Γράφει η Μαρίνα Μιχ. Καπελάκη*
Στις 9 Απριλίου του 1944, αμαξοστοιχία των Σιδηροδρόμων Βορειοδυτικής Ελλάδος, η οποία μετέφερε πολεμικό υλικό, τρόφιμα και καύσιμα για τις ανάγκες των δυνάμεων κατοχής του γερμανικού στρατού, από Κρυονέρι προς Αγρίνιο, ανατινάχθηκε από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, στη θέση Σταμνά – Αγγελόκαστρο, πλήττοντας καίρια τα σχέδια του εχθρού.
Ως αντίποινα για την παραπάνω πράξη, οι Γερμανοί, έχοντας την συνεργασία των Ταγμάτων Ασφαλείας της περιοχής, υπό τη διοίκηση του Γ. Τολιόπουλου, συνέλαβαν και φυλάκισαν αρχικά 450 άτομα (στις φυλακές της Αγίας Τριάδας), με την κατηγορία εμπλοκής σε ενέργειες του Ελληνικού Απελευθερωτικού Στρατού ή συμμετοχής σε οποιαδήποτε αντιστασιακή δράση, προετοιμάζοντας το έδαφος για μαζικές εκτελέσεις.
Στις 11 Απριλίου του 1944, 11 αγωνιστές εκτελέστηκαν στη Μεγάλη Χώρα Αγρινίου, και τρεις ημέρες μετά, το Αγρίνιο θα αντιμετώπιζε, ανήμερα της Μεγάλης Παρασκευής, μια από τις τραγικότερες εμπειρίες και στιγμές της σύγχρονης ιστορίας του.
Στις 14 Απριλίου του 1944, οι Πάνος Σούλος του Κων/νου, στέλεχος της ΕΠΟΝ, Αβραάμ Αναστασιάδης του Αναστασίου, υπάλληλος της Αγροτικής Τράπεζας και Χρήστος Σαλάκος του Νικολάου, στέλεχος της ΕΠΟΝ, εκτελέστηκαν δι’ απαγχονισμού, στους φανοστάτες της Πλατείας Μπέλλου, ενώ η θηριωδία του Κατακτητή ολοκληρώθηκε με τη μαζική εκτέλεση άλλων 117 ατόμων πίσω από την εκκλησία της Αγίας Τριάδος. Η Δυτική Ελλάδα ζούσε τα δικά της “Καλάβρυτα”
Αρχές Ιουνίου του 2001, οι αδελφές του Πάνου Σούλου, Θεοφανώ και Σοφία, μού παραχώρησαν συνέντευξη για λογαριασμό του ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ Στ. Ελλάδος. Στη “ζωντανή” φωνή τους φανερώθηκε η πραγματικότητα της φρίκης ενός πολέμου, όπως και η ιστορία της δικής τους μικρής ανθρώπινης μοίρας! Για να μιλήσουν δημόσια για το τραγικό συμβάν χρειάστηκε να περάσουν 57 ολόκληρα χρόνια σιωπής. Σήμερα δεν είναι πια στη ζωή, αλλά το κείμενο παραμένει εξίσου επίκαιρο!
– Κυρίες Θεοφανώ και Σοφία Σούλου, σας καλωσορίζω, εκφράζοντας ένα μεγάλο ευχαριστώ, αν και αποφεύγετε τη δημοσιότητα! Μαζί σας ανταμώνομαι με την ζωντανή Ιστορία και δη ένα κεφάλαιο σημαντικό ∙ εκείνο του εμφυλίου πολέμου, που παραμένει πληγή ανεπούλωτη ακόμα. 14 Απριλίου 1944∙ ημέρα σημαδιακή για την οικογένεια σας! Σε ηλικία 22 ετών κρεμάστηκε ο αδελφός σας, μαζί με άλλους δυο συμπολίτες του, στην πλατεία Μπέλλου. Η θυσία του μαρτυρική. 57 χρόνια μετά, πώς αισθάνεστε, ως αδελφές του ήρωα Πάνου Σούλου;
Θεοφανώ Σούλου: «Πόνο, οδύνη, καημό! Γιατί χάθηκε τόσο άδικα; Πάντα θλιμμένες, πονεμένες. Δεν υπάρχει στιγμή μέρα, δεν υπάρχει στιγμή, που να έχουμε ξεχάσει».
– Ποιος ήταν ο άνθρωπος Πάνος Σούλος;
Θεοφανώ Σούλου: «Ο Πάνος Σούλος ήταν γιος του Κώστα Σούλου και εγγόνι του στρατηγού Πάνου Σούλου. Πραγματικά δυνατός, πάλεψε πάρα πολύ με τη ζωή. Δεν ήταν λάθος του το ότι έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, Ήταν καθήκον να υπερασπιστεί την Ελλάδα, όπως την υπερασπίζονται οι σωστοί άνθρωποι»!
– Σίγουρα θα είχε έναν τρόπο προσέγγισης, που θα αντιμετώπιζε τότε την κατάσταση…
Θεοφανώ Σούλου: «Την Δικαιοσύνη! Δεν άντεχε τον κατακτητή στην Ελλάδα. Τα κίνητρα που τον έκαναν να οργανωθεί στην Εθνική Αντίσταση ήταν, κυρίως, για να προσφέρει στην πατρίδα του. Για την απελευθέρωση της Ελλάδος από τους κατακτητές. Δεν είχε κανένα προσωπικό συμφέρον. Γι’ αυτό, άλλωστε, και την ημέρα που τον κρεμάσανε, το παντελόνι του ήταν πολύ παλιό. Είχε ένα μπάλωμα»!
– Μετά ποια ήταν η τύχη της οικογένειάς σας;
Θεοφανώ Σούλου: «Η αυτοεξορία, διότι η μητέρα μας ήταν πολύ άρρωστη. Είχε πάθει νευρικό παροξυσμό. Αιμορραγούσε. Έκανε δυο απόπειρες αυτοκτονίας στο Αγρίνιο και μια στην Αθήνα. Γι’ αυτό και φύγαμε από το Αγρίνιο».
– Κάθε φορά που επανέρχεστε, τι σκέπτεστε;
Σοφία Σούλου: «Εγώ την πλατεία ποτέ δεν θέλω ούτε να την αντικρύσω. Αναγκαστικά πήγαμε για το γλυπτό. Ποτέ δεν θα ξαναπεράσω. Την πλατεία και το σπίτι μου το πατρικό, που ήταν στη Δαγκλή 4. Ο στρατηγός Δαγκλής ήταν θείος μας. Ο αδερφός μας ήταν ευφυέστατος, σοφός, δικαιόφιλος, αγωνιστής, αλλά δεν αντίκρισε τα ίδια αισθήματα από τους συναγωνιστές του και απ’ όλον τον κόσμο. Πίστευε στον Άνθρωπο, αλλά αυτοί δεν ήταν άνθρωποι! Είχαμε ένα κτήμα και το καλλιεργούσαμε και κάναμε σιτάρι. Πήρε τα πρώτα τσουβάλια και τα έστειλε στο βουνό».
– Πόσες μέρες έμεινε ο αδελφός σας στη φυλακή;
Θεοφανώ Σούλου: «Συνελήφθη το 1943, 17 Δεκεμβρίου και εκτελέστηκε στις 14 Απριλίου του 1944. Ημέρα Μεγάλη Παρασκευή»!
– Επικοινωνούσατε μαζί του;
Θεοφανώ Σούλου: «Έστελνε σημειώματα: με βασανίζουν, με περνάνε από ηλεκτρική καρέκλα. Εσείς, όμως, κάνετε κουράγιο, γιατί θα έρθει μια μέρα που θα είμαστε πάλι όλοι μαζί. Τα σημειώματα τα έφερναν οι φύλακες και η θεία Μαρία Δημάδη. Έγραφε ακόμα: «όταν τα διαβάστε, κάψτε τα να γίνουν σκόνη». Και από κει καταλαβαίνω, ότι θα περνούσε πολύ δύσκολες μέρες και δεν τα έλεγε όλα και δεν τα έγραφε όλα».
– Πώς πληροφορηθήκατε το μακάβριο νέο του απαγχονισμού του;
Σοφία Σούλου: «Ακούσαμε πολυβόλα. Εν τω μεταξύ περνάει η μητέρα του Θόδωρου του Κατσαούνη και ταρακουνάει την πόρτα: Σκότωσαν τα παιδιά μας! Βγείτε να πάμε στη φυλακή. Και τρέχει η μεγάλη μου αδελφή και βλέπω να τη φέρνουνε δυο κυρίες. Τη ρωτάει η μητέρα μου:
– Τι έχεις παιδί μου;
– Μαμά, κρέμασαν τον Πάνο!
– Μα είσαι σίγουρη;
– Τον γνώρισα από το παντελόνι του. Το πρόσωπό του ήταν σκεπασμένο!
Άρχισε η μάνα μου να τα σπάζει όλα. Βγαίνει και τρέχει προς την πλατεία γιατί ήταν πενήντα μέτρα απ’ το σπίτι μας. Εκεί την σταμάτησε ο μπάρμπα – Νώντας, ο Παπασάϊκας και την έφερε με τη βία πίσω. Έπειτα γέμισε το σπίτι από συγγενείς, γείτονες, φίλους…».
– Μετά τον απαγχονισμό των τριών αγωνιστών και την εκτέλεση των υπολοίπων συμπολιτών τους, ποια ήταν η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην πόλη μας;
Θεοφανώ Σούλου: «Πανικός. Το Αγρίνιο είχε αδειάσει πλέον! Οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν φύγει. Κάπου και που έβρισκες κάποιον άνθρωπο. Αντιμετωπίζαμε και περιφρόνηση γιατί λέγανε: – Είσαστε αδελφές του κομμουνιστή! Εγώ, πιστεύω ότι ο Πάνος ήθελε να συνεχίσει την ιστορία του παππού του»!
Σοφία Σούλου: «Ο Πάνος έλεγε ότι οι κατακτητές πρέπει να φύγουν από δω! Θα παλέψω και θα παλέψουμε! Δεν πάλεψαν, όμως. Και το κτήμα μας ακόμα το κάνανε νεκροταφείο ∙ τους πετάξανε μέσα εκεί που το καλλιεργούσαμε».
– Στο σήμερα… Έχετε κάνει ένα ιδιωτικό μουσείο στη μνήμη του αδελφού σας. Ποιο ήταν το κίνητρο της ενέργειας αυτής;
Θεοφανώ Σούλου: «Να μείνει στο Αγρίνιο για τα παιδιά και τα εγγόνια, για τη χθεσινή, τη σημερινή και την αυριανή, ώστε να μάθουν οι νέοι την Ιστορία, γιατί πιστεύω ότι και στο σχολείο δεν τα λένε όλα, δεν τα γράφουν όλα»!
– Στην κεντρική πλατεία του Αγρινίου έχει στηθεί ένα μνημείο “Απαγχονισθέντων και Εθνικής Αντίστασης” ύστερα από αίτημα των συγγενών των ηρώων. Πώς βλέπετε την κίνηση αυτή;
Θεοφανώ Σούλου: «Έπρεπε να είχε γίνει πολλά χρόνια πριν. Έστω και τώρα, ας είναι όλοι καλά….».
– Ποια η ευχή σας πριν τελειώσουμε την κουβέντα μας;
Θεοφανώ Σούλου: «Ειρήνη, Αγάπη σε όλη την Υφήλιο, όχι μόνο σε μας….».
Σοφία Σούλου: «Κι αν μπορούσαν να γυρίσουν οι δικοί μας…».
Έχοντας ως πλεονέκτημα την απόσταση του χρόνου, σκέπτομαι πως ίσως και να έχει δίκιο η νομπελίστρια Λογοτεχνίας 2015, Σβελτάνα Αλεξίεβιτς, όταν, σε σχετικά πρόσφατη συνέντευξή της, είχε εξομολογηθεί, ότι « […] ο θρήνος και η κραυγή δεν μπορούν να είναι αντικείμενα επεξεργασίας, διαφορετικά δεν είναι ούτε θρήνος ούτε κραυγή, είναι απλώς κάτι επεξεργασμένο»! Και στην “παρούσα μαρτυρία” εκφράζεται απογυμνωμένη η αναπόφευκτη τραγικότητα της ανθρώπινης ζωής, με καθαρή αλήθεια….
*Δημοσιογράφος
sinidisi.gr