Οι Ελληνικές Αλυκές Α.Ε. βρίσκονται μπροστά σε ένα καθοριστικό σημείο καμπής. Η εταιρεία του Υπερταμείου, που διαχειρίζεται επτά ενεργές αλυκές σε κομβικές περιοχές της χώρας – Μεσολόγγι, Κίτρος, Αγγελοχώρι, Νέα Κεσσάνη, Μέση, Καλλονή και Πολιχνίτο-, μπαίνει σε τροχιά στρατηγικού μετασχηματισμού, με στόχο να εξελιχθεί σε έναν ισχυρό ευρωπαϊκό παίκτη στην παραγωγή αλατιού, αξιοποιώντας το φυσικό πλεονέκτημα της Ελλάδας και τη γεωγραφική της θέση στη Μεσόγειο.
Σήμερα, οι Ελληνικές Αλυκές καλύπτουν πάνω από το 92% της εγχώριας παραγωγής πρωτογενούς θαλασσινού άλατος, καλύπτοντας περίπου το 60% των εθνικών αναγκών, με παραγωγική δυναμικότητα που ξεπερνά τους 200.000 τόνους ετησίως. Παράλληλα, διαχειρίζονται περιβαλλοντικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, καθώς όλες οι αλυκές εντάσσονται στο δίκτυο Natura 2000, ενώ ορισμένες αποτελούν τμήμα προστατευόμενων υγροτόπων Ramsar.

Από δημόσια εταιρεία σε διεθνή παραγωγικό κόμβο
Το Υπερταμείο κατέχει σήμερα το 80% του μετοχικού κεφαλαίου των Ελληνικών Αλυκών, με το υπόλοιπο 20% να ανήκει σε Δήμους των περιοχών όπου λειτουργούν οι αλυκές. Στο πλαίσιο του εγκεκριμένου Στρατηγικού Σχεδίου 2025–2027, προβλέπεται η είσοδος στρατηγικού επενδυτή μέσω διεθνούς διαγωνισμού για την πώληση πλειοψηφικού ποσοστού, τουλάχιστον 51%, από τη συμμετοχή του Υπερταμείου.
Η στόχευση είναι σαφής: μετάβαση από ένα επιτυχημένο αλλά ώριμο παραγωγικό μοντέλο σε έναν σύγχρονο, εξωστρεφή και ανταγωνιστικό οργανισμό, ικανό να λειτουργήσει ως παραγωγικός και εξαγωγικός κόμβος για ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Τι φέρνει η είσοδος στρατηγικού επενδυτή
Η προσέλκυση στρατηγικού επενδυτή αναμένεται να λειτουργήσει καταλυτικά σε πολλαπλά επίπεδα. Προβλέπονται στοχευμένες επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, την αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Παράλληλα, διασφαλίζεται η προστασία της ελληνικής παραγωγής άλατος ως στρατηγικής δραστηριότητας με υψηλή προστιθέμενη αξία, ενώ οι αμοιβές των εργαζομένων θα συνεχίσουν να διαμορφώνονται σε ανταγωνιστικά επίπεδα, με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η δυνατότητα αξιοποίησης ανεκμετάλλευτου δυναμικού. Οι Ελληνικές Αλυκές μπορούν να επεκταθούν σε νέες κατηγορίες προϊόντων, όπως αλάτι υψηλής καθαρότητας, βιομηχανικό και φαρμακευτικό αλάτι, προϊόντα αποχιονισμού, καθώς και premium προϊόντα υψηλής αξίας, με αιχμή την Αφρίνα Μεσολογγίου, το μοναδικό ελληνικό Fleur de Sel ΠΓΕ. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ποιοτικό προϊόν που συλλέγεται χειρωνακτικά από εξειδικευμένους εργάτες και αποτελεί σήμα κατατεθέν ελληνικής παράδοσης και εξαγώγιμο προϊόν υψηλής αξίας.

Εθνική αυτάρκεια και επισιτιστική ασφάλεια
Η ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικότητας δεν αφορά μόνο την επιχειρηματική ανάπτυξη. Με τη μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές, η χώρα ενισχύει την εθνική αυτάρκεια σε ένα βασικό αγαθό, συμβάλλοντας στη σταθεροποίηση των τιμών και στη συνολική επισιτιστική ασφάλεια. Πρόκειται για στρατηγική επιλογή με ευρύτερη σημασία για την οικονομία και την κοινωνία.
Τοπικές κοινωνίες και περιφερειακή ανάπτυξη
Οι αλυκές παραμένουν άρρηκτα συνδεδεμένες με τις τοπικές κοινωνίες. Η συμμετοχή των Δήμων στο μετοχικό κεφάλαιο, σε συνδυασμό με τα ανταποδοτικά οφέλη, όπως το 3% επί των ετήσιων πωλήσεων και τα μερίσματα, δημιουργεί ένα σταθερό οικονομικό αποτύπωμα στις περιοχές όπου δραστηριοποιείται η εταιρεία. Οι νέες επενδύσεις αναμένεται να ενισχύσουν την τοπική απασχόληση και να δώσουν νέα ώθηση στην περιφερειακή ανάπτυξη.
Για το Δημόσιο, η διαδικασία συνδυάζει άμεσο και μακροπρόθεσμο όφελος. Εκτός από το τίμημα της συναλλαγής, το κράτος διατηρεί ουσιαστικό ρόλο στη διοίκηση, ενισχύει τα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα και απαλλάσσεται από το βάρος μεγάλων επενδύσεων. Ταυτόχρονα, η αύξηση της αξίας της εταιρείας δημιουργεί πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Το χρονοδιάγραμμα του διαγωνισμού
Ο διεθνής διαγωνισμός αναμένεται να προκηρυχθεί τον Δεκέμβριο του 2025, με κατάθεση στο TED και επίσημη ανακοίνωση στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η Α’ Φάση, διάρκειας τριών μηνών, αφορά την εκδήλωση μη δεσμευτικού ενδιαφέροντος, ενώ στη Β’ Φάση, που θα διαρκέσει επτά μήνες, θα υποβληθούν δεσμευτικές προσφορές και θα αναδειχθεί ο προτιμητέος επενδυτής. Στόχος είναι η ολοκλήρωση της συναλλαγής έως το τέλος του 2026 και η έναρξη της νέας περιόδου για τις Ελληνικές Αλυκές.
Με τη συγκεκριμένη στρατηγική κίνηση, οι Ελληνικές Αλυκές φιλοδοξούν να αυξήσουν την παραγωγή, να μειώσουν την εισαγωγική εξάρτηση, να ενισχύσουν τη διεθνή παρουσία τους και να εξελιχθούν σε έναν δυνητικό ευρωπαϊκό «πρωταθλητή» στον κλάδο, δημιουργώντας αξία για τις τοπικές κοινωνίες, το Δημόσιο και την ελληνική οικονομία συνολικά.


