Αγοράζονται καινούργιες μηχανές για όλα τα στάδια παραγωγής και πρώτη η καπνοβιομηχανία Παπαστράτος δημιουργεί μόνιμο ιατρείο στους χώρους του εργοστασίου, πράγμα που θα γίνει υποχρεωτικό δεκαετίες αργότερα.
Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη
Τη δεκαετία του 1950, αρχίζουν να κυκλοφορούν πολλά νέα σήματα και για πρώτη φορά το τσιγάρο με φίλτρο και το μαλακό πακέτο. Στο τέλος μάλιστα της δεκαετίας η εταιρεία φτάνει να απασχολεί 2.500 άτομα. Το 1960 η εταιρεία Παπαστράτος επιτυγχάνει μια σημαντική συμφωνία με το ιταλικό μονοπώλιο η οποία ανοίγει το δρόμο για την παραγωγή του Άσσου στην Ιταλία με χαρμάνια που στέλνονται έτοιμα από την Ελλάδα.
Το 1974, υπογράφεται συμφωνία συνεργασίας με την Philip Morris International για την παραγωγή του Marlboro στην Ελλάδα. Ο εκσυγχρονισμός της εταιρείας, προχωρά ακόμη περισσότερο καθώς με τις καινούργιες σιγαροποιητικές μηχανές που αποκτά, παράγει πλέον 4.000 τσιγάρα το λεπτό.
Το 1979, ο πρωτεργάτης της εταιρείας Ευάγγελος Παπαστράτος φεύγει από την ζωή σε ηλικία 95 ετών. Έχει προηγηθεί ο θάνατος των αδελφών του Γιάννη και Επαμεινώνδα. Στο τιμόνι βρίσκεται πλέον ο Τάσος Παπαστράτος, ο τελευταίος από τους απόγονους των τεσσάρων αδελφών που έφερε το όνομα Παπαστράτος, επί των ημερών του οποίου η ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ ΑΒΕΣ αναπτύχθηκε δυναμικά τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό ενώ εντελώς αθόρυβα συνεχίστηκε η κοινωνική προσφορά της εταιρείας.
Το 1984, κυκλοφορεί για πρώτη φορά ο Assos International, ένα από τα πιο «δυνατά» εξαγώγιμα σήματα της εταιρείας. Αργότερα, τη δεκαετία του ’90, η εταιρεία εκσυγχρονίζει ακόμη περισσότερο τα συστήματά της, στην παραγωγή προστίθενται πολλά νέα σήματα ενώ επίσης το 1997 αποκτά το ιστορικό Santé. Το 1998, ιδρύεται το Ιδρυμα Παπαστράτος το οποίο αναλαμβάνει να συνεχίσει το πλούσιο κοινωνικό έργο που είχαν ξεκινήσει οι αδελφοί Παπαστράτου από την αρχή κιόλας της πορείας τους. Την ίδια χρονιά όμως πεθαίνει ο Πρόεδρος της εταιρίας Τάσος Παπαστράτος.
Η νέα εποχή για την εταιρεία αρχίζει το 2003 οπότε εξαγοράζεται από την Philip Morris International που συνεχίζει όμως να διατηρεί τις παλιές αξίες της. Τον Ιανουάριο του 2006, ταυτόχρονα με τον εορτασμό των 75 χρόνων λειτουργίας της, ανακοινώνεται επένδυση 100 εκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή νέων, σύγχρονων παραγωγικών εγκαταστάσεων και κτιρίου διοικητικών υπηρεσιών στον Ασπρόπυργο. Δυόμισι χρόνια αργότερα, στις 13 Αυγούστου του 2008 η πρώτη παραγωγή στο νέο εργοστάσιο είναι γεγονός. Στις 10 Οκτωβρίου του 2008 μετά από αδιάκοπη λειτουργία 77 χρόνων οι μηχανές στο εργοστάσιο του Πειραιά σταματούν για πάντα και η μεταφορά της εταιρίας στις νέες εγκαταστάσεις στον Ασπρόπυργο ολοκληρώνεται. Η νέα χιλιετία έχει αρχίσει με νέες προοπτικές.
Κική Τριανταφύλλη– .protagon.gr